"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


ΥΠΑΡΚΤΟΣ ΧΡΕΟΚΟΠΗΜΕΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ: Λίρες χρυσές, κελαρυστές



Από τις ταινίες που όσες φορές κι αν δεις, θέλεις να ξαναδείς. «Η κάλπικη λίρα» (1955) σε σκηνοθεσία Γιώργου Τζαβέλλα με αποτύπωμα ηθοποιών που, λόγω ερμηνευτικού βεληνεκούς και όχι πομπωδών δηλώσεων ή φιλολαϊκών-εισπρακτικών ακτιβισμών τους, μόρφωναν το «Ηθοποιός σημαίνει φως». Βασίλης Λογοθετίδης (ο παραχαράκτης), Ορέστης Μακρής, Δημήτρης Χορν, Ελλη Λαμπέτη, ο αλησμόνητος γερακομάτης «αόματοοος...» Μίμης Φωτόπουλος και η απολαυστική κοκότα Σπεράντζα Βρανά. Η πλοκή εκτυλισσόταν γύρω από αυτό το νόμισμα-θρύλο, τη χρυσή λίρα Αγγλίας, σύμβολο αυτοκρατορικής αξιοπιστίας, αναλλοίωτης αξίας, διαχρονικής σιγουριάς. Η λάμψη της αντανακλά ανεξίτηλες ιστορικές ελληνικές διαδρομές είτε η χώρα ήταν ανυπόδητη είτε υπόδουλη ή όρθωνε ρακένδυτη ανάστημα από τα ερείπια της. Ο πειστικός ήχος της χρυσής λίρας έσωζε ζωές, αποφυλάκιζε, απαλλοτρίωνε συνειδήσεις, έκανε εχθρούς φίλους, έστηνε προδοσίες, συνέθετε τον ύμνο των μαυραγοριτών, για το βάρος της συμφωνούσαν και οι δύο πλευρές της αδελφοκτονίας· μεταπολεμικά από στόμα σε στόμα, συνωμοτικά, διαδόθηκε πανελλαδικά ότι στα σωθικά της χώρας, απ’ άκρη σε άκρη, έρρεε ποταμός με χρυσές λίρες. Στην τηλεοπτική μεταφορά, ως σίριαλ, δεκαετία του ’70, του «Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται» ενδεικτική η σκηνή: στη φυλακή όπου στοίβαξε ο αγάς τους Ρωμιούς προεστούς (είχε σφαγιαστεί το γιουσουφάκι του) με τελεσίγραφο κρεμάλας εάν δεν αποκάλυπταν τον ένοχο, ο κροίσος λαδέμπορας-τσιφούτης του χωριού (στον ρόλο ο μείζων Δήμος Σταρένιος) κάνει στον, μόνο παρακατιανό κρατούμενο, αγριάνθρωπο Παναγιώταρο (Γιώργος Φούντας) μια δελεαστική πρόταση: αν ομολογήσεις ότι εσύ είσαι ο φονιάς, θα σου δώσω μία χρυσή λίρα.


Το νόμισμα-θυρεός της αποταμίευσης, στα πέτρινα λογιστικά χρόνια της εγχώριας κοπής ανισότητας των φύλων, ήταν και κουμπάρος, άλαλος παπάς, οι χρυσές λίρες της προίκας της νύφης γίνονταν κορδόνι που έσερνε τον υμέναιο, λειαίνοντας τον δρόμο για την βλογημένη Υπερθεν συζυγική πορεία. 


Η χρυσή λίρα ήταν ο από όλους σεβαστός καταλύτης σε πάσης φύσεως συναλλαγές. Διαφωτιστικό το ρεπορτάζ του Ανέστη Ντόκα («Κ», φ. 22/1). Μόνο μέσω της θεσμοθετημένης οδού (τράπεζες) οι Ελληνες το 2016 εξαργύρωσαν 57.000 «κομμάτια» και αγόρασαν 27.000. Κι όταν η κρίση ρίζωσε μέσα στις τσέπες, σε κάθε γειτονιά, δίπλα σε σουβλατζίδικα, φαρμακεία και κομμωτήρια, ξεφύτρωσαν τα «σαράφικα». «Αγοράζουμε τιμαλφή, χρυσές λίρες κ.λπ. Μετρητά αμέσως, κρατική άδεια». Βαριά τα βήματα, ματιές κοφτές μην τον δει κανείς. Μπαίνει σαν τον κλέφτη, ιδρώτας, ταχυκαρδία. Aπό ντροπή; 

«Εχουμε και λέμε. Τρεις Βικτωρίες, δύο Γεώργιοι, δύο Ελισάβετ». Εξονυχιστική εξέταση. Θηλιά τα δευτερόλεπτα. «Τα δοντάκια τους οκ». «Γιατί τις πετάτε έτσι στο γραφείο;»  


«Ηχος κελαρυστός, ακούς; Εντάξει, γνήσιες είναι». 


Κομπιουτεράκι, τα ευρώ στην παλάμη. Εφυγε σαν κυνηγημένος. Βγαίνοντας...
 κοφτές ματιές, μην τον δει κανείς.  


Μόλις είχε ξεπουλήσει ιδρώτα δικών του. 


Πέρασαν πόλεμο, πείνα, εμφύλιο, διώξεις, το ζόρι το δικό μας δεν ήταν γραφτό να το προλάβουν.

Δεν υπάρχουν σχόλια: