"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


25η ΜΑΡΤΙΟΥ: To '21 και η ιστορία του


                                                        
Ξάφνου αστραπή στ’ ακρούρανα και κράζει η γης κι εβόγγα:
Πρόγκα στους Τούρκους, πρόγκα! Γκρεμίστε τους, Ρωμιοί!
Γερ. Μιχ. Δ.


Στις επόμενες σελίδες θα γίνει μια προσπάθεια να ομαδοποιηθούν χρονογραφικά σημειώματα για το ’21 (στη διασταλτική του έννοια και την ευρύτερη διάσταση), τα οποία δημοσιεύθηκαν κατά καιρούς στον «Αγγελιοφόρο». Όχι όμως με χρονολογική συνοχή ή συνεκτική εννοιολογική αλληλουχία. Ένα «ατάκτως ερριμμένα» ισχύει και στις επιμέρους ενότητες…  


Θα προηγηθεί, με τον τίτλο «Θα έρχονται πάντοτε», ένα κείμενο που αναφέρεται στην ιδέα του πατριωτισμού, τις σύγχρονες τάσεις για την αποσάθρωσή του και τη σχέση του με την εθνεγερσία  του 1821.


Θα έρχονται πάντοτε


Η τυποποίηση της κατανάλωσης δε μοιάζει με την τυποποίηση της παραγωγής, αλλά όταν επιτυγχάνεται εξασφαλίζει προβλέψιμες και ελέγξιμες συμπεριφορές οι οποίες μειώνουν τους κινδύνους  και αυξάνουν τα περιθώρια του κέρδους. Το ένα κεφάλι του κόσμου που ήθελε ο Καλιγούλας για να μπορεί να το κόψει και να ξεμπερδεύει, το θέλει η καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση όχι για τον ίδιο λόγο, αλλά για παρόμοιο: Πολύ θα τη βόλευε  να έχει να κάνει μόνο μ’αυτό ή μάλλον μ’έναν παγκόσμιο πολτό που θα τον έπλαθε έτσι ώστε να ολοκληρώσει μια ανάποδη και ήδη προχωρημένη σχέση: Αντί οι ανάγκες να ορίζουν την παραγωγή, η παραγωγή να ορίζει τις ανάγκες που να επαληθεύουν σε πρακτική και κερδοφόρα βάση το αξίωμα της οικονομικής θεωρίας ότι είναι απεριόριστες.


Εμφανίζονται όμως εμπόδια στην παγκόσμια πολτοποίηση. Αντιστέκονται των λαών και των ανθρώπων οι ιδιαιτερότητες, η πολυμορφία των παραδόσεών και των ηθών τους, οι αντιφερόμενες και μεταξύ τους και προς την παγκόσμια χειραγώγηση ιδέες και ιδεολογίες, ο πατριωτισμός, οι θρησκευτικές προσηλώσεις, οι ιστορικές μνήμες. Όλα αυτά που δίνουν μια ταυτότητα  στον άνθρωπο, πέρα από την αριθμητική του προσμέτρηση στις απρόσωπες στατιστικές της κατανάλωσης.  


Για να καμφθεί η αντίσταση, παράλληλα με την κατά μέτωπο επίθεση στο πεδίο της Αγοράς, οι νόμοι της οποίας υπαγορεύουν και τους όρους λειτουργίας της πολιτικής σκηνής, χρησιμοποιείται και η έμμεση προσπέλαση στο πεδίο της διανόησης, όπου δημιουργούνται και αξιοποιούνται τα ρήγματα: Ο θάνατος της Ιστορίας, η απαξίωση της παράδοσης, η αποδόμηση των καθιερωμένων αξιών, οι φετφάδες για έκπτωση των ιδεολογιών και απόθεσή τους στα περιττωματικά παράπλευρα του ιστορικού ρου της ανθρωπότητας – όλα όσα αποτελούν τα κατά παραγγελίαν ή υποβολήν και συμμόρφωσιν προϊόντα αυτής της εκστρατείας.


Καθένας χωριστά κι όλοι μαζί- αν μιλούμε για την πατρίδα μας- μεγαλοπιανόμασταν και λέγαμε πως αυτά δεν έχουν πέραση στην Ελλάδα, όπου οι ρίζες είναι γερές και βαθιές. Η πραγματικότητα της μεγάλης κρίσης δε μας το επιβεβαίωσε. Οι σάλπιγγες της αποδόμησης σείουν και κλονίζουν τα τείχη της δικής μας Ιεριχούς. Χρειάζεται να  τα στηρίξουμε και να πάρουμε νέα δύναμη από το ιστορικό μας θησαυροφυλάκιο της πνευματικής υποστύλωσης του πατριωτισμού-του αληθινού και του γνήσιου, όχι του «δεκάρικου» και «αριστερο-εθνοκαπηλευτικού».


Στα γραφτά του Χριστόφορου Περραιβού, Φιλικού, οπλαρχηγού του 21, υπουργού Πολέμου το 1823, υπάρχει μια φράση  που τονώνει το πατριωτικό φρόνημα:  Στέλνει γράμμα στους εξόριστους Σουλιώτες (είχαν καταφύγει κι αδρανούσαν στην Κέρκυρα μετά τη δεύτερη «άλωση» του Σουλίου) και τους καλεί να έλθουν στη μαχόμενη πατρίδα. Και τους λέει:
«[…] Δεν είναι επιχείρημα εις τον κόσμον, το οποίον να είναι μεγαλύτερον από την δύναμιν του αληθινού πατριώτου, ούτε ανδρεία ευρέθη να μη τελεσφορήσει, οπόταν εμψυχούται από τον ιερόν της πατρίδος έρωτα».


Οι Σουλιώτες τον άκουσαν και ήρθαν και τον δικαίωσαν. Και πάντοτε θα έρχονται για να δικαιώνουν το πάτριο και πατριωτικό ήθος, ενόσω εμμένουμε σ΄αυτό – εις πείσμα της διαλυτικής αποδόμησης.


Ευαγγελισμός


Η άχραντος σύλληψις είναι το υπέρ την φύσιν προοίμιο της κατά φύσιν σαρκώσεως και της ενανθρωπήσεως του Σωτήρος.  


Έγινε πνευματικώς, διά του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου και ετελειώθη φυσικώς, στα ανθρώπινα χρονικά όρια, με το θαύμα της Φάτνης, την 25η Δεκεμβρίου.


Πνευματικώς έγινε και ο Ευαγγελισμός της ελληνικής ελευθερίας. Για να ακολουθήσει η κατά σάρκα πραγμάτωσή της – μέσα από αγώνες, ηρωισμούς και θυσίες που συχνά ήταν «υπέρ την φυσιν» και άγγιζαν τον ουρανό – χρειάστηκε η μακρά περίοδος της προετοιμασίας, η πνευματική επανάσταση του επι σειρά αιώνων  δειλού στην αρχή, εκρηκτικού από τον 18ο αιώνα, ελληνικού Διαφωτισμού.


Κάθε φορά που ετοιμαζόμαστε για την κορυφαία εθνική μας επέτειο της Παλιγγενεσίας – και που τότε ελάχιστος φόρος μνήμης και τιμής είναι να θυμηθούμε τη σημαία μας, να τη βγάλουμε από τη γωνία, να τη δούμε σαν σύμβολο της συλλογικής και της ιστορικής μας ύπαρξης και να την υψώνουμε την παραμονή στο μπαλκόνι του σπιτιού και της ψυχής μας – κάθε φορά λοιπόν, αυτές τις ίδιες μέρες, αξίζει να αφιερώνουμε λίγο τη σκέψη μας στους Άγγελους Πρωτοστάτες, στους πνευματικούς πρωτεργάτες, μηνύτορες και μαντατοφόρους του ’21.


Είναι οι «διαλάμψαντες», όπως τους είπε ο Κωνσταντίνος Σάθας, που μάζεψε και κατέγραψε το φωτεινό τους πέρασμα μέσα από τα σκότη των αιώνων της σκλαβιάς.


Είναι οι «Διδάσκαλοι του Γένους», όπως τους καθιέρωσε στην εθνική συνείδηση η παρουσία τους και η δράση τους, όχι μόνο ως πνευματικών δημιουργών στο πεδίο της θεωρίας, αλλά και ως μαχόμενων πραγματικών δασκάλων στην πράξη της δύσκολης θητείας τους στα σχολεία και τα παιδαγωγεία του Ελληνισμού: Στην Κοζάνη και στα Γιάννενα, στη Μοσχόπολη, στη Σμύρνη, στην Τραπεζούντα, στο Πήλιο, στη Δημητσάνα, στις Σέρρες, στο Μοναστήρι, στην Κορυτσά, στον Άθω, στη Ρόδο και στη Λευκωσία, στην Κρήτη, στα Επτάνησα, στη Μεγάλη του Γένους Σχολή.

Αλλά δεν είναι μόνο οι “διαλάμψαντες”. Είναι και κάποιοι άλλοι, που είναι πολλοί και, ως επί το πλείστον, αλαμπείς. Είναι εκείνοι που δημιούργησαν τη δυνατότητα να δράσουν και να λάμψουν οι διδάσκαλοι του Γένους. Που μάζεψαν λίγα-λίγα τα προσανάμματα για να φωτίσουν οι δαυλοί. Που συγκέντρωσαν την “ύλην” για να σπινθηροβολήσει και να αστράψει το πνεύμα:
Μαζί με τους ταπεινούς λειτουργούς του Υψίστου στους χαμηλοτάβανους ναούς και στα μοναστήρια της εθνικής περισυλλογής, είναι οι πραματευτάδες κι οι αγωγιάτες της Μακεδονίας και της Ηπείρου, της Θράκης και της Θεσσαλίας, είναι οι έμποροι του Μοριά και της Χίου και της Ιωνίας, είναι οι αγωνιστές και οι χρηματοδότες από τον Πόντο που έδωσαν το «πύρωμα της καρδιάς τους και το αίμα» για τον κοινόν Αγώνα, είναι και οι αρματολοί της Ρούμελης και οι καραβοκυραίοι των νησιών, είναι οι ανυπόταχτοι λυράρηδες της λευτεριάς στην Κρήτη και οι σαν έτοιμοι από καιρό υπήκοοι της Ενετικής Δημοκρατίας στα Επτάνησα που έγιναν πολίτες της Ιονίου Πολιτείας αργότερα.


Και στους λίγους και στους πολλούς, και στους επιφανείς και στους αφανείς ανήκει η τιμή, ότι κράτησαν αναμμένη την εστία, συντήρησαν τη φλόγα και τη δυνάμωσαν, για να πετάξει τη μεγάλη λάμψη της, πρώτα στον Προύθο με τον Υψηλάντη και τον Γιωργάκη Ολύμπιο και ύστερα στο Μοριά, το Μάρτιο του 1821, για να φτάσει στον Όλυμπο, στη Χαλκιδική και στη Νάουσα τους επόμενους μήνες. Τις μέρες που πρέπει να προετοιμαζόμαστε για του Ευαγγελισμό, αξίζει να αφιερώνουμε λίγο τη σκέψη μας και σ’ εκείνους που ευαγγελίστηκαν την ελευθερία της πατρίδας.

Ρήγα θούριος

Όταν δεν είχαν καταστήσει ύποπτο τον πατριωτισμό οι έμποροι και κάπηλοί του και  δεν τον είχαν ενοχοποιήσει οι αρνητές του και οι ζηλωτές της εθνικής αποδόμησης, η ιστορία  του σημερινού σημειώματος  περιλαμβανόταν στα αναγνωσματάρια του δημοτικού σχολείου. Διαβαζόταν με συγκίνηση στη γλώσσα που χρησιμοποίησαν οι φωτισμένοι δημοτικιστές στα «Ψηλά βουνά» της εκπαιδευτικής εξόρμησης, η οποία ήταν καρπός της εθνικής εξόρμησης.


Τώρα την «ανακαλύπτει» κανείς μόνο στην πηγή της, τα «Δημοτικά τραγούδια της συγχρόνου Ελλάδος» του Φωριέλ, που-με  ευαισθησία και προφητική ευστοχία-συμπεριέλαβε σ’ αυτά και τον «Θούριο» του Ρήγα, όπως και τον Ύμνον εις την Ελευθερίαν του Σολωμού (είχε εκτυπωθεί το 1824 στο Μεσολόγγι). Η μετάφρασή της όμως από τα γαλλικά  είχε γίνει στην καθαρεύουσα.


Πρόκειται για το εισαγωγικό σημείωμα του Φωριέλ στον Θούριο, όπου  περιγράφει τον ενθουσιασμό και τη βαθιά επίδραση που άσκησε στον Ελληνισμό ο εγερτήριος ύμνος του Ρήγα. 


Σαν απόδειξη αναφέρει ένα συγκεκριμένο περιστατικό:


Έλληνας φίλος του Φωριέλ, μαζί με έναν καλόγερο, ταξιδεύουν στη Μακεδονία, περνούν από ένα χωριό και καταλύουν στο μαγαζί του φούρναρη που είναι και χαντζής. Έχει βοηθό του ένα ψηλόσωμο παιδί από την Ήπειρο που τους ρωτάει αν ξέρουν να διαβάζουν. Στην καταφατική απάντηση, βγάζει από τον κόρφο του ένα βιβλιαράκι με τα τραγούδια του Ρήγα και παρακαλάει να του τα διαβάσουν., γιατί δεν ήξερε ανάγνωση. Αρχίζουν το διάβασμα και τοτε βλέπουν έκπληκτοι  το παιδί να μεταμορφώνεται. Τα χείλη τρέμουν, από τα μάτια τρέχουν δάκρυα και οι τρίχες του  σηκώνονται. Ακολουθεί ο εξής διάλογος:
-Δια πρώτην φοράν ακούεις να αναγιγνώσκεται αυτό το βιβλίον;
-Όχι. Παρακαλώ κάθε ταξιδιώτην να μου διαβάσει κάτι. Τα έχω ακούσει όλα.
-Και πάντα με την αυτήν συγκίνησιν;
-Ναι, πάντα.
«Στοιχηματίζω», καταλήγει ο Φωριέλ, «ότι ο νέος αυτός σήμερον δεν ζυμώνει άρτους. Οι βραχίονές του εκτελούν κάποιο άλλο έργον», εννοώντας ότι μάχεται για την ελευθερία.



Ψαράδες της Ιστορίας


Οι  ψαράδες, οι επαγγελματίες και οι ερασιτέχνες, όσο κι αν έχουν μια ιδέα για την ποικιλία των ψαριών στην περιοχή που ψαρεύουν κι όσο κι αν πηγαίνουν με σκοπό να πιάσουν αυτά ή εκείνα τα ψάρια, δεν ξέρουν τελικά τι ψάρι θα τσιμπήσει το δόλωμά τους. 


Στη θάλασσα της ιστορίας όμως υπάρχουν αρκετοί «ψαράδες» που έχουν σχηματισμένο εκ των προτέρων το ιστορικό τους συμπέρασμα και ύστερα πιάνουν μόνο «ψάρια» που συμφωνούν μ’ αυτό και το «τεκμηριώνουν», αφήνοντας στο βυθό όλα τα άλλα ψάρια που δεν ταιριάζουν ή το διαψεύδουν.


Στην ιστορία του ’21, που είναι μια «θάλασσα» μεγάλη και βαθιά και που έχει όλων των ειδών τις αποδείξεις, είναι συχνό το φαινόμενο «ψαράδων» που ξεκινούν με δολωμένο το συμπέρασμα στο αγκίστρι τους. Έτσι πιάνουν μόνο ψάρια-αποδείξεις της επιλογής τους  και παρουσιάζουν ολόκληρη την ψαριά τους ως εκ των υστέρων απόδειξη του εκ των προτέρων συμπεράσματός τους.


Σε πολλές περιπτώσεις πρόκειται για συμπέρασμα, που έχει το ίδιο χρώμα με τις πολιτικές και ιδεολογικές προτιμήσεις των ψαράδων/ιστορικών κάθε εποχής και κάθε πολιτικής παράταξης. Εκείνος που βγαίνει χαμένος στις περιπτώσεις αυτές είναι η (όσον ένεστι) αντικειμενική ιστορική γνώση.


Η αντικειμενικότητα στην ιστορία εύκολα λέγεται, δύσκολα  επιτυγχάνεται. Όλα τα  φίλτρα από τα οποία περνούν τα πολλαπλά γεγονότα και οι διάφοροι συσχετισμοί τους είναι υποκειμενικά. Και τα κοντινά και τα μακρινά. Ο ισχυρισμός ότι η χρονική απόσταση προσφέρει απαθέστερη οπτική, σπάνια επιβεβαιώνεται. Συνηθέστερα, ο ένας φακός, δηλαδή ο υποκειμενικός της εγγύς όρασης,  ακολουθείται από πολλούς διαδοχικούς προϊούσης μακράν όρασης, αλλά όχι λιγότερο υποκειμενικής, οι οποίοι αναπαράγουν το προκαθορισμένο συμπέρασμα. Ούτε και η «αντικειμενικότητα των αριθμών» και των ποσοτικών συγκρίσεων δίνει τη λύση. Είναι καλή για τις πολιτικές διαδικασίες, δεν κάνει για την ιστορία.


Άραγε, δεν μπορούμε να έχουμε μια αντικειμενική οπτική και μια αντικειμενική εικόνα για το ’21; 


 Ίσως όχι.


Μπορούμε, όμως, να έχουμε μια (συναισθηματική) μετακένωση του νοήματός του μέσα μας, αν αφήσουμε στην άκρη όλες τις «γνώσεις» μας και όλες τις «αποδείξεις» μας, όλες τις «ερμηνείες» -όλα όσα βασίζονται στις και τροφοδοτούν τις σημερινές μας αντιθέσεις – και  ατενίσουμε το ’21 στις απλές και μεγάλες γραμμές του, ήτοι:


* Ότι ήταν ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ. 

* Ότι ήταν επανάσταση των ΕΛΛΗΝΩΝ.

* Ότι ήταν επανάσταση κατά των ΚΑΤΑΚΤΗΤΩΝ.

* Ότι ήταν επανάσταση για του ΧΡΙΣΤΟΥ ΤΗΝ ΠΙΣΤΗ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΑΤΡΙΔΑΣ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ.

* Ότι ήταν επανάσταση που έγινε ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΤΟΜΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, ως έννοια με όλα τα ιστορικά, θρησκευτικά, κοινωνικά, εθνικά, πολιτισμικά συμφραζόμενα.

* Και ακόμη, ότι ήταν επανάσταση που, ορίζοντας ακρότατο δίλημμά της το ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ή ΘΑΝΑΤΟΣ, μεταστοιχείωσε την πολλαπλότητά τη…(στην οποία χωράνε όλα: Και οι «ερμηνείες» και οι αντίθετες «αποδείξεις» και οι φοβερές αντιφάσεις της και η ιδιοτέλεια και η διχόνοια που την κατασπάραζε…) … σε δεοντολογική ΑΠΛΟΤΗΤΑ.


Την αλήθεια για το 21 την προσεγγίζουμε καλύτερα με το φίλτρο της σύμπτωσής μας στην επιλογή της ΟΜΟΝΟΙΑΣ.


Τo ’21 των ανθρώπων και του Θεού


Οι αρματολοί ήθελαν τα αρματολίκια τους και οι κοτζαμπάσηδες τα κτήματα και την εξουσία τους


Οι δεσποτάδες τις επισκοπές και οι καραβοκύρηδες τις στέρνες τους γεμάτες δίστηλα. 


Οι Φαναριώτες να κάνουν κουμάντο εκεί που οι άλλοι έχυναν το αίμα τους κι αυτοί πουλούσαν μυαλό και καθαρεύουσα.  


Οι έμποροι τους ανοιχτούς δρόμους και τα χάνια για τα καραβάνια τους και για τα φορτία τους και οι λογιώτατοι τις υπογεγραμμένες και το αττικόν ύφος.


Ο «χύδην όχλος», ο λαός που έβαλε πλάτη και σήκωσε την επανάσταση είχε το μάτι αρπαχτικό στα κτήματα των Τούρκων – στις «εθνικές γαίες» που τις έβγαλαν στο παζάρι οι καταφερτζήδες. Πιο πολύ τον ένοιαζε η απελευθέρωση από τον ζυγό του αφεντικού, παρά η λευτεριά…


Καθένας από όλους, ατομικά και ομαδικά, άλλον στόχο είχε κι άλλα φανταζότανε για το σηκωμό και για τα αποτελέσματά του.Άλλοι τραβούσαν από ’δω κι άλλοι από ’κει. Για του Χριστού την πίστιν την αγίαν οι μεν, για τα ιδανικά της Μασσαλιώτιδας οι δε, για την προ της μάχης της Χαιρωνείας Ελλάδα οι τρίτοι.


Μια Ελλάδα που θα ξέκοβε και από το Πατριαρχείο, αφού η βασική αντίφαση της επανάστασης ήταν πως γινόταν και για τη θρησκεία, μα η θρησκεία ήταν απόλυτα εξαρτημένη από τον δυνάστη.


Αυτά ακούμε και διαβάζουμε συνέχεια, τον καιρό της αποδόμησης… Πολλά είναι αλήθεια, άλλα τόσα υπερβολές…


Και τότε, πώς έγινε η επανάσταση; 


Γιατί η εξάπλωση της Φιλικής Εταιρείας ήταν τόσο ραγδαία, που ξέφυγε από κάθε έλεγχο; 


Πώς έτρεχαν όλοι να δώσουν τον όρκο, άσχετα απ’το τι πίστευαν, άσχετα αν ήταν αρματολοί, κοτζαμπάσηδες, δεσποτάδες, Φαναριώτες, έμποροι, λογιώτατοι ή άνθρωποι του λαού και του… χύδην όχλου;


Αυτό δεν μπόρεσαν να εξηγήσουν οι επιμελείς ιστορικοί ανατόμοι, όσοι επιδίδονται στη μικροχειρουργική της ελληνικής επανάστασης. Διότι οι «συνιστώσες» και οι «παράμετροι» ήταν όλες αντίθετες. Δεν έκαναν ένα «λογικό οικοδόμημα» -σύμφωνα με τη μεταγενέστερη λογική εργαστηρίου που μετράει την ψυχή με το υποδεκάμετρο. Ενώ η επανάσταση ήταν υπέρ την λογικήν-γιατί ήταν ψυχή και έρως ελευθερίας έως θανάτου. Ασφαλώς, δεν είναι μια μεταφυσική ερμηνεία εκείνη που θα δώσει την ικανοποιητική απάντηση στα ερωτήματα για το «θαύμα της ελληνικής επανάστασης». Ωστόσο, και ο λόγος του Κολοκοτρώνη, ότι «ο Θεός έβαλε την υπογραφή του για την απελευθέρωση των Ελλήνων και δεν την παίρνει πίσω» δεν ήταν ξάστοχος, γιατί η πίστη εμπνέει. Το ’21 των Ελλήνων ήταν και των ανθρώπων και του Θεού.

 
Τι ήταν το ’21


Τα χρόνια που πέρασαν και οι συνθήκες που άλλαξαν μας κάνουν να βλέπουμε και να φανταζόμαστε το ’21 με ρομαντική διάθεση και πιο πολύ σαν μια περιπέτεια κινηματογραφικών προδιαγραφών. Ζούμε, άλλωστε, σε μια εποχή που βολεύεται ή πάσχει με (και από) διαφορετικά πράγματα.  


Το ’21 όμως ήταν μια σκληρή και αιμοσταγής πραγματικότητα τόσο άγρια κι απάνθρωπη, που μόνο το «ουκ ην άλλως γενέσθαι» ξαλάφρωνε και δικαίωνε τις πράξεις της. Άραγε, έχουν το δικαίωμα οι «ανθρωπιστές των σαλονιών» και οι «ειρηνιστές των καναπέδων» να μέμφονται το Μεσολόγγι για την αγριότητα και την σκληράδα του;


Να μερικά σπαράγματα από τον Κασομούλη, που λένε «την αλήθειαν και μόνον την  αλήθειαν»:


Ύστερα από ένα ηρωικό γιουρούσι τμήματος της Φρουράς κατά των Αιγυπτίων του Ιμπραήμ, (τους είχαν κατασφάξει  και τους κυνήγησαν μακριά), έμεινε μια οχυρωμένη θέση των πολιορκητών, από όπου δεν είχαν μπορέσει να τους διώξουν.
«Να πάρωμεν ή να δώσωμεν» (δηλ., να τελειώνει το ζήτημα) έλεγαν τα παλικάρια. Οπότε…
«Βλέποντες οι στρατηγοί την καλήν διάθεσιν των αξιωματικών και του στρατού, εσυνάχθησαν εις την Λουνέτταν, εις το καλύβι του στρατηγού Γεωργάκη Κίτζιου, να σχεδιάσουν την εκδίωξιν του εχθρού. Εις την συνάθροισιν αυτήν έβλεπες όλην την χάριν και την ευχαρίστησιν εκ της ομονοίας τούτων των ανδρών ζωγραφισμένην εις το πρόσωπόν των».
Γι’ αυτήν την «χάριν και την ευχαρίστησιν εκ της ομονοίας» ας πούμε μόνο, ότι  είναι καταστάσεις και συναισθήματα που τα βιώνουν οι Έλληνες σε κρίσιμες ώρες, όπως έγινε και το 1940.  


Κι ας πάμε τώρα στη «μορφή» του ’21, την άγρια κι αναπόφευκτη. Να ο Κασομούλης:
«Ο Τζιαβέλας αυτήν την ημέραν, ωσάν λεοντάρι, ώρμησεν από το μέρος εκείνο εις μίαν σκηνήν, όπου ήτο ο Πεβλιάν Αγιάννης (προύχοντας της Πλέβνας)… Οι Τούρκοι δεν επρόφθασαν ούτε ο ένας τον άλλον να ιδούν καν, αλλά ούτε το παραμικρόν από τα όπλα των να λάβουν, αλλά έφευγον ωσάν μία αγέλη, σφαζόμενοι από όπισθεν και παραδιδόμενοι. Ο Πεβλιάν Αγιάννης (διοικητής), καθήμενος και πίνων τον ναργιλέν του, μόλις επρόφθασεν να τον ειπή ο υπηρέτης του «τζικτιλιάρ καλιαντάν» (εβγήκαν από το φρούριον), κι εκεί πίπτει ως αετός ο Τζιαβέλας με το σπαθί εις το χέρι, ομού με τον Στέφον Χειμαριώτην σωματοφύλακάν του. Ο μεν αρπάζει από τα μαλλιά, ο δε του κόπτει την κεφαλήν πριν βγάλη τον ναργιλέν από το στόμα». Στην ίδια έφοδο:
… «Πανστρατιά η Φρουρά, με τα σπαθιά και τα γιαταγάνια μόνον και κουμπούρες, επήδηξαν έξω […] τρομάζουν οι Τούρκοι, αφήνουν όπλα και παν ό,τι  είχε  πλησίον του ο καθείς.
-Αξιωματικούς ( Φράγκους) πιάστε! φωνάζουν οι Έλληνες, οι δε Άραβες:-Ράι (έλεος) καπιτάν!
»Μερικοί Γάλλοι, οίτινες ήσαν εις την υπηρεσίαν (του Ιμπραήμ) και συλληφθέντες εβασανίζοντο, σύροντές τους από τα πόδια οι Έλληνες μανισμένοι, εφώναζαν:
-Παρντόν…, Παρντόν…!».


Καταλαβαίνουμε τώρα, με όλη την ένταση και τη φρίκη, με όλο το πάθος και την έξαρση, τι ήταν η Έξοδος, τι ήταν το ’21, διαβάζοντας τον Κασομούλη. Αυτός ο βλαχόφωνος Μακεδών, ο εναγωνίως γραμματιζούμενος λάτρης της  καθαρεύουσας και σεμνός ήρωας της Εξόδου, είναι μερικές φορές συνταρακτικός στις περιγραφές του. Ας θυμηθούμε την πιο φοβερή και συγκινητική:


«Αποφάσισαν όλοι να φονεύσωμεν όλαις ταις γυναίκες ανεξαιρέτως και τα μικρά παιδιά, επί λόγω να μην προδοθώμεν από τας κραυγάς των (κατά την Έξοδο). Δια να αποφύγωμεν δε την φιλόστοργον συμπάθειαν των πατέρων και αδελφών, απεφασίσθη να σφάξη ο ένας του αλλουνού την οικογένειαν. Μία τοιαύτη απόφασις επαρακίνησεν τον αρχιερέαν (τον Επίσκοπο Ρωγών Ιωσήφ) εν τω άμα να σηκωθή επάνω λέγων: “Εν ονόματι της Αγίας Τριάδος, είμαι Αρχιερεύς – αν τολμήσετε να πράξετε τούτο, πρώτον θυσιάσατε εμένα. Και σας αφήνω την κατάραν του Θεού και όλων των Αγίων-και το αίμα των αθώων να πέση εις τα κεφάλια σας”. Εκφώνησε τούτο, εκάθισε και άρχισε να κλαίγη».


Για τελευταίο δείγμα είναι αρκετό να δούμε τους μεσότιτλους του κεφαλαίου των «Ενθυμημάτων» του Κασομούλη, όπου περιγράφονται τα της προετοιμασίας της Εξόδου:
*Το Μεσολόγγι εις τα έσχατα. *Πείνα, το θανάσιμον μήνυμα. *Διανομή αλεύρου με το φλιτζάνι. *Σφαγή όνων, αλόγων, σκύλων, γάτων. *Αρμυρήθρες, ποντικοί και ασθένειαι. *Έσχατον μέτρον, σφαγή αιχμαλώτων και  υπόπτων. *Αιματοποσία…
Και από το κείμενο του Κασομούλη:

«[…] Ο Τζιαβέλας επρόσταξε να φονεύσουν αμέσως τον αγαπημένον του και πιστόν Αράπην τούρκον.
»Αμέσως εφόνευσαν όλους τους ιππείς Μουσουλμάνους (αιχμαλώτους)», αλλά «και χριστιανούς μαστόρους, οπού δούλευαν τον εχθρόν. […] Ο αυτάδελφός μου Μήτρος Κασομούλης έτρεξε και έκοψεν 12 μόνος του εις την ακρογιαλιάν. Ήλθεν γεμάτος αίματα από τα πόδια έως το κεφάλι. Ετρόμαξεν η ψυχή μου. Τον επίπληξα.
– Ε, λέγει, άφησέ με τώρα. Πεντακοσίους κόπτω… Τι μας έμεινε πλέον, παρά να πιούμεν και αίμα…».


Απίστευτη φρίκη; Αναμφισβήτητα. Και «επίπληξη» στην πιο έντονη μορφή. Αλλά πρέπει να ξέρουμε: Το ’21 δεν ήταν μια ταινία καλοκοσμικών ηθών. Η «ταινία»  η πραγματική είναι «ακατάλληλη» για τα ήθη των δικαιοδόχων και αποδομητών του… Μερικοί εκ των οποίων ανακαλούν εντόνως στη μνήμη τούς υπέροχους στίχους από το ποίημα «Λέων αφρικανικός» του Αλ. Μπάρα:
«[…] Η Κυριακή, σαν έρχεται, το ξέρει
από λεπτή διαίσθηση,
την έμαθε, με το συνωστισμό της,
με τ’ αναιδή κυνάρια στων κυριών τις αγκαλιές,
πόρχονται και γαυγίζουνε έξω από το κλουβί του […]»
Είναι κι αυτό μια εικόνα: Λέοντες του 21 και κυνάρια της σύγχρονης αποδόμησης…


Η αμείλικτη λογική της Επανάστασης


Με το σύνθημα «Τούρκος μη μείνει στο Μοριά μήτε στον κόσμο όλο» ξεκίνησε η Επανάσταση. Οι όροι της εποχής δεν άφηναν περιθώρια για ανθρωπισμούς και ανωτερότητες. Αυτή ήταν η αμείλικτη λογική της καθημερινής πράξης και της εποχής.
«Ο θάνατός σου η ζωή μου»-Αυτό, δε…
… σε κλίμακα όχι ατομική αλλά συλλογική, εθνική-ήταν το μέτρο αντιπαράθεσης


Ο Τούρκος σουλτάνος Μαχμούτ Β΄είχε βάλει πρόγραμμα να σφάξει από τη ρίζα όλη τη φύτρα της ρωμιοσύνης. Θέρισε μόνο τα ψηλότερα στάχυα, ύστερα από δραματική παρέμβαση του σεϊχουλισλάμη του. Αργότερα, δεν είχε καμιά αντίρρηση στο σχέδιο του Ιμπραήμ να ξεριζώσει και να πάει στην Αίγυπτο όλο τον πληθυσμό του Μοριά. Θα έφερναν φελάχους από το Νείλο για αντικατάσταση.


Το σύνθημα έγινε πράξη στην Τριπολιτσά τον Σεπτέμβριο του 1821. Και, νωρίτερα, παντού όπου είχαν εγκατασταθεί τουρκικοί πληθυσμοί, στις περιοχές που πρώτες απελευθερώθηκαν. Οι σφαζόμενοι Έλληνες έσφαζαν Τούρκους. Αποτρόπαιο για σήμερα. Όρος ανυπέρθετος για την επιτυχία της εξέγερσης τότε. Το είπε πρώτος ο εθνικός Ποιητής για την αναδυόμενη ελευθερία: «Σε γνωρίζω από την κόψη του σπαθιού την τρομερή…» Δεν είχαν διαβάσει οι επαναστατημένοι Έλληνες νεωτερική ιστοριογραφία που τους καταγγέλλει για τα άγρια και απάνθρωπα ήθη τους, η ίδια που εμβριθώς συνάγει και δολίως διακινεί το συμπέρασμα ότι είχαν επαναστατήσει κατά της… Ορθόδοξης Εκκλησίας και του Οικουμενικού Πατριαρχείου που αποτελούσε μέρος του Οθωμανικού Κατεστημένου!


Το ότι η εξέγερση είχε και θρησκευτικό μαζί με τον εθνικό και κοινωνικό χαρακτήρα λησμονιέται. Το ότι τα «ψηλότερα στάχυα», οι κεφαλές του Γένους που θερίστηκαν, φορούσαν ως επί το πλείστον επισκοπική μίτρα, παραβλέπεται, επειδή, λέει, ήταν συνήθης τακτική της Πύλης, που η ευρεία εφαρμογή της το 21 δεν αξίζει τον κόπο να λαμβάνεται ως στοιχείο των ιστορικών αποφάνσεων
Λένε:
«Αστοχία του σουλτάνου που κρέμασε τον Πατριάρχη. Η Εκκλησία ήταν ο σύμμαχός του. Η πολιτική της ήταν να κρατάει τους πιστούς στα σκοτάδια της αμάθειας. Όσα προβάλλονται  για τα δήθεν  κρυφά σχολειά και για τους τάχα εθνικούς προφήτες, σαν τον Κοσμά τον Αιτωλό, που εξυμνούν οι πατριδοκάπηλοι, είναι παραμύθια».
Τέτοια συμπεράσματα παράγουν οι πολιτικές προτιμήσεις και οι αντιθρησκευτικές επιλογές της αμφισβήτησης στην αναθεωρητική ιστοριογραφία!


Το κρασί του 21 (1)




Μια καίρια έκφραση του ταξίαρχου ε.α. Ιωάννη Ξηρού, σε επιστολή του σε αθηναϊκή εφημερίδα, ότι «το 21 αποτελεί για τους Έλληνες βασικό στοιχείο της εθνικής τους συνείδησης», έδωσε την αφορμή στον γράφοντα να θυμηθεί τι γράφει ο Εμμανουήλ Πρωτοψάλτης για τον Γιάννη Βλαχογιάννη και τι λέει ο ίδιος ο Βλαχογιάννης για το χρέος μας απέναντι στο 21.
Ο Εμμανουήλ Πρωτοψάλτης, επιμελητής της περισπούδαστης έκδοσης ( 1957 ) των Απομνημονευμάτων των Αγωνιστών του 21…
… (στη σειρά «ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ» των Γ. Τσουκαλά και Υιού)…
γράφοντας την εισαγωγή για την επανέκδοση ημερολογίων του Αθηναϊκού Αρχείου, που τα είχε εκδώσει ο Βλαχογιάννης το 1901, κάνει μια εκπληκτική προσέγγιση της προσωπικότητας (και της αφιέρωσης στο έργο του), του ανθρώπου που ανάστησε τον Μακρυγιάννη, και που στο θάνατό του το 1945 τα «Ελεύθερα Γράμματα» αφιέρωσαν άρθρο με τον επιβλητικό τίτλο «Ένας πνευματικός Ηρακλής».


Φυσικά, το θέμα μόνον «άκρω δακτύλω» θα το αγγίσουμε. Δεν εξαντλείται με ένα ή δύο σημειώματα. Μια γεύση μόνο θα μας δώσει η σκιαγράφησή του και η παράθεση ελάχιστων ενδεικτικών αποσπασμάτων που το περιεχόμενό τους δίνει μια ιδέα για το όλον. Στην περίπτωση του Πρωτοψάλτη, και για την υποδειγματική καθαρεύουσά του, που αναδεικνύει το άψογο κάλλος της, σε αντίθεση με τις περιπτώσεις εκτρωματικής της κακοποίησης.
«Οφείλομεν πράγματι»…
… γράφει ο εμβριθής και ακάματος Εμμανουήλ Πρωτοψάλτης…
… «πολλά εις τον αείμνηστον Βλαχογιάννην, διότι πρώτος αυτός από του τέλους του παρελθόντος αιώνος ηγάπησε μετά πάθους την ιστορίαν του νέου Ελληνικού έπουςκαι, μεταφερθείς νοερώς αλλά μονίμως, εις τα ηρωικά εκείνα χρόνια, έζη μεταξύ των πρωταγωνιστών του 21, το οποίον απετέλεσε το μοναδικόν του βίωμα. Τοιουτοτρόπως δεν είναι περίεργον ότι κατά τα τελευταία του έτη ο γέρων σοφός, απηλλαγμένος των βιοτικών του μεριμνών έζη εις την ιδεατήν ατμόσφαιραν των αγωνιστών του 21 και ησθάνετο ως εις εξ εκείνων…[…]».
«Έζη και ησθάνετο ως εις εξ εκείνων», ναι, αυτή είναι η αφοσίωση και η καθοσίωση, κάτι σαν την ψυχική και πνευματική μετάσταση εκείνων που η Εκκλησία μας έχει ανακηρύξει «δια Χριστόν σαλούς».


Το κρασί του 21 (2)


Έχουμε μια κάπως πιο αναλυτική περιγραφή, από τον Εμμανουήλ Πρωτοψάλτη, της ψυχικής και πνευματικής μετάστασης του Γ. Βλαχογιάννη στην ιδεατή ατμόσφαιρα των αγωνιστών του 21, τα τελευταία χρόνια της ζωής του. Γράφει, παραπέμποντας και στον ίδιο τον Βλαχογιάννη:
«[…] Συνέζη με τους κλέφτες και τους αρματολούς και τους Σουλιώτας. Ωμίλει καθημερινώς περί του Μακρυγιάννη, του Ανδρούτσου και του Καραϊσκάκη ως περί παλαιών του γνωρίμων και φίλων, υπέφερε δια τας ατυχίας των και ηγαλλία διά τας νίκας των».
Αρκούν τα τελευταία αυτά λόγια για να μας δώσουν να καταλάβουμε τον έρωτα του Βλαχογιάννη για την ιστορική έρευνα του 21 και τον πόθο του για την ολοκλήρωσή της από τους συνεχιστές του. Ο Εμμ. Πρωτοψάλτης προσθέτει:
«[…] Ιδιαιτέρως ηγάπα και εθήρευε τας γραπτάς πηγάς του απελευθερωτικού αγώνος των Ελλήνων».

Και παραθέτει απόσπασμα του Βλαχογιάννη από το 1901, όταν διαπίστωνε ότι η ιστορική προσέγγιση του 21 ήταν ακόμη ελλιπής.


Βλαχογιάννης: «[…] Ημείς καλώς γινώσκομεν ότι υπάρχει έτι πολύς πλούτος ανέκδοτος ιστορικών απομνημονευμάτων, ημερολογίων, αυτοβιογραφιών κλπ., ίσως σπουδαιότερος του μέχρι τούδε εκδεδομένου […] Αφού λοιπόν το μέγιστον και σπουδαιότατον μέρος των ιστορικών πηγών είναι ανέκδοτον έτι […] δύναταί τις δυστυχώς να βεβαιώση ότι πολύ απέχει ημών ο χρόνος καθ’ ον θ’ απαρτισθή υλικόν ικανόν, ίνα ο εθνικός ιστορικός κατασκευάση μεγαλοπρεπές και επιβάλλον το οικοδόμημα αυτού…».


Ο Γεώργιος Παπανδρέου το 1913-14, τον καιρό της Ελλάδας που «ηγαλλία δια τας νίκας της», αναζητούσε τον Ποιητή που θα υμνούσε το έπος του 1912-13 όπως είχε κάνει ο Διον.  Σολωμός για την εθνική μας Επανάσταση.


Ο Γιάννης Βλαχογιάννης το 1901 αναζητούσε τον εθνικό ιστορικό που «θα κατασκεύαζε μεγαλοπρεπές οικοδόμημα του 21».


Αντί γι’ αυτούς,  έχουμε τώρα τους κατεδαφιστές, τους εραστές της αποδόμησης του 21 και του 12-13…


«Πουληταί και αγορασταί»


Διαβάζοντας κάποιος  την ιστορία του 21 γραμμένη από τους πρωταγωνιστές του (όσους επέζησαν και είχαν την ευκαιρία να γράψουν οι ίδιοι ή να υπαγορεύσουν τα απομνημονεύματά τους) σχηματίζει συχνά την εντύπωση ότι τη διαβάζει ανάποδα. Τα ανθρώπινα πάθη και η σύγκρουση συμφερόντων, που οδήγησαν , άλλωστε, στις εμφύλιες συγκρούσεις διαρκούσης της Επαναστάσεως και την έφεραν στο χείλος της καταστροφής, κυριαρχούν σε τέτοιο βαθμό, ώστε οι μεν να κατηγορούν τους δε ως τουρκολάτρες, προδότες και τουρκοπροσκυνημένους. Αν τους πίστευε κανείς όλους θα έβγαζε το συμπέρασμα  ότι η εθνεγερσία δεν ήταν έργο μιας γενιάς ηρώων αλλά ένα αιματηρό αλισβερίσι ανθρώπων με ύποπτα κίνητρα και εγωιστικές φιλοδοξίες, ένα πεδίο ανάδειξης των χειρότερων ελληνικών ελαττωμάτων.


Αυτή η φαινομενικά τεκμηριωμένη, αλλα παραπλανητική εικόνα είναι εκείνη που έστελνε τους «ούριους ανέμους» στα πανιά της ενδημούσης αποδομητικής ιλαράς, η οποία ταλαιπώρησε την ιστορική επιστήμη στη χώρα μας, επειδή τα «παιδιά» της που την «κόλλησαν» από την προχωρημένη ευρωπαϊκή διανόηση της διάλυσης των πάντων δεν έβρισκαν τίποτε καλύτερο για να παίξουν το γιογιό της νεωτερικότητας.


Φυσικά, η αληθινή ιστορία δε βγαίνει από αυτές τις ανθρώπινες εμπάθειες, που από τον καιρό του Θουκυδίδη ξέρουμε πως προσιδιάζουν στους Έλληνες. Πέρα από τα επιμέρους χρήσιμα ιστορικά στοιχεία, που μπορεί να υπάρχουν στις προσωπικές αναφορές και αποτιμήσεις των απομνημονευματογράφων, όταν μάλιστα δίνουν τη δυνατότητα για αντιπαραβολές και επαληθεύσεις ή διαψεύσεις, έτσι ώστε τελικά να προβάλλεται συνθετικά το 21 με το πραγματικό μεγαλείο του, χρήσιμη είναι και η εξ αυτών γενικότερη επιβεβαίωση των διαπιστώσεων του Θουκυδίδη για κάποια σταθερά ελληνικά χαρακτηριστικά: Η εγωπρωτία και η συνακόλουθή της διχόνοια, η δολερή κατά τον εθνικό μας ποιητή, συνυπάρχουν με τις μεγάλες εξάρσεις και την συλλογική αυταπάρνηση, από τις οποίες εξεπήγασε το «Ελευθερία ή θάνατος».


Ως ακραίο παράδειγμα εμπαθούς, αμάρτυρης και «ανάποδης» ιστορίας μπορεί να θεωρηθεί η «καταγγελία» του Κανέλλου Δεληγιάννη (γόνου μεγαλοκοτζαμπάσικης οικογένειας της Πελοποννήσου, αλλά και ενεργού μέλους μιας πλειάδος ηρωικών πρωταγωνιστών των πολεμικών επιχειρήσεων για την απελευθέρωσή της), ότι για την πτώση του Μεσολογγίου έφταιγαν οι υπερασπιστές του!


«Τοιούτον πολυώδυνον τέλος», γράφει, «έλαβε το ποτέ ένδοξον Μισολόγγι, ένεκα της ακορεστίας και της απανθρώπου αισχροκερδείας  και των καταχρήσεων των εν  αυτώ πολιορκηθέντων οπλαρχηγών».


Αυτονόητη είναι η οργή κι η αποδοκιμασία για μια τέτοια δηλητηριώδη και βέβηλη κατηγορία. Ωστόσο, δε μειώνει το ενδιαφέρον για μια άλλη αναφορά του, σχετικά με την αποφασισθείσα τότε εκποίηση εθνικών γαιών, προκειμένου το προϊόν της να διατεθεί για την ενίσχυση της άμυνας του Μεσολογγίου. 


Μια περιγραφή υπεράνω πάσης…περιγραφής:


«Αυθημερόν έγινεν ο νόμος και ήρχισαν και κατέβαλλον χρήματα βουλευταί και  εκτελεσταί, υπουργοί και υπάλληλοι πολιτικοί και ηγόρασαν γαίας και επλήρωναν το 1/20 ή το 1/15 της αξίας των. Και συνάξασα η Κυβέρνησις αρκετήν ποσότητα χρημάτων έστειλεν αμέσως όσα ηδυνήθη. Τότε δε έλεγον οι Έλληνες:“Βουλευταί και εκτελεσταί*, πουληταί και αγορασταί».


Βέβαια, στην γλαφυρότητα της περιγραφής θα μπορούσε να ισχυρισθεί κανείς ότι υπορρρέει ένας εξυγιαντικός σαρκασμός, αλλά μπορεί να  γίνει και μια διαφορετική ανάγνωσή της: Η προθυμία για την αγορά γαιών και την άμεση καταβολή χρημάτων συνάδει με την κρισιμότητα των περιστάσεων. Σπεύδουν να ανταποκριθούν στην επείγουσα ανάγκη για την ενίσχυση του Μεσολογγίου. Έστω και … επικερδώς!  


Ένα άλλο παράδειγμα είναι η κριτική που ασκείται στη δογματική μονομέρεια της “προοδευτικής ιστορικής σκέψης”, η οποία, εκ προοιμίου πολιτικού, σπεύδει να ερμηνεύσει τη νεότερη ελληνική ιστορία με όρους που διαχωρίζουν και αντιπαραθέτουν τους “καλούς” και τους “κακούς” Έλληνες, ανάλογα με την τάξη στην οποία ανήκουν ή με τα ταξικά συμφέροντα που εξέφρασαν και υπηρέτησαν.  


Η κριτική αυτή είναι ορθή, αλλά στα όριά της. Τα οποία όρια μπορεί να μην είναι ακριβώς εκείνα που διαγράφει μια συνθετική και “πανθεϊστική” αντίληψη της ιστορίας (η οποία δικαιώνει και τον κοτσάμπαση και τον αρματολό και τον Αντώνη Οικονόμου και τους Κουντουριώτες και τον Οδυσσέα Ανδρούτσο και τον Γιάννη Γκούρα), οπωσδήποτε όμως απαιτούν νηφαλιότητα ανεπηρέαστη από την οπτική της σημερινής συγκυρίας και, προπάντων, απαθή ανάγνωση και αναγνώριση της συγκυρίας κάθε εποχής.


* «εκτελεσταί»: Μέλη του Εκτελεστικού, σε αντιδιαστολή με τα αντίστοιχα του Βουλευτικού, βάσει της συνταγματικής, από τότε κιόλας, διάκρισης των εξουσιών.

 Ο Γεράσιμος Δώσσας είναι Δημοσιογράφος. Διετέλεσε Πρόεδρος της Ένωσης Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Μακεδονίας- Θράκης.

Δεν υπάρχουν σχόλια: