Η Ελλάδα αποζητά αγωνιωδώς τον διάλογο με την Τουρκία, ακόμα και την ώρα που αυτή μεγιστοποιεί τις προκλήσεις και στην Ελλάδα και στην Κύπρο.
Ο λεγόμενος διάλογος είναι, στην πραγματικότητα, μία ύπουλη ανακωχή.
Βέβαια, μια ανακωχή προϋποθέτει συγκρούσεις. Ταυτόχρονα, σημαίνει ότι οι δύο πλευρές διερευνούν πώς μπορούν να συνεννοηθούν προκειμένου να τη μετατρέψουν σε ειρήνη. Εν προκειμένω δεν υπήρξαν συγκρούσεις παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα και η Τουρκία έφτασαν πολύ κοντά σε αυτές. Παράλληλα, η Τουρκία συνεχίζει να επιθυμεί ένα μόνο: να αλλάξει τα σύνορα των δύο κρατών. Οι επιθετικές τουρκικές θέσεις δεν έχουν μεταβληθεί στο ελάχιστο. Συνεπώς, ελπίζει κανείς, ούτε οι αμυντικές ελληνικές.
Με αυτά τα δεδομένα δύο πρωτοβουλίες βρίσκονται σε εξέλιξη:
Μία στο ΝΑΤΟ και μία, μακράν ουσιωδέστερη, υπό την ανοιχτά υπέρ της Τουρκίας τοποθετημένη Γερμανία.
Η νατοϊκή πρωτοβουλία έχει περιορισμένη τεχνική σημασία. Εξαρτάται πλήρως από τις πολιτικές αποφάσεις. Το μόνο στο οποίο μπορεί να ελπίζει είναι στο να μεγιστοποιήσει τις δυνατότητες συνεννόησης σε περίπτωση νέας κρίσης. Ομως και αυτό είναι υπερτιμημένο. Η ιδέα ότι χρειάζεται ένα κόκκινο τηλέφωνο για να αποφευχθεί μια τελική κλιμάκωση ακούγεται ωραία, αλλά είναι μάλλον επουσιώδης: τεχνικές και δίαυλοι επικοινωνίας διαφέρουν πολύ από ό,τι στις ταινίες του ’60.
Επίσης, το περίφημο ενδεχόμενο «ατυχήματος» είναι και αυτό υπερτιμημένο. Κανένα «ατύχημα» δεν πρόκειται να επιβάλλει εξελίξεις. Αυτό αποδείχθηκε άλλωστε με τη σύγκρουση των δύο φρεγατών. Αν κάτι τέτοιο μπορούσε να ξεφύγει, θα είχε συμβεί τότε. Δεν μπορεί, παρά μόνον αν θέλουν οι ηγεσίες να το αξιοποιήσουν προς αυτή την κατεύθυνση. Τότε όμως δεν θα είναι παρά μία αφορμή που μπορεί να δοθεί έτσι κι αλλιώς με χίλιους τρόπους.
Η ουσιώδης πρωτοβουλία είναι αυτή της Γερμανίας. Εκεί κρίνονται όλα, αν και κατά βάθος έχουν κριθεί. Τα υπόλοιπα είναι ευσεβείς πόθοι.
Γιατί;
Επειδή αυτό που η Τουρκία αποκαλεί διάλογο είναι εντελώς αδύνατο να το αποδεχθεί η ελληνική πλευρά, όσο κι αν μπορεί να το θέλει μια κυβέρνηση και όσο κι αν κάνει ό,τι μπορεί γι’ αυτό η Γερμανία. Αντίστοιχα η Τουρκία δεν πρόκειται με κανένα τρόπο να αρκεστεί σε αυτό που η Ελλάδα μπορεί να συζητήσει. Αυτό ακυρώνει επίσης και το ενδεχόμενο προσφυγής στη Χάγη. Η ατζέντα που αποδέχεται η Ελλάδα δεν ενδιαφέρει την Τουρκία παρά ελάχιστα σε σχέση με το σύνολο των θεμάτων που αυτή εγείρει.
Είναι λοιπόν απλώς θέμα χρόνου όλα αυτά να καταλήξουν σε αδιέξοδο. Και τότε θα βρεθούμε εκ νέου στο σημείο εκκίνησης αλλά, πλέον, με πολύ πιο περιορισμένες δυνατότητες αποφυγής του.
Η κυβέρνηση τρέφει πολύ επικίνδυνες αυταπάτες. Η έμπρακτη εκδήλωση του επιθετικού τουρκικού αναθεωρητισμού κυριαρχεί. Ο διάλογος έχει ημερομηνία λήξεως. Το ζήτημα είναι το πώς αυτή θα επέλθει. Οι ανακωχές δεν λειτουργούν όταν δεν εγκαταλείπεται ο επεκτατισμός που εν προκειμένω αντιθέτως ενισχύεται.
Η Τουρκία επανέρχεται με πολλούς τρόπους σε αυτόν:
Σκληρά αντιδυτική (ευτυχώς) ενεργοποίηση των S400, απολύτως απαράδεκτο άνοιγμα στην Αμμόχωστο, πολλαπλές διπλωματικές επιθέσεις, παραβιάσεις, νέες NOTAM κ.ο.κ.
Και η Ελλάδα;
Σιωπά εντελώς και ελπίζει.
Ομως...
μία τέτοια ύπουλη ανακωχή που δεν πατά σε ελάχιστο κοινό έδαφος μπορεί να αποδειχθεί τελικά πολύ πιο επικίνδυνο περιβάλλον για εκδήλωση οξύτητας. Και η Τουρκία ήδη δουλεύει ξεκάθαρα προς αυτή την κατεύθυνση, διαρρέοντας επιπλέον από τώρα ότι η ελληνική πλευρά δήθεν «υπονομεύει» τις συνομιλίες.
Η Τουρκία δεν θέλει διάλογο, αλλά επέκταση. Και το μόνο που θα την κάνει να ξανασκεφτεί την πρόκληση σύγκρουσης είναι να πειστεί ότι η Ελλάδα είναι αληθινά αποφασισμένη να απαντήσει.
Αυτή τη στιγμή δεν έχει πειστεί. Το αντίθετο μάλιστα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου