EΞΑΙΡΕΤΙΚΟ
Toυ ΤΑΚΗ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΥ
Προχθές αναρωτιόμουν ποιος έσπασε την καρέκλα που φιλοξενεί το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης.
Ο κ. Νικόλας Γιατρομανωλάκης, γραμματέας Σύγχρονου Πολιτισμού στο υπουργείο παντός Πολιτισμού, μου έλυσε την απορία με ανάρτησή του στο fb. Πρόκειται για τον Ρασίντ Τζόνσον, Αμερικανό «εικαστικό καλλιτέχνη».
Δεν μπορώ παρά να υποκλιθώ και να ομολογήσω ταπεινά ότι συγκαταλέγομαι στους αντιδραστικούς και «ανιστόρητους», όπως χαρακτηρίζει ο κ. Γιατρομανωλάκης όσους δεν θαυμάζουν την καρέκλα. Η υπόκλιση γίνεται ακόμη βαθύτερη, η μύτη μου έχει σχεδόν αγγίξει το πάτωμα, όταν διαβάζω πως την καρέκλα αυτή την έσπασε ο καλλιτέχνης αφού διάβασε το μυθιστόρημα του Νιγηριανού συγγραφέα Τσινούα Ατσέμπε που φέρει τον εύλογο τίτλο «Τα πάντα γίνονται κομμάτια».
Ο ήρωας δυσκολεύεται να αποδεχθεί τις αλλαγές, τον εξευρωπαϊσμό και τον εκχριστιανισμό της φυλής του.
Η σπασμένη καρέκλα εκφράζει τον φόβο ότι ίσως γινόμαστε «irrelevant» – σαν τους δικηγόρους στις αμερικανικές σειρές που ρωτούν άσχετες με την υπόθεση ερωτήσεις. Τη σημασία του έργου τη συμπληρώνει ο τίτλος του: «Thrown for Chinua Achebe». Οπως μας εξηγεί ο κ. Γιατρομανωλάκης, πρόκειται για λογοπαίγνιο ανάμεσα στο thrown και το throne. Με αφήνει άφωνο η ασχετοσύνη μου.
Και τώρα για να σοβαρευτούμε. Τη λεγόμενη σύγχρονη τέχνη δεν τη δημιουργούν οι καλλιτέχνες. Την παράγουν οι ερμηνευτές της – επιμελητές εκθέσεων και πάσης φύσεως «προλογιστές», που φορτώνουν με σημασία το ασήμαντο.
Η καρέκλα του Βαν Γκογκ δεν χρειάζεται ούτε μυθιστορήματα ούτε τα προβλήματα ταυτότητας του Νιγηριανού για να υπάρξει. Μαγνητίζει το βλέμμα σου με τα χρώματά της και το σχέδιό της και μετά, αν θέλεις, μπορείς να μάθεις αν φύσαγε την ημέρα εκείνη ο Μιστράλ στην Αρλ. Κατ’ αρχάς, σου φτάνει αυτό που βλέπεις. Οταν ο Πλάτων γράφει στην «Πολιτεία» του ότι ο επιπλοποιός είναι πιο κοντά στην αλήθεια από τον ζωγράφο που απεικονίζει το έπιπλο, διότι απέχει τρία στάδια από την ιδέα, λες ότι ο Φιλόσοφος των Φιλοσόφων δεν καταλάβαινε από τέχνη. Οταν όμως βλέπεις τη σπασμένη καρέκλα και σκέφτεσαι πως χρειάζεται περισσότερη τέχνη για να τη φτιάξεις παρά για να τη σπάσεις, τότε αναρωτιέσαι μήπως ο Πλάτων είχε εντέλει δίκιο.
Το ζήτημα δεν είναι «εικαστικό». Το ζήτημα είναι...
πολιτισμικό.
Σηματοδοτεί την κόπωση του πολιτισμού μας. Λες και δεν αντέχουμε να σηκώσουμε το βάρος της δημιουργικής δύναμης που κληρονομήσαμε. Και όπως έγραψε ο Γκόμπροβιτς στη δεκαετία του ’60, ήρθε ο καιρός να πετάξουμε στα σκουπίδια όλη την ασημαντότητα των τελευταίων δεκαετιών και να ξαναβρούμε το όντως εξέχον.
Στη Δημοκρατία ψηφίζουν και οι ηλίθιοι.
Η τέχνη δεν τους αντέχει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου