"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


ΕΘΝΙΚΑ ΣΟΥΡΓΕΛΑ - ΣΥΡΙΖΟΞΕΦΤΙΛΑΡΑΔΙΚΟ: Ουρές πεσκαν-Δρίτσας και κουλούρια Θεσσαλονίκης (που για να τα κάψεις πρέπει να περπατήσεις 2.000 χιλιόμετρα)


 Tου Γιώργου Σκαμπαρδώνη

Ισως να μην είναι πολύ γνωστό πώς φτιάχνεται το διάσημο πλέον κουλούρι της Θεσσαλονίκης: καταρχήν φτιάχνεις την τρύπα και μετά γύρω-γύρω, το κουλούρι. Αλλά το πιο σημαντικό είναι το αρχικό κενό - αυτό που λένε οι Ιταλοί «una buca inutile», δηλαδή μια ανωφελής τρύπα, η οποία δίνει σχήμα αλλά και νόημα στο κυκλικό, υπαρκτό κουλούρι. Κάτι αντίστοιχο με εκείνο που γράφει ο Χριστιανόπουλος για τη γλάστρα, ότι δηλαδή «η αξία μιας γλάστρας έγκειται στην τρύπα της». Οχι μόνο στο κενό που υποδέχεται το καστανόχωμα και το φυτό, αλλά και στην οπή που έχει στον πυθμένα, για να φεύγει το νερό, να αναπνέει η όλη κατάσταση. Οπότε, το κενό, το μη-υπάρχον, είναι εκείνο που κατεξοχήν δίνει υπόσταση στο απτό, στο υπάρχον - εξού και η φράση "αέρα-πατέρας"

Στο κουλούρι, επομένως έχουμε κάποιας μορφής ιδεαλισμό που καταξιώνει τον πέριξ αυτού υλισμό - ίσως για αυτό και οι αναρχικοί πάντα σχεδιάζουν ένα κουλούρι Θεσσαλονίκης γύρω από το «Α» της αναρχίας. Είναι όπως ο κύκλος των χαμένων ποιητών, που λέμε. Αλλά εδώ αντιστρέφεται και η άλλη φιλοσοφική ρήση που λέει ex nihilo nihil (Παρμενίδης), δηλαδή εκ του ουδενός προκύπτει ουδέν, εφόσον, εν προκειμένω, αν δεν υπάρχει το τίποτε του κενού δεν προκύπτει και κουλούρι, και αν το κενό γεμίσει, τότε, πια, έχουμε να κάνουμε με λαγάνα της Καθαράς Δευτέρας.

(Μήπως ο Οδυσσέας Ελύτης δεν έγραψε πως «από ένα Τίποτε γίνεται ο Παράδεισος»;)

Εξάλλου, όταν αγοράζεις ένα κουλούρι Θεσσαλονίκης, εκείνο που πληρώνεις περισσότερο είναι το κενό, η τρύπα. Η ζύμη είναι ελάχιστης αξίας. Διότι η τρύπα θέλει τέχνη για να την πετύχεις κι έχει τεράστια θρεπτική αξία, ανυπολόγιστη, γι' αυτό και η Νοτοπούλου έγραψε πως για να κάψεις ένα σαλονικιώτικο κουλούρι χρειάζεται να περπατήσεις 2.000 χιλιόμετρα, και της έχουνε αρχίσει οι κακόζηλοι την καζούρα, όπως συμβαίνει σχεδόν κάθε φορά που λέει ή γράφει κάτι. Ομως έχει δίκιο: αν φας ένα κουλούρι Θεσσαλονίκης, για να κάψεις τις θερμίδες του, πρέπει να περπατήσεις απ' τον Λευκό Πύργο ως τον Πύργο του Αϊφελ, στο Παρίσι. Τόσο πολλές είναι οι θρεπτικές αξίες που περιέχει η τρύπα του κουλουριού - υπ' αυτή την έννοια υποψιάζομαι πως και ο Κουφοντίνας έχει αντέξει εξήντα μέρες απεργίας πείνας, διότι προηγουμένως του έδωσαν κι έφαγε κρυφά ένα σαλονικιώτικο κουλούρι (με σουσάμι). Το θαυματουργό κενό που περιέχει το κουλούρι αυτό είναι, από θρεπτική άποψη, πολύ πιο ισχυρό κι από τις κάψουλες τις οποίες καταπίνουν οι αστροναύτες που σουλατσάρουν στο Διάστημα - επιπλέον, για τους ενδιαφερομένους, είναι ένα κενό που δεν περιέχει γλουτένη.

Ο Πιερ Πάολο Παζολίνι έγραψε για «το αβάσταχτο κενό της Καζάρσα», της πόλης όπου μεγάλωσε, όμως εδώ έχουμε να κάνουμε με ζωτικό κενό. Εναν καλά ζυμωμένο άδειο κύκλο που περιβάλλεται από ζύμη. Και θέλει τέχνη για να ζυμώσεις το Τίποτε, δεν είναι παίξε γέλασε - αλλιώς θα έφτιαχνε τέτοια κουλούρια κι ο κάθε άσχετος. Ο Κουφοντίνας, λοιπόν, μπορεί να μην έτρωγε το ρυζόγαλό του, αλλά άντεξε καταβροχθίζοντας το κενό ενός κουλουριού, οπότε κανείς δεν μπορεί να του προσάψει πως δεν έκανε σωστά την απεργία πείνας. 

Δεν μπορεί η αεροφαγία να νοηθεί ως φαγητό, ενώ νοείται η κενολογία ως Λόγος, ας πούμε στο βιβλίο του. Αυτό το κενό ιδεολογικά βιβλίο μάλλον δεν το διάβασαν, ή δεν το κατάλαβαν, οι νεολαίοι-αντάρτες και γι' αυτό θα κατέβουν κάποτε στην Αθήνα να σκίσουν το καλσόν τους.

Είναι όπως το ψάρι πεσκαν-Δρίτσα. Προτιμάμε την άχρηστη ουρά της από το κυρίως σώμα. Τρώμε ουρές πεσκαν-Δρίτσας. Και μπορεί για λίγο ο Πολάκης να γίνεται αισθητός διά της σιωπής του (όπως το κενό στο κουλούρι) αλλά στο κόμμα του δεν έχουν έλλειψη από τέτοιες φωνές: μια ο πεσκαν-Δρίτσας, μια η Νοτοπούλου, ε, όλο και κάποιος θα βρεθεί να καλύψει τη δυσαναπλήρωτη απουσία του ευγενούς κρητικού ρήτορος, ο οποίος τις τελευταίες μέρες κατ' εντολήν δεν μιλάει, με πιθανό κίνδυνο να εκραγεί. (Μα, ούτε μια μαντινάδα;)

Το κενό είναι, τελικά, μεγάλη ιστορία. Δεν μιλάμε για το χαρίεν κενό στα μπροστινά δόντια της Νοτοπούλου (ή, του Φιλιππίδη), αλλά για την ιδεολογική αδειανίλα και την αντίφαση - πώς γίνεται ας πούμε να φωνάζεις ψωμί-παιδεία-ελευθερία κι όταν σου δίνουνε ψωμί να μην το τρως;  

Θα πεις, άλλο ψωμί, άλλο κουλούρι. Μην τα μπερδεύουμε διότι εδώ μιλάμε κυρίως για το κενό ως ουσία - ας πούμε η Κούρτοβικ ζήτησε να αφαιρέσουμε απ' τον απεργό πείνας την ιδιότητα του δολοφόνου και στη θέση των θυμάτων να βάλουμε ένα κενό, να τον λέμε σκέτο κρατούμενο. Αλλά δεν είναι ούτε καν αυτό, σύμφωνα με άλλους υποστηρικτές του: είναι απλώς «μια ζωή που κινδυνεύει», χωρίς προϊστορία, μια ζωή ιδεατή, αφηρημένη εν γένει, χωρίς συνείδηση, χωρίς ευθύνη για ό,τι έπραξε, λες και είναι πρωτόζωο, χωρίς νόηση, χωρίς συναίσθηση. Σαν να πρόκειται για κάτι αγγελικό, υπεράνω, κάτι που απλώς αναπνέει, τρώει και κοιμάται, χωρίς σκέψη, κρίση, και μνήμη. (Ούτε καν αποπατεί.) Ενα κενό συνείδησης. Μια ζωή στην καθαρή, εργαστηριακή της μορφή, υπεράνω των φονικών, των πράξεων, της πραγματικότητας, ένα αρτιγέννητο βρέφος, tabula rasa. Μια ωραία, λευκή πεταλούδα. Μια ανάσα στην πιο καθάρια της εκδοχή, στην πιο ιδεατή αθωότητα. Πάντως...

 

 όχι ο δράστης των έντεκα δολοφονιών, παρά ένα φρεσκογεννημένο μωρό που γνέφει βρεφοπρεπώς. Απλώς «μια ζωή» ως κενό, στο κενό.  

Σύμφωνοι, δεν πρέπει να χαθεί καμιά ζωή, αυτό είναι στοιχειώδες, αλλά μην ξεχνιόμαστε κιόλας. (Ρε, φίλε, μήπως μας θεωρούν ντουρντουβάκια;)

Επιμένουν όμως στο κενό διότι αυτό είναι που κάνει πάντα την καλύτερη δουλειά, την καλύτερη προπαγάνδα, όπως και στο κουλούρι Θεσσαλονίκης.




Δεν υπάρχουν σχόλια: