"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΗΛΙΘΙΟΙ – ΔΙΕΘΝΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗ: Μακρόν, η άρνηση

 

Του Μάκη Μαλαφέκα

Αυτή είναι, σε μεγάλο βαθμό, η ουσία της σχέσης του Εμανουέλ Μακρόν με το φαινόμενο της εξουσίας. Μια παρατεταμένη και πολυδιάστατη σεκάνς άρνησης της πολιτικής πραγματικότητας – σε ορισμένες περιπτώσεις μάλιστα και της σκέτης πραγματικότητας.

Λίγες ώρες μόνο πριν από τη συζήτηση και την ψήφο επί της πρότασης δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης Μπαρνιέ, ο Μακρόν δήλωνε (από τη Σαουδική Αραβία) ότι «δεν πιστεύει στιγμή» πως η πρόταση θα υπερψηφιστεί και ότι έχει εμπιστοσύνη «στις αρχές και τη συνέπεια των βουλευτών», λες και οι έννοιες αυτές σημαίνουν αυτόματα στήριξη στο άτομό του.

Ολα τα κόμματα, όμως, που τελικά έριξαν την κυβέρνηση (Ανυπότακτη Γαλλία, Οικολόγοι, Κομμουνιστές, Σοσιαλιστές, Λεπέν, δεξιοί αντάρτες και αρκετοί ανεξάρτητοι) είχαν, ένα προς ένα, δηλώσει ξεκάθαρα τις προθέσεις τους. Τι θα πει λοιπόν «αρνούμαι να το πιστέψω»;

Δεν είχε ενημέρωση;

Και, κυρίως, τι σημαίνει η δήλωσή του από το αεροπλάνο της επιστροφής, ότι «δεν υπάρχει περίπτωση να παραιτηθώ, θα είμαι πρόεδρος μέχρι το τελευταίο δευτερόλεπτο (της θητείας μου)»;

Σημαίνει, «θα σας δείξω εγώ».

Στο δε τηλεοπτικό διάγγελμά του της επόμενης μέρας, αναφερόμενος στην απονενοημένη κίνησή του να διαλύσει τη Βουλή τον περασμένο Ιούνιο, είπε χαρακτηριστικά: «Οι Γάλλοι δεν με κατάλαβαν».

Δεν είναι η πρώτη φορά που ο πρόεδρος Μακρόν επιπλήττει όσους, για κάποιον αδιευκρίνιστο λόγο, θεωρεί υφισταμένους του. Και σίγουρα η πολλοστή που με τον έναν ή τον άλλον τρόπο υποτιμά επιδεικτικά την ιδέα του «Γάλλου», ιδιαίτερα δε του λαϊκού Γάλλου.

Νωρίς στην προεδρία του, το 2018, λίγο μετά την κατάργηση του φόρου μεγάλης περιουσίας (ISF), είχε αποκαλέσει τους συμπατριώτες του «οπισθοδρομικούς Γαλάτες».

Αργότερα, στην κρίση των Κίτρινων Γιλέκων, όχι μόνο αρνούνταν να συζητήσει με εκπροσώπους των διαδηλωτών, αλλά εξαπέλυε εναντίον τους την πιο σκληρή αστυνομική καταστολή που θυμόμαστε σε δυτικοευρωπαϊκό κράτος, με 11 νεκρούς και 25.000 τραυματίες.

Από το 2022 και μετά ξεκινάει η πολύ σοβαρή άρνηση. Στις βουλευτικές εκλογές χάνει τη δεδηλωμένη, πράγμα που δεν τον εμποδίζει να διορίσει κυβέρνηση μειοψηφίας με τη συνδρομή δεξιών βουλευτών και σποραδικά την ανοχή της Λεπέν. Είναι η περίφημη κυβέρνηση Μπορν, με τους περισσότερους εκατομμυριούχους υπουργούς στην ιστορία των γαλλικών κυβερνήσεων, όπου περίπου όλα τα νομοσχέδια προσπερνάνε τη Βουλή και επικυρώνονται από προεδρικά διατάγματα.

Και έρχεται η κομβική ώρα της μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού. Και παρ’ όλες τις επί μήνες επαναλαμβανόμενες γενικές απεργίες, ένα ρεκόρ τριάμισι εκατ. διαδηλωτών σε τριακόσιους δήμους και κοινότητες (7 Μαρτίου 2023) και τη δημοτικότητά του στα Τάρταρα (74% αρνητικής γνώμης), ο Εμανουέλ Μακρόν πραγματοποιεί τη νιοστή φυγή προς τα εμπρός, χαρακτηρίζει τους διαδηλωτές «όχλο» και περνάει το νομοσχέδιο χωρίς καν διαβούλευση.

Είναι το προφανές σημείο όπου χάνει οριστικά την επαφή του με την πραγματικότητα.

Ταμπουρωμένος μέσα στους θεσμούς της Πέμπτης Δημοκρατίας που του δίνουν απεριόριστες εξουσίες, τις χρησιμοποιεί όλες διαρκώς κλείνοντας τα αυτιά του. Δεν ακούει τα συνδικάτα, δεν ακούει τη Βουλή, δεν ακούει ούτε τις φωνές που έρχονται από συστημικούς πυλώνες του γαλλικού αστισμού, όπως τα εντιτόριαλ της Monde που του λένε να κάνει πίσω.

Τα υπόλοιπα είναι γνωστά. Συντριβή στις τελευταίες ευρωεκλογές με ποσοστό – ντροπή για εν ενεργεία πρόεδρο (14,5%), προκήρυξη πρόωρων βουλευτικών, πιστεύοντας ότι τις έχει στο τσεπάκι (με το κόμμα του να βγαίνει τελικά τρίτο), άρνηση να ορίσει πρωθυπουργό από το πρώτο κόμμα (Λαϊκό Μέτωπο), οριακά μνημονιακή κυβέρνηση Μπαρνιέ με έντονα ακροδεξιά στοιχεία ώστε να είναι αρεστός στη Λεπέν και να μην πέσει – πτώση, παρ’ όλα αυτά, εντός εννιά εβδομάδων.

Μια ωραία μέρα του 1969, ο στρατηγός Ντε Γκωλ (που δέκα μήνες νωρίτερα είχε θριαμβεύσει στις βουλευτικές) υποψιάστηκε ότι ίσως οι Γάλλοι να μην τον θέλουν πια, έκανε…

 

 ένα δημοψήφισμα για θέμα ήσσονος σημασίας, είπε ρητά ότι αν το χάσω φεύγω, το έχασε με 52-48 και την επόμενη μέρα πήρε το καπελάκι του και έφυγε. Λέμε τώρα.

 

 

*Ο κ. Μάκης Μαλαφέκας είναι συγγραφέας που ζει και εργάζεται στο Παρίσι και στην Αθήνα. Το τελευταίο του βιβλίο «Deepfake» κυκλοφορείαπό τις εκδόσεις Αντίποδες.

Δεν υπάρχουν σχόλια: