"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


ΥΠΑΡΚΤΟΣ ΤΣΑΡΛΑΤΑΝΟΠΛΗΚΤΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ: Όταν έκλαψε ο Keynes ή «τα οικονομικά του Γιώργου Αυτιά»

Επίκουρο καθηγητή στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων 

 
Τα τελευταία χρόνια έχει επικρατήσει στον ελληνικό δημόσιο λόγο ένα μόρφωμα οικονομικής σκέψης που παρότι δε διδάσκεται σε κανένα πανεπιστήμιο του κόσμου, αποτελεί εντούτοις το κυρίαρχο μοτίβο οικονομικής ανάλυσης πολλών δημοσιογράφων και πολιτικών. 


Η ιδιόμορφη αυτή σχολή σκέψης “λανσάρεται” ως Κεϋνσιανή, αλλά δεν είναι. Δεν είναι Κεϋνσιανή, δεν είναι φιλελεύθερη, δεν είναι μαρξιστική, δεν είναι ούτε μονεταριστική. Βασικά δεν είναι οικονομική σκέψη.  


Είναι ένα συνονθύλευμα οικονομικών επιχειρημάτων που παρουσιάζονται με εντελώς αποσπασματικό τρόπο και τα οποία, χάριν συντομίας, θα μπορούσαμε να τα περιγράψουμε ως “Τα οικονομικά του Γιώργου Αυτιά” ή “Τα οικονομικά του Γιώργου Παπαδάκη” ή “Τα οικονομικά των εμπορικών και βιομηχανικών επιμελητηρίων Ελλάδος” ή, τελοσπάντων, “Τα οικονομικά του ελληνικού κρατικοδίαιτου καπιταλιστικού συστήματος”


 Τι υποστηρίζει αυτή η ιδιόμορφη “σχολή” οικονομικής σκέψης;  


Κατά βάση υποστηρίζει ότι η οικονομική ανάπτυξη προκύπτει ως αποτέλεσμα της αύξησης των δημοσίων δαπανών και μάλιστα εκείνων των δημοσίων δαπανών που τροφοδοτούν την κατανάλωση. Θα έχετε ακούσει φαντάζομαι το επιχείρημα που υποστηρίζει ότι κάθε περιορισμός των δημοσίων δαπανών (πχ. μισθών των δημοσίων υπαλλήλων, συντάξεων κλπ) στρέφεται μακροχρόνια κατά της ιδιωτικής οικονομίας, διότι συνεπάγεται περιορισμό της εγχώριας ζήτησης και τελικά οδηγεί σε κλείσιμο επιχειρήσεων και απολύσεις στον ιδιωτικό τομέα. Άρα, πολιτικές που στοχεύουν στον περιορισμό των δημοσιονομικών ελλειμμάτων και περικόπτουν δημόσιες δαπάνες είναι, σύμφωνα με αυτή τη “σχολή”, αντιαναπτυξιακές. Η κυβέρνηση –υποστηρίζουν οι θιασώτες “των οικονομικών του Γιώργου Αυτιά” -οφείλει να έχει ως βασική προτεραιότητα την αύξηση των δημοσίων δαπανών διότι μόνο μέσω της τόνωσης της εγχώριας ζήτησης μπορεί μια οικονομία να αναπτυχθεί.  


“Το κράτος πρέπει να ρίξει ζεστό χρήμα στην αγορά που στενάζει” δήλωνε εμφατικά πριν από κάποιες ημέρες γνωστός δημοσιογράφος σε τηλεοπτική εκπομπή, προκαλώντας εύλογο κλονισμό σε όλους τους “mainstream” οικονομολόγους που δεν είχαν την τύχη να διδαχθούν στο πανεπιστήμιο τι ακριβώς είναι το “ζεστό χρήμα” ή πώς μετριέται η θερμοκρασία του


Αποτελούν τα παραπάνω Κεϋνσιανή προσέγγιση όπως συχνά λέγεται; 


Αναμφισβήτητα όχι


Οι περισσότεροι οικονομολόγοι αναγνωρίζουν ως Κεϋνσιανή προσέγγιση τη θέση που υποστηρίζει ότι η κυβέρνηση οφείλει να αυξάνει τις δημόσιες δαπάνες (και να περιορίζει τη φορολογία) σε περιόδους οικονομικής ύφεσης και, αντιστρόφως, να μειώνει δαπάνες (και να αυξάνει φόρους) σε περιόδους οικονομικής άνθησης. Με αυτόν τον τρόπο η κυβέρνηση ενισχύει την εγχώρια ζήτηση σε μια φάση που η οικονομία το έχει περισσότερο ανάγκη και, τελικά, καθιστά τις οικονομικές συνέπειες της ύφεσης ηπιότερες για τα άτομα και τις επιχειρήσεις. Όταν όμως η οικονομία εισέλθει πια σε τροχιά ανάκαμψης η κυβέρνηση οφείλει να ακολουθεί αντίστροφη πολιτική (δηλαδή να περιορίζει τις δαπάνες και να αυξάνει τη φορολογία). Αφενός μεν για να προστατέψει την οικονομία από την αύξηση των τιμών και τη δημιουργία της λεγόμενης “φούσκας” εγχώριας ζήτησης και αφετέρου για να δημιουργήσει δημοσιονομικά πλεονάσματα που θα της επιτρέψουν να αποπληρώσει τα δημοσιονομικά ελλείμματα που δημιούργησε στην προηγούμενη φάση. 


Οι οπαδοί “των οικονομικών του Γιώργου Αυτιά” έχουν διαβάσει πολύ καλά το πρώτο σκέλος της Κεϋνσιανής προσέγγισης (αυτό που υποστηρίζει ότι πρέπει να πατάμε γκάζι στην ανηφόρα), αλλά μάλλον έλειπαν από το μάθημα όταν διδασκόταν το δεύτερο μισό που υποστηρίζει ότι πρέπει να πατάμε φρένο στην κατηφόρα και ότι η αέναη αύξηση των δημοσίων δαπανών δεν αποτελεί συνταγή μακροχρόνιας οικονομικής μεγέθυνσης


Ποιες όμως είναι τελικά οι πολιτικές που αυξάνουν τα εισοδήματά σε μακροχρόνια και βιώσιμη βάση; 


Οι περισσότεροι οικονομολόγοι συμφωνούν ότι αν θέλει κάποιος να εξηγήσει το ύψος των εισοδημάτων σε μία οικονομία μακροχρόνια, θα πρέπει να στραφεί στην πλευρά της παραγωγής. Πιο συγκεκριμένα, θα πρέπει...
 να εξετάσει την ικανότητα της οικονομίας να συνδυάζει αποτελεσματικά παραγωγικούς πόρους προκειμένου να παράγει αγαθά και υπηρεσίες.  


Με απλά λόγια, η οικονομία της Σουηδίας έχει υψηλότερο κατά κεφαλήν εισόδημα από την οικονομία της Βουλγαρίας, επειδή διαθέτει καλύτερης ποιότητας παραγωγικούς συντελεστές (δηλαδή καλύτερα εκπαιδευμένους εργαζόμενους, σύγχρονο μηχανολογικό εξοπλισμό κλπ) κι επειδή είναι σε θέση να συνδυάζει πιο αποδοτικά τους συντελεστές αυτούς μέσω μιας καλύτερης τεχνολογίας παραγωγής. 


Επίσης, σημαντικό ρόλο παίζει η ύπαρξη ενός υγιούς θεσμικού περιβάλλοντος ικανού να προασπίζεται τα δικαιώματα ιδιοκτησίας δημιουργώντας έτσι κίνητρα στα άτομα και τις επιχειρήσεις να επενδύσουν. Η ικανότητα μιας οικονομίας να παράγει περισσότερα και καλύτερης ποιότητας αγαθά και υπηρεσίες είναι αυτή που την καθιστά στο τέλος της ημέρας πλουσιότερη και όχι οι πολιτικές τόνωσης της εγχώριας ζήτησης που έχουν βραχυπρόθεσμα μόνο αποτελέσματα. 


Θα ήταν τεράστιο κέρδος αν ο ελληνικός δημόσιος λόγος στρέφονταν κάποια στιγμή στα λεγόμενα “διαρθρωτικά προβλήματα” της ελληνικής οικονομίας, δηλαδή στις στρεβλώσεις που υπάρχουν στο σκέλος της παραγωγής κι εξέταζε μεταρρυθμίσεις που θα βελτίωναν την παραγωγική ικανότητα της χώρας.  


Επιτρέπει το θεσμικό περιβάλλον της χώρας επενδύσεις και, αν ναι, τι τύπου; 


 Ο τρόπος που λειτουργούν σήμερα τα ελληνικά δικαστήρια -με τις τεράστιες καθυστερήσεις στην απονομή της δικαιοσύνης- προασπίζεται επί της ουσίας τα δικαιώματα ατομικής ιδιοκτησίας και τα επενδυτικά κίνητρα; 


Οι νομοθετικές ρυθμίσεις και τα εμπόδια εισόδου που υπάρχουν στην ελληνική αγορά προϊόντων και υπηρεσιών επιτρέπουν τον ανταγωνισμό που θα οδηγήσει σε μείωση των τιμών;  


Τα ελληνικά πανεπιστήμια παράγουν τον τύπο και την ποιότητα του ανθρώπινου κεφαλαίου που χρειαζόμαστε; 


 Φοβάμαι πως μέχρι να στρέψουμε την προσοχή μας σε τέτοιου τύπου ερωτήματα θα αναλωνόμαστε σε αδιέξοδες αντιπαραθέσεις σχετικά με το πόσο “ζεστό χρήμα πρέπει να πέσει στην οικονομία” ή ποιος πολιτικός ηγέτης είναι σε θέση να επιβάλλει στους εταίρους μας το περιβόητο “τέλος της λιτότητας”. 


 Δεν είναι δυστυχώς η πρώτη φορά:


 Λέγεται ότι λίγες μόνο ώρες πριν την Άλωση της Κωνσταντινούπολης το κυρίαρχο ερώτημα που απασχολούσε τους πολιορκημένους Βυζαντινούς ήταν το “αν οι άγγελοι έχουν φύλο”.

Δεν υπάρχουν σχόλια: