Του Γιάσα Μουνκ
Το βράδυ της Τρίτης, οι σημαντικότεροι ειδησεογραφικοί οργανισμοί στον κόσμο διέδωσαν πληροφορίες για μια τρομερή τραγωδία που εκτυλισσόταν στη Λωρίδα της Γάζας. Οι εικόνες μιας έκρηξης σε νοσοκομείο είχαν αρχίσει να κυκλοφορούν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Πηγές της Χαμάς ισχυρίζονταν ότι το Ισραήλ ήταν υπεύθυνο για τον θάνατο περισσότερων από 500 αμάχων. Ωστόσο, με τις λεπτομέρειες να είναι ακόμη εξαιρετικά θολές, ήταν αδύνατο να πει κανείς ποιος είχε προκαλέσει την έκρηξη ή πόσοι άνθρωποι είχαν χάσει τη ζωή τους. Και όμως, τα πιο αξιόπιστα ονόματα στον χώρο των ειδήσεων αποφάσισαν να χρησιμοποιήσουν προωθητικές ειδοποιήσεις (push alerts) για να διαδώσουν τους ισχυρισμούς της Χαμάς σε όλο τον κόσμο.
«Φόβοι για εκατοντάδες νεκρούς ή τραυματίες από ισραηλινή αεροπορική επίθεση σε νοσοκομείο της Γάζας, λένε Παλαιστίνιοι αξιωματούχοι», έγραψε το BBC. «Σε εκατοντάδες ανέρχονται οι νεκροί από ισραηλινό χτύπημα σε νοσοκομείο στην πόλη της Γάζας, σύμφωνα με το παλαιστινιακό υπουργείο Υγείας», έγραψε το CNN. «Τουλάχιστον 500 νεκροί από ισραηλινή αεροπορική επίθεση σε νοσοκομείο της Γάζας, δήλωσε το παλαιστινιακό υπουργείο Υγείας», έγραψαν οι New York Times.
Και τα τρία ειδησεογραφικά δίκτυα απέδωσαν αυτές τις πληροφορίες στις παλαιστινιακές αρχές, κάνοντας, έτσι, το ελάχιστο για να διασφαλίσουν ότι δεν ευθύνονται για την αλήθεια αυτών των ισχυρισμών. Ωστόσο, και τα τρία push alerts θα οδηγούσαν κάθε λογικό αναγνώστη στο συμπέρασμα ότι οι ισχυρισμοί αυτοί πρέπει κατά βάση να είναι αληθινοί. Όλα αναφέρονταν σε «ισραηλινές» αεροπορικές επιθέσεις. Όλα ανέφεραν αδιασταύρωτες πληροφορίες για εκατοντάδες νεκρούς. Κανένα από αυτά δεν εξήγησε ότι οι αρμόδιες αρχές στη Λωρίδα της Γάζας ελέγχονται από τη Χαμάς, την ισλαμιστική οργάνωση που μόλις είχε σκοτώσει πάνω από 1.400 Ισραηλινούς πολίτες σε μια αιφνιδιαστική επίθεση.
Η είδηση του υποτιθέμενου ισραηλινού χτυπήματος προκάλεσε σύντομα μεγάλες και πραγματικές συνέπειες.
Ο βασιλιάς της Ιορδανίας ακύρωσε την προγραμματισμένη συνάντηση με τον πρόεδρο Τζο Μπάιντεν.
Μαζικές διαμαρτυρίες ξέσπασαν σε πόλεις σε όλη τη Μέση Ανατολή, ορισμένες από τις οποίες κατέληξαν σε επιθέσεις σε ξένες πρεσβείες.
Στη Γερμανία, δύο άγνωστοι δράστες πέταξαν βόμβες μολότοφ σε μια συναγωγή στο κέντρο του Βερολίνου.
Ένας ευρύτερος περιφερειακός πόλεμος φαινόταν να πλησιάζει όλο και περισσότερο.
Όμως, καθώς εμφανίζονταν νέες λεπτομέρειες σχετικά με την έκρηξη, οι αρχικοί ισχυρισμοί που τόσο πιστά αναπαρήγαγαν τα κορυφαία ειδησεογραφικά δίκτυα του κόσμου άρχισαν να φαίνονται όλο και πιο αστήρικτοι. Τα βίντεο που κυκλοφορούσαν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έδειχναν ότι οι ρουκέτες προέρχονταν πιθανότατα από παλαιστινιακά εδάφη. Το Ισραήλ έδωσε στη δημοσιότητα αξιόπιστες ηχογραφήσεις στελεχών της Χαμάς που χαρακτήριζαν την έκρηξη ως λάθος εκτόξευση ρουκέτας από την Ισλαμική Τζιχάντ. Όταν ξημέρωσε, νέες εικόνες από το σημείο έδειχναν έναν πολύ μικρό κρατήρα που περισσότερο συνέπιπτε με παλαιστινιακό βλήμα που πυροδοτήθηκε λανθασμένα, παρά με ισραηλινό πύραυλο. Φαινόταν μάλιστα αμφίβολο ο πύραυλος να είχε χτυπήσει απευθείας το νοσοκομείο. Όπως παραδέχτηκε μια ομάδα του BBC που ερευνούσε την έκρηξη, «οι εικόνες του εδάφους μετά την έκρηξη δεν δείχνουν σημαντικές ζημιές στα γύρω κτίρια του νοσοκομείου».
Μέχρι το πρωί της Τετάρτης, άρχισε να διαμορφώνεται μια νέα κοινή αντίληψη μεταξύ των ειδικών. «Τα στοιχεία σήμερα το πρωί, αν και ΔΕΝ είναι σε καμία περίπτωση αδιάσειστα, δείχνουν περισσότερο προς μια αποτυχημένη εκτόξευση ρουκέτας παρά προς μια ισραηλινή αεροπορική επιδρομή», έγραψε ο Shashank Joshi, συντάκτης σε θέματα άμυνας του Economist.
Μέχρι το βράδυ, οι υπηρεσίες ασφαλείας είχαν αναλύσει όλα τα νέα διαθέσιμα στοιχεία και κατέληξαν σε μια ακόμη πιο σίγουρη ετυμηγορία: «Αισθανόμαστε βέβαιοι ότι η έκρηξη ήταν αποτέλεσμα αποτυχημένης εκτόξευσης πυραύλων από ένοπλους τρομοκράτες και όχι αποτέλεσμα ισραηλινής αεροπορικής επιδρομής», έγραψε ο Mark Warner, πρόεδρος της Επιτροπής Πληροφοριών της Γερουσίας.
Είναι πλέον σχεδόν βέβαιο ότι η αιτία της τραγωδίας ήταν το αντίθετο από αυτό που αρχικά ανέφεραν τα ειδησεογραφικά δίκτυα σε όλο τον κόσμο. Κάθε άλλο παρά εσκεμμένη ισραηλινή επίθεση εναντίον αμάχων, αλλά αποτέλεσμα της κατάφωρης αδιαφορίας των τρομοκρατών για τις ζωές των ανθρώπων για λογαριασμό των οποίων ισχυρίζονται πως πολεμούν.
Αυτό σημαίνει ότι οι Παλαιστίνιοι που έχασαν τη ζωή τους στο νοσοκομείο της Γάζας θα πρέπει να προστεθούν στον ήδη ζοφερό απολογισμό των νεκρών για τους οποίους ευθύνεται η Χαμάς μετά την αιφνιδιαστική επίθεσή της εναντίον Ισραηλινών πολιτών.
Αυτό καθιστά επίσης την ευκολόπιστη κάλυψη από τα ειδησεογραφικά δίκτυα με τη μεγαλύτερη επιρροή στον κόσμο ως μία από τις μεγαλύτερες αποτυχίες στην πρόσφατη ιστορία των μέσων ενημέρωσης. Όπως επισημαίνει ο Ted Lieu, προοδευτικό μέλος της Βουλής των Αντιπροσώπων, οι «ειδησεογραφικοί οργανισμοί όχι μόνο έκαναν λάθος» με τρόπο θεαματικό – «αλλά η βιασύνη τους να βγάλουν συμπεράσματα έκανε άλλα έθνη να ερμηνεύσουν λανθασμένα την έκρηξη στο νοσοκομείο».
Πώς μπόρεσαν, λοιπόν, τα μέσα ενημέρωσης να κάνουν τόσο μεγάλο λάθος;
Υπάρχουν τουλάχιστον τρεις λόγοι για τους οποίους τα Μέσα τα έκαναν θάλασσα με τόσο κολοσσιαίο τρόπο.
Η κάλυψη μιας τόσο σημαντικής εξελισσόμενης είδησης είναι πραγματικά δύσκολη. Όταν ένα γεγονός διαδίδεται σε όλα τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, είναι προφανώς αδύνατο για τις εφημερίδες να απέχουν από το να πουν οτιδήποτε. Αλλά όταν πουν κάτι, κινδυνεύουν να διαδώσουν την ίδια την παραπληροφόρηση που υποτίθεται πως απεχθάνονται.
Τα παραδοσιακά ειδησεογραφικά δίκτυα πρέπει επίσης να εκσυγχρονίσουν τον τρόπο με τον οποίο αναλύουν περίπλοκα γεγονότα καθώς εκτυλίσσονται. Τα τελευταία χρόνια, η χρήση των πληροφοριών ανοιχτής πηγής, οι οποίες αναλύουν ελεύθερα προσβάσιμα δεδομένα, όπως βίντεο που αναρτώνται σε λογαριασμούς κοινωνικής δικτύωσης, έχει βελτιωθεί σε μεγάλο βαθμό. Αλλά τα περισσότερα ειδησεογραφικά δίκτυα δεν έχουν επενδύσει επαρκώς σε ομάδες ειδικών σε τέτοιου είδους αναλύσεις, ή διστάζουν να τις εμπιστευτούν όταν το διακύβευμα είναι μεγάλο. «Το αποτέλεσμα είναι ότι οι περισσότεροι κυρίαρχοι ειδησεογραφικοί οργανισμοί σήμερα είτε απλώς δεν είναι εξοπλισμένοι για να διαπιστώσουν οι ίδιοι τι συμβαίνει σε ορισμένες από τις σημαντικότερες ειδήσεις στον κόσμο είτε δεν έχουν την εμπιστοσύνη να επιτρέψουν στους εσωτερικούς τεχνικούς εμπειρογνώμονές τους να θέσουν υπό αμφισβήτηση την αξιόπιστη πηγή ενός δημοσιογράφου-σταρ», γράφει ο John Burn-Murdoch, επικεφαλής δημοσιογράφος σε θέματα δεδομένων των Financial Times.
Όμως, υπό το πρίσμα του συνόλου της ειδησεογραφικής κάλυψης των τελευταίων δέκα ημερών, είναι πολύ δύσκολο να μην αποδεχθεί κανείς ότι παίζει ρόλο και ένας άλλος παράγοντας: η προκατάληψη.
Ένας λόγος για να υποπτευτούμε προκατάληψη είναι ...
η έντονη αντίθεση μεταξύ της βιασύνης των μέσων ενημέρωσης να αναφέρουν τους ισχυρισμούς της Χαμάς σχετικά με τις βομβιστικές επιθέσεις στα νοσοκομεία και της ακραίας βραδύτητάς τους στην αναφορά της σφαγής από τη Χαμάς πάνω από 1.400 Ισραηλινών. Ακόμα και όταν είχε ήδη καταστεί απολύτως προφανές ότι οι τρομοκράτες της Χαμάς είχαν δολοφονήσει αμέτρητους Ισραηλινούς πολίτες, οι περισσότερες αμερικανικές εφημερίδες ανέφεραν τα γεγονότα που εκτυλίσσονταν με εξαιρετικά ήπιους όρους. Ακόμα και ώρες αφότου παγκόσμιοι ηγέτες όπως ο Τζο Μπάιντεν, ο Τζάστιν Τριντό και ο Εμανουέλ Μακρόν είχαν καταδικάσει τις τρομοκρατικές επιθέσεις, τα push alerts των κορυφαίων αμερικανικών εφημερίδων συνέχιζαν να μιλούν, με ασαφείς όρους, για «χερσαίες επιθέσεις». «Μαχητές της Γάζας εξαπολύουν αιφνιδιαστική επίθεση στο Ισραήλ», έγραψε η Wall Street Journal στην ιστοσελίδα της το πρωί της 7ης Οκτωβρίου. «Η Γάζα και το Ισραήλ προχωρούν σε πόλεμο ύστερα από επιθέσεις μαχητών», έγραψαν την ίδια ώρα οι New York Times.
Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης διαθέτουν βαθιές ατέλειες.
Το X, ειδικότερα, έχει γίνει κατά κάποιο τρόπο ακόμη λιγότερο αξιόπιστο από τότε που ο Ελον Μασκ ανέλαβε την πλατφόρμα. Οι χειρότερες πληροφορίες που συναντά κανείς στην πλατφόρμα είναι πολύ πιο ανεύθυνες από οτιδήποτε παράγουν τα παραδοσιακά ειδησεογραφικά δίκτυα.
Και όμως, η αλήθεια είναι ότι, για μεγάλο μέρος των τελευταίων δύο εβδομάδων, αυτές οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης ήταν μια σημαντική πηγή – μια πηγή που έκανε τα παραδοσιακά ειδησεογραφικά δίκτυα να φαίνονται, στην καλύτερη περίπτωση, σαν υποτονικοί δεινόσαυροι και στη χειρότερη σαν ενεργές πηγές παραπληροφόρησης. Στις ώρες που ακολούθησαν την επίθεση της Χαμάς στο Ισραήλ και το χτύπημα από αδέσποτη ρουκέτα το νοσοκομείο στη Γάζα, ο έξυπνος αναγνώστης είχε πολύ περισσότερες πιθανότητες να αποκτήσει μια ακριβή αίσθηση των γεγονότων που εκτυλίσσονταν ξοδεύοντας δέκα λεπτά στο Χ, παρά ξοδεύοντας δέκα λεπτά διαβάζοντας τα πιο ιστορικά ειδησεογραφικά ονόματα του κόσμου.
Αυτό εξηγεί γιατί η εμπιστοσύνη στα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης έχει μειωθεί δραματικά.
Οι δημοσιογράφοι και τα στελέχη των μέσων ενημέρωσης, κατανοητά, αρέσκονται να κατηγορούν τους άλλους για τις αποτυχίες τους. Αν οι άνθρωποι δεν εμπιστεύονται πλέον τα ποιοτικά μέσα, το λάθος πρέπει να είναι η «παραπληροφόρηση» που συναντούν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Ωστόσο, ένας τόσο εύκολος καταμερισμός ευθυνών δεν θα λειτουργήσει όταν, με φαινομενική ομοφωνία, τα μεγάλα ειδησεογραφικά πρακτορεία τα κάνουν μαντάρα με τόσο κραυγαλέο και επακόλουθο τρόπο, όπως έκαναν κατά τη διάρκεια των τελευταίων ημερών.
Για να τα καταφέρουν καλύτερα, οι δημοσιογράφοι θα πρέπει ταυτόχρονα να μάθουν να επιβραδύνουν και να επιταχύνουν. Κατά την αρχική βιασύνη να βγάλουν συμπεράσματα, όταν η ομίχλη του πολέμου καθιστά πραγματικά αδύνατο να γνωρίζουμε τι συμβαίνει, πρέπει να είναι πολύ πιο συνετοί στον τρόπο με τον οποίο παρουσιάζουν τις πληροφορίες στους αναγνώστες τους. Το να προωθούν δοξασμένα δελτία Τύπου της Χαμάς στα τηλέφωνα εκατομμυρίων Αμερικανών είναι το αποκορύφωμα της ανευθυνότητας, ακόμη και αν οι δημοσιογράφοι προσθέτουν κάποια επιφανειακή επιφύλαξη όπως «λέει το παλαιστινιακό υπουργείο Υγείας».
Όμως, ακόμη και αν οι εφημερίδες πρέπει να επιβραδύνουν την αρχική τους αντίδραση στα έκτακτα γεγονότα, πρέπει να επιταχύνουν την ικανότητά τους να προσφέρουν στους αναγνώστες σαφείς οδηγίες μόλις γίνουν διαθέσιμες ουσιαστικές πληροφορίες. Δεν δικαιολογείται με τίποτα οι έξυπνοι αναγνώστες να βρίσκουν τόσο εύκολα έξυπνες αναλύσεις των εξελισσόμενων γεγονότων στις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης, παρά στις σελίδες των κορυφαίων εφημερίδων. Πρέπει, όπως προτείνει ο Burn-Murdoch, να επενδύσουν περισσότερο σε ομάδες ικανές να χρησιμοποιούν πληροφορίες ανοιχτής πηγής. Πρέπει να παρουσιάζουν περισσότερους εξωτερικούς εμπειρογνώμονες σε ζωντανές αναμεταδόσεις έκτακτων ειδήσεων. Και πρέπει να είναι πιο πρόθυμοι να κάνουν τηλεφωνήματα όταν τα στοιχεία δείχνουν σαφώς προς μια κατεύθυνση.
Όλα αυτά, ωστόσο, δεν θα έχουν καμία χρησιμότητα εάν τα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης δεν είναι πρόθυμα να πουν την ενοχλητική αλήθεια μόλις αυτή προκύψει. Υπό αυτή την έννοια, η πιο καταθλιπτική αποτυχία των τελευταίων 48 ωρών δεν συνέβη αμέσως μετά την έκρηξη στο νοσοκομείο, όταν τα μέσα ενημέρωσης έκαναν το οδυνηρό λάθος να κάνουν τον κόσμο να πιστέψει πως το Ισραήλ προκάλεσε το θανατηφόρο χτύπημα. Συνέβη όταν η συναίνεση των εμπειρογνωμόνων άρχισε να δείχνει ότι ο πύραυλος προερχόταν από την Ισλαμική Τζιχάντ, αλλά οι ίδιες εφημερίδες δεν κατέβαλαν την ίδια προσπάθεια για να διορθώσουν το αρχικό λάθος που βοήθησαν να διαδοθεί σε όλο τον κόσμο.
«Οι ειδησεογραφικοί οργανισμοί που υιοθέτησαν αμέσως τον λόγο μιας οντότητας που ελέγχεται από τη Χαμάς και κατηγορεί ψευδώς το Ισραήλ ότι χτύπησε το νοσοκομείο, θα πρέπει να ζητήσουν συγγνώμη», έγραψε την Τετάρτη στο Twitter ο Lieu, ο προοδευτικός Δημοκρατικός. Δεν το πολυπεριμένω. Όμως, εάν και έως ότου το κάνουν, είναι δύσκολο να φανταστούμε ότι λειτουργικές αλλαγές, όπως η αύξηση του προϋπολογισμού για ομάδες που αναλύουν πληροφορίες ανοιχτής πηγής, θα βοηθήσουν να κερδίσουν πίσω την εμπιστοσύνη των αναγνωστών τους, η οποία μειώνεται ραγδαία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου