"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


ΕΛΛΗΝΟΦΩΝΟ ΛΑΜΟΓΙΑΡΟΠΛΗΚΤΟ ΚΩΛΟΧΑΝΕΙΟ: Ανίεροι εναγκαλισμοί - Τέσσερις ιστορίες αβάσταχτης μιντιακής ιλαρότητας

gcostoulas@gmail.com


Ένας άλλος τίτλος του σημερινού κειμένου θα μπορούσε να είναι: Ιστορίες με λαμόγια.

Κύριο χαρακτηριστικό των ιστοριών, εκτός του ότι όλες προέρχονται από το χώρο των ΜΜΕ, είναι ότι όλες επίσης θα ήταν άκρως κυνικές αν δεν ήταν τόσο συμπαθητικές.

Κι ακόμα, ότι δεν έχουν καμιά σχέση με τη σημερινή γιγάντωση του ρόλου της τηλεοπτικής και της εν γένει ηλεκτρονικής δημοσιογραφίας, όπου ανθούν οι αποκρουστικότατες πρακτικές της ούτω καλουμένης καταγγελτικής δημοσιογραφίας -ο Θεός να την κάνει...

Απαραίτητο βεβαίως να τονιστεί, εν προκειμένω, πόσο άδικη και κυρίως αβασάνιστη είναι η συμπερίληψη κάτω από την ίδια σημαία, αφενός της υγιούς και έγκυρης και αφετέρου της βλαπτικής, και για το κύρος του κλάδου, παρασιτικής έως και εκβιαστικής δημοσιογραφίας. Μας το θύμισε αυτό με τον πιο εμφαντικό τρόπο η πρόσφατη εισαγγελική παρέμβαση για δέσμευση της εντυπωσιακής περιουσίας που κατέλειπε ο  Γ. Τράγκας.

Η λέξη λαμόγιο περιέργως δεν υπάρχει σε κανένα ελληνικό λεξικό

Αντί λοιπόν ενός αυθεντικού ορισμού, που δεν έχω, περιορίζομαι σε έναν αντιπροσωπευτικό, γλαφυρό κατάλογο διαπρεπών πρωταγωνιστών του είδους. Που, ναι μεν δεν ορίζει τί είναι το λαμόγιο, φωτογραφίζει όμως μερικά απ’ αυτά. Από το βιβλίο του Ηρ. Αποστολίδη "Ενάριθμα": "Ξεδοντιασμένοι μεγαλοκαρχαρίες, τακίμια ψευτοπροσοντούχων, συγκροτηματικοί και παραταξιακοί δημοσιογράφοι του γλυκού νερού, πατεντάτοι μανδαρίνοι της φαυλεπίφαυλης δημοσιοϋπαλληλίας, παρακατιανοί και ξοφλημένοι λόγιοι και ψευτολόγιοι, ασπούδαχτοι επιστήμονες, ρεμπεσκέδες, καμποτίνοι και ποσαπαίρνηδες, ζητωκραυγάστε..."

Κάποιοι απ’ αυτούς και οι πρωταγωνιστές των τεσσάρων ιστοριών που ακολουθούν:

Την πρώτη ιστορία την έζησα στην επαγγελματική μου ζωή, ως γενικός διευθυντής νεοσύστατης θυγατρικής εταιρείας μεγάλης δημόσιας τράπεζας. Ήταν στα μισά τού 1989, όταν μου ζητήθηκε να δώσω ολοσέλιδη καταχώριση-διαφήμιση σε πρωτοεμφανιζόμενο "οικονομικό περιοδικό". Επειδή κατάλαβα περί τίνος επρόκειτο, αρνήθηκα. Για να μην τα πολυλογώ, μετά από πιέσεις, δέχθηκα, καταφέρνοντας να περιορίσω την παρουσία μας σε ημισέλιδη καταχώριση.

Όταν τυπώθηκε το περιοδικό και το ξεφύλλισα, είδα ότι ήταν ακριβώς αυτό που περίμενα: η επιτομή της αρπαχτής. Φυσικά (και σίγουρα βάσει σχεδίου), δεν υπήρξε ποτέ δεύτερο τεύχος. Με το πρώτο τεύχος τελείωσε και η ζωή του περιοδικού. Η αποστολή του καλύτερα, που δεν ήταν άλλη από το να τα "πάρει" μια και καλή.

Όλοι οι διαφημιζόμενοι ήταν οργανισμοί και  εταιρείες του δημόσιου και του ευρύτερου δημόσιου τομέα: ΔΕΚΟ κυρίως, αρκετές από αυτές γνωστές προβληματικές της εποχής, μάλιστα ο ίδιος ο οργανισμός προβληματικών εταιρειών φιγουράριζε αναμεσά τους, ένας διαφημιζόμενος συμμετείχε με δύο καταχωρίσεις -ελληνικό και αγγλικό κείμενο-, όλες οι καταχωρίσεις ήταν ολοσέλιδες, όλος ο δημόσιος τραπεζικός κλάδος παρών, αρκετές εταιρείες χωρίς εμπορική δραστηριότητα, ενώ κάποιες από αυτές ήταν και μονοπωλιακές. Φυσικά ο ιδιωτικός τομέας απουσίαζε παντελώς...

Απολαύστε τον κατάλογο:


Ελαιουργική, Duty Free, Εμπορική Τράπεζα, Ιζόλα, ΕΟΤ, Οργανισμός Ασφάλισης Εξαγωγικών Πιστώσεων, ΔΕΗ, Κτηματική Τράπεζα, Φοίνιξ, Εμποροκάρτα, Όμιλος Εταιρειών Εμπορικής Τράπεζας (ελληνικό κείμενο), Όμιλος  Εταιρειών Εμπορικής Τράπεζας (αγγλικό κείμενο), Ναυπηγεία Ελευσίνος, ΠΡΟΠΟ, Οργανισμός  Ανασυγκρότησης  Επιχειρήσεων, Οργανισμός Προώθησης Εξαγωγών, ΕΤΒΑ, ΕΟΜΜΕΧ, ΕΛΚΕΠΑ, Ελληνικά Ταχυδρομεία, ΕΛΕΒΜΕ, Ελληνικά Διυλιστήρια Ασπροπύργου, ΕΤΕΚΑ, Τράπεζα Αττικής, Πειραϊκή Πατραϊκή, Ηρακλής, ΕΛΟΤ, Πυρκάλ, ΟΤΕ, ΣΕΚΑΠ, ΚΥΔΕΠ.

Για την ύλη του περιοδικού, ας μη γίνεται λόγος. Μόνο λιβανωτοί και συνεντεύξεις-κονσέρβες των διαφημιζόμενων. Κρατάω το τεύχος (Νο 1, Ιούνιος ‘89) στο αρχείο μου ως μνημείο κυνικής, απροκάλυπτης διασπάθισης του δημοσίου χρήματος.

Η μοναδική  μισή σελίδα της δικής μας περίπτωσης ήταν ανορθογραφία μπροστά στην απλοχεριά των υπόλοιπων διαφημιζόμενων. Το αστείο ήταν ότι επειδή είχαν προγραμματίσει και για εμάς ολοσέλιδη καταχώριση, το άλλο μισό της σελίδας παρέμεινε λευκό. Ήταν κωμικό να το βλέπεις.

Τις επόμενες δύο ιστορίες, γνωστές στους παλαιότερους της αγοράς, μου τις θύμισε ο Ανδρέας Ριζόπουλος, ληξίαρχος του ελληνικού τύπου, στην μακροβιότατη στήλη του στο περιοδικό Επιλογή "Έπη Απτερόεντα".

Η πρώτη αναφέρεται σε διάλογο μεταξύ εκδότη της εποχής και διοικητή τραπέζης. Απολαύστε:  

Ρώτα ο εκδότης γιατί δεν συμπεριλαμβανόταν και εκείνος στο διαφημιστικό πρόγραμμα της τράπεζας, όπως ένας, κατονομαζόμενος, ανταγωνιστής του. "Μα αυτός είναι κοινός εκβιαστής!", απαντά ο διοικητής. Και ο εκδότης, με την ίδια ανάσα, "και εγώ τι είμαι;...": Πάντα το όρια της ελεεινότητας και της ξεφτίλας του καθενός, τα βάζει κάποιος άλλος...

Και η δεύτερη: Στη δεκαετία του ‘60 δύο βιομήχανοι είχαν ψυχρανθεί μεταξύ τους. Τότε, ένας "εκδότης" προσφέρθηκε να οργανώσει ένα γεύμα, ώστε εκείνοι, συναρτώμενοι, να τα πουν και να λύσουν την παρεξήγηση. Έτσι και έγινε. Λίγο μετά, οι δυο βιομήχανοι έλαβαν από τον εκδότη δυο τσουχτερά τιμολόγια με την αιτιολόγηση, "για παρασχεθείσες υπηρεσίες". Τι να πρωτοθαυμάσει κανείς εδώ; Την ανίερη εφευρετικότητα του εκδότη, ή την απεχθή τιμολόγηση μιας,- αντικειμενικά, αφεαυτής ανταμοίβουσας-, προσφοράς των "καλών" υπηρεσιών του;

Την επόμενη ιστορία την άκουσα σε παλαιότερο συνέδριο της Διεθνούς Διαφάνειας, (οργάνωσης κατά της διαφθοράς) που έγινε στην Αθήνα με θέμα "Πώς θα πετύχουμε την εφαρμογή των νόμων". Την διηγήθηκε μεγαλοεκδότης από το πάνελ του συνεδρίου και αναφερόταν στον απαράδεκτο τρόπο αδειοδότησης  των ηλεκτρονικών ΜΜΕ και γενικώς στον τρόπο λειτουργίας τους.  

Δείχνει δε, πόσο έτοιμη και πρόθυμη είναι η εκάστοτε κυβέρνηση να ανταποκριθεί στα αιτήματα όλων των καλών παιδιών που διαπλέκουν τις άλλες δουλειές τους με την παντοδυναμία των ΜΜΕ.

Σε παρατήρηση, λοιπόν, παράπονο του εκδότη μας σε υπουργό για  μια ευνοϊκή ρύθμιση υπέρ ενός ανταγωνιστή του, ο υπουργός τού απάντησε αφοπλιστικά: "Δεν πρέπει να παραπονείσαι. Είναι άδικο να με κατηγορείς. Και συ αν μου το ζητούσες το ίδιο θα έκανα". Το συμπέρασμα είναι ότι, στον  χώρο των ΜΜΕ, οι κυβερνήσεις είναι προσεκτικότατες στην ακριβοδίκαιη εφαρμογή της παρανομίας.

Κλείνω με κάτι που μπορεί να εισπραχθεί ως παρηγοριά: 


Πριν από εκατόν πενήντα περίπου χρόνια, ο Εμμανουήλ Ροΐδης αναφερόμενος στις εφημερίδες της εποχής του, έγραφε: "Αν εις εκατόν χιλιάδας Γάλλων αναλογεί μία εφημερίς, εις χιλίους Αθηναίους αναλογούσι δύο. Εκ τούτων τρεις ή τέσσαρες συντηρούνται παρά των συνδρομητών και πέντε αποζώσιν εκ των κομμάτων".

Τι θα έλεγε άραγε ο δεικτικός ανατόμος της κοινωνικής και δημόσιας ζωής του δεύτερου μισού του19ου αιώνα, διαβάζοντας τις σημερινές ιστορίες;




Δεν υπάρχουν σχόλια: