ΤΟΥ ΠΑΝΤΕΛΗ ΣΑΒΒΙΔΗ.
Προκάλεσε ανατριχίλα η δήλωση του πρωθυπουργού με την οποία επιδοκίμαζε την ευθανασία την οποία επέλεξε ο Αλέξανδρος Βέλλιος, δημοσιογράφος εν ζωή, ο οποίος υπέφερε από καρκίνο.
Είναι δύσκολο να πάρει κανείς θέση σε ένα ζήτημα το οποίο έχει προβληματίσει –και διχάσει– την ανθρωπότητα σε θρησκευτικό, φιλοσοφικό, νομικό και πολιτικό επίπεδο. Υπήρξαν μάλιστα και προσεγγίσεις της τέχνης στο θέμα αυτό, που στο τέλος άφηναν το ερώτημα ανοικτό. Δεν μπορεί, συνεπώς, ούτε η στήλη να πάρει θέση.
Μπορούμε όμως να θέσουμε ένα ερώτημα: αν η επιλογή της ευθανασίας από έναν καρκινοπαθή είναι πράξη ηρωική, τότε όσοι επιλέγουν τον σκληρό αγώνα να ζήσουν μέσα από μύριες όσες δυσκολίες, τι είναι;
Ουσιαστικά, δεν προσβάλλεται η προσπάθειά τους και οι ίδιοι;
Σε μια κοινωνία όμως που λόγω της κρίσης βιώνει μια βαθιά κατάθλιψη και δεν αναζητά –ούτε η πνευματική και πολιτική πρωτοπορία τής προσέφερε– οδούς διαφυγής και εκτόνωσης, η επιλογή της κοινωνικής (ή, πολλές φορές, ακόμη και της κυριολεκτικής) ευθανασίας, προσλαμβάνεται ως διέξοδος.
Δυστυχώς, η ελληνική κοινωνία δεν είχε αναπτυγμένους ούτε τους θεσμούς ούτε τις κοινωνικές αντιστάσεις για να μπορέσει να αντιμετωπίσει τόσο οδυνηρά, απότομα και βίαια φαινόμενα όσο η κρίση που βιώνουμε. Και αυτό παρόλο που διάφοροι φορείς που λαθροβιούσαν και λαθροβιούν κολακεύοντάς την εξήραν ανύπαρκτες αρετές της.
Ούτε τα φαινόμενα κοινωνικής ευαισθητοποίησης για την απάλυνση της πείνας και του πόνου πραγματικά πασχόντων συνανθρώπων μας είναι ικανοποιητικά και ποσοτικά και ποιοτικά.
Το τραγικό είναι πως ακόμα και η σημερινή πολιτική εξουσία που διεκδίκησε την εξουσία στο όνομα της Αριστεράς, ελάχιστα –αν όχι τίποτε– δεν προσφέρει στον τομέα αυτό
Το μόνο για το οποίο ενδιαφέρεται –και με φόβο για την κατάντια της πολιτικής μπορούμε να πούμε ότι απέβλεπε και η δήλωση του πρωθυπουργού– είναι το πολιτικό όφελος από τη διαχείριση ανθρώπινων οντοτήτων που έχουν ανάγκη ένα κομμάτι ψωμί και μια ζεστή και στεγνή γωνιά.
Υπάρχει ένας σημαντικός αριθμός ανθρώπων, κυρίως στην Αθήνα, που επέλεξε, ακόμη και πριν από την κρίση, το περιθώριο ως πολιτική ιδεολογία. Πηγές που είναι σε θέση να γνωρίζουν λένε πως σημαντικός αριθμός κοινωνικών κουπονιών δίνονται από την κυβέρνηση στους ανθρώπους αυτούς ώστε να τους χειραγωγήσουν για κάθε είδους χρήση. Ο πολιτικός αμοραλισμός δεν έχει όρια, όταν πρόκειται για τη διαιώνιση της εξουσίας.
Και μη μου πείτε πως η Αριστερά δεν έχει ανάγκη την εξουσία πάση θυσία. Ίσως υπάρχουν μορφές της που την αποφεύγουν όταν δεν μπορούν να υλοποιήσουν τις υποσχέσεις τους. Η σημερινή Αριστερά, όμως, δεν περιλαμβάνεται σ’ αυτές. Θα μπορούσε να υποστηριχτεί πως η έγνοια της μαρξιστικής Αριστεράς είναι η (πάση θυσία) κατάληψη –και διατήρηση– της εξουσίας.
Τόμοι βιβλίων έχουν γραφεί και πολλή φαιά ουσία έχει αναλωθεί στην αναζήτηση του καταλληλότερου δρόμου κατάκτησης της κυβερνητικής εξουσίας.
Βεβαίως, η κατάκτηση σημαίνει την κατοχή και τη νομή της. Όπως και αν επιτευχθεί. Άρα, είναι το λιγότερο αφελής η άποψη που θεωρεί ότι η σημερινή κυβερνητική εξουσία μπορεί να εγκαταλείψει τη διακυβέρνηση της χώρας κάτω από οποιεσδήποτε δυσκολίες.
Αυτό το σκληρό πρόσωπο της εξουσιομανίας το δείχνει εδώ και καιρό η κυβέρνηση. Δεν είναι, άλλωστε, και λίγοι οι παλαιοί υποστηρικτές της που καταφέρονται με τις πλέον ακραίες εκφράσεις κατά του πρωθυπουργού και της πολιτικής του ασυνέπειας.
Ωστόσο, παρ’ όλα τα τεράστια προβλήματα που αντιμετωπίζει, πλέον, η κυβερνητική παράταξη σε επίπεδο αποδοχής της από την κοινωνία και από στρώματα τα οποία την υποστήριξαν με φανατισμό, αποτελεί ψευδαίσθηση η εντύπωση πως η κυβέρνηση καταρρέει. Αποτελεί αντικείμενο διδακτορικών πολλών επιστημονικών κλάδων η ερμηνεία της αποδοχής που απολαμβάνει, ακόμη και σήμερα, η κυβέρνηση.
Ίσως ένας λόγος να είναι πως το κυβερνών κόμμα κατάφερε να εκφράσει έναν πολιτικό χώρο που νιώθει προδομένος από τη συμπεριφορά των κομμάτων που μέχρι πριν από μερικά χρόνια στήριζε, και τα κόμματα αυτά δεν μπορούν να ανακτήσουν την αξιοπιστία τους. Λείπει η ηγετική φυσιογνωμία που θα τα έθετε και πάλι στο επίκεντρο του πολιτικού ενδιαφέροντος.
Ο κενός περιεχομένου λόγος του πρωθυπουργού στα εγκαίνια της ΔΕΘ και η απουσία ουσιαστικής εναλλακτικής λύσης από την πλευρά της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αναδεικνύουν το ουσιαστικό πολιτικό πρόβλημα σήμερα.
Βρισκόμαστε σε μια μεταβατική φάση από τις καπιταλιστικές μορφές που γνωρίσαμε σε μετακαπιταλιστικά μορφώματα τα οποία είναι υπό διαμόρφωση σε οικονομικό πεδίο και τα οποία αναθεωρούν και τα πολιτικά στίγματα Δεξιάς και Αριστεράς.
Δεν είναι τυχαίο που...
ολοένα και περισσότεροι ψηφοφόροι κομμάτων της Αριστεράς, βαθιά δυσαρεστημένοι από την πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ, δηλώνουν δημοσίως, χωρίς να αισθάνονται κάποια ενοχή, πως για να φύγει ο ΣΥΡΙΖΑ από την εξουσία θα ψηφίσουν τη Νέα Δημοκρατία. Όταν δεν υπάρχει πολιτική πρόταση, η ψήφος δίνεται αρνητικά.
Αυτά τα νέα μετακαπιταλιστικά μορφώματα διαμορφώνουν μια νέα μορφή οικονομίας όπου το ιδιωτικό και η ατομική πρωτοβουλία συνυπάρχουν με το κοινωνικό, το συνεργατικό και το αυτοδιαχειριστικό. Αυτή η συνύπαρξη, όταν δεν επιβάλλεται με κρατική προσταγή, όπως στα πρώην σοσιαλιστικά καθεστώτα, μπορεί να αποβεί θετική και να ανακουφίσει από το βάρος της οικονομικής πίεσης ασθενή οικονομικά στρώματα, ή και να διαμορφώσει νέα οικονομικά παραδείγματα.
Το κοινωνικό παντοπωλείο, για παράδειγμα, μπορεί να αποτελέσει τη βάση για τη δημιουργία νέων συνεργατικών μορφών οικονομίας που θα συνυπάρχουν ανταγωνιστικά με την ιδιωτική οικονομία.
Μέσα από την ανάδυση τέτοιων οικονομικών αναγκαιοτήτων θα προκύψουν και νέες πολιτικές προτάσεις που δεν θα εστιάζουν στο ταξικό μίσος και την αντιπαλότητα, αλλά σε έναν αποδεκτό ανταγωνισμό.
Το ταξικό μίσος προέκυψε, κυρίως, από την ιδεολογική επικράτηση της αναχρονιστικής πλέον, μαρξιστικής Αριστεράς. Η Αριστερά όμως δεν ήταν πάντα, και κυρίως δεν είναι μόνο, μαρξιστική.
Μπορεί να υπάρξει αριστερή πρόταση που δεν θα μισεί τον ταξικό «άλλο», θα σέβεται τον άνθρωπο, θα είναι, δηλαδή, ανθρωπιστική και θα συνυπάρχει με άλλες πολιτικές αντιλήψεις χωρίς να αναλώνεται στο πώς θα τις εξουδετερώσει με τις ψευδεπίγραφες επαναστάσεις της. Αυτές οι διεργασίες γίνονται παγκοσμίως, δεν είναι ελληνικές.
Το τελευταίο ελληνικό αριστερό πείραμα, το οποίο κατέληξε σε κωμωδία, ήταν το κυβερνητικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ.
Προηγουμένως, το ελληνικό πολιτικό πείραμα στο οποίο εστίασε ο έξω κόσμος ήταν η επιλογή του καταστρεπτικού εμφύλιου πολέμου. Ήταν ο Ιταλός πολιτικός ηγέτης Παλμίρο Τολιάτι που για να πείσει τους συντρόφους του στη νέα γραμμή πολιτικής νομιμοποίησης που πρότεινε για το ΚΚΙ, υπενθύμιζε την καταστρεπτική κατάληξη του ελληνικού Εμφυλίου.
Φαντάζομαι και η περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ είναι, σήμερα, παράδειγμα προς αποφυγήν για την ευρωπαϊκή Αριστερά. Αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ είναι παράδειγμα προς αποφυγήν για όλους. Ό,τι ήταν να δώσει, το έδωσε. Και δυστυχώς, με αρνητικό πρόσημο.
Αφού του ηγέτη του του αρέσει η ευθανασία, ας την επιλέξει για το κόμμα του
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου