Του ΑΡΗ ΑΛΕΞΑΝΔΡΗ
Η συμφορά έχει πολλά προϊόντα: απώλεια, πένθος, θλίψη, οργή, φρίκη, φόβο και αναρίθμητες άλλες συναισθηματικές και υλικές καταστάσεις που διαμορφώνονται μέσα στον άνθρωπο και γύρω από αυτόν, με γνήσιο και πρωτογενή τρόπο. Το δυστύχημα στα Τέμπη δεν έχει ακόμη ξεδιπλώσει τις συνέπειές του σε όλο τους το τραγικό εύρος· οι οικογένειες των θυμάτων βρίσκονται στην αρχή της σκοτεινής εμπειρίας τους· το τραύμα της κοινωνίας είναι εξαιρετικά νωπό· το κράτος έχει πολλά να επεξεργαστεί, να διορθώσει, να αποβάλει.
Η συμφορά, όμως, έχει και τα παραπροϊόντα της: το φθηνό συναίσθημα, τους χυδαίους εμπόρους του δράματος, την αδίστακτη σπέκουλα που υπακούει σε δικούς της κανόνες και υπηρετεί το δικό της σχέδιο. Η ένταση των ημερών δημιούργησε την ψευδαίσθηση πως κάθε δημόσια τοποθέτηση είναι θεμιτή· πως ο πόνος των άλλων είναι μια μεγάλη δεξαμενή από την οποία όλοι δικαιούνται να αντλήσουν υλικά έκφρασης και αυτοπροσδιορισμού. Κάποιοι ξέχασαν ότι το δυστύχημα αφορά κυρίως τα θύματά του και θεώρησαν ότι η οικειοποίηση της συντριβής τους είναι ένα ακόμη αξεσουάρ, μια μόδα προς επίκαιρη κατανάλωση. Ο αχαλίνωτος ναρκισσισμός ορισμένων επιχείρησε να καταπιεί μέχρι και το αποκλειστικό δικαίωμα των πληγέντων στο πλήγμα τους.
Η σύγκρουση δύο τρένων με αποτέλεσμα 57 νεκρούς είναι ένα γεγονός αρκετά δραματικό από μόνο του. Δεν χρειάζεται περαιτέρω δραματοποίηση. Δεν έχει ανάγκη επιπλέον στρώσεις λυρικής παραστατικότητας. Η ικανότητα των ανθρώπων να ενώνονται κάτω από ένα συγκλονιστικό γεγονός και να ανακαλύπτουν από την αρχή την αλληλεγγύη και τη συμπόνια που συνέχουν τις κοινωνίες τους εννοιολογικά και βιωματικά είναι ασφαλώς υψίστης σημασίας. Είναι η ουσία της συνύπαρξης. Η αισθητικοποίηση του θρήνου, ωστόσο, είναι το ακριβώς αντίθετο της ενσυναίσθησης: μια εκδήλωση κυνισμού που εκβιάζει το συναίσθημα, κραυγάζοντας παράλληλα την απουσία του. Τα συγκινητικά σκιτσάκια, τα σπαραξικάρδια τσιτάτα, οι φανταστικοί διάλογοι των χαμένων παιδιών με τους γονείς τους είναι η μαζική παραγωγή μιας βιομηχανίας πένθους, που χρησιμοποιεί τον θάνατο ως καύσιμο για να πουλήσει την πραμάτεια της. Ο viral συναισθηματικός πολτός θυμίζει το θρησκευτικό παραεμπόριο έξω από τις εκκλησίες: κεράκια, εικονίσματα, φυλαχτά, θαυματουργά λαδάκια – μια αισχροκερδής επιχείρηση με άλλοθι την επίκληση στα Θεία.
Είναι αυτή η έλλειψη φειδούς και σοβαρότητας στον καθημερινό λόγο, αυτή η αδυναμία διαχωρισμού της ζοφερής πραγματικότητας από την τάση της φαντασίας να τη μεταπλάθει κινηματογραφικά που οξύνει και την αμετροέπεια των ανθρώπων με δημόσιο λόγο και απήχηση. Η υπερβολική συναισθηματική διαθεσιμότητα, ο εγωκεντρισμός μας και η ανάγκη να έχουμε λόγο ακόμη και για όσα είναι υπεράνω λόγων είναι που δίνουν στους ισχυρούς λαϊκιστές ακόμη περισσότερη ισχύ. Είναι αυτό που δίνει το λάκτισμα της προπαγανδιστικής μωρολογίας.
Την εβδομάδα που πέρασε, γίναμε μάρτυρες μιας σχεδόν συντονισμένης προσπάθειας τηλεοπτικών προσώπων εγνωσμένης φαιδρότητας να σερφάρουν στο κύμα της λαϊκής οργής και να γίνουν για λογαριασμό μας οι ιεροί κήνσορες που ποτέ δεν ζητήσαμε. Παρουσιαστές δημοφιλών εκπομπών που βιοπορίζονται επί δεκαετίες μέσα από τις πιο νοσηρά συστημικές οδούς αποφάσισαν τώρα να καταγγείλουν το «σύστημα»! Προσωπικότητες ευνοημένες από κοινωνικοπολιτικές στρεβλώσεις, που έχουν πλουτίσει χάρη στην περιρρέουσα πνευματική αποβλάκωση, αισθάνθηκαν αρμόδιες να προβούν σε αγανακτισμένα διαβήματα για τη σάπια κοινωνία, τους κακούς πολιτικούς και τους διαπλεκόμενους δημοσιογράφους! Τα αίτια και τα συμπτώματα της ασθένειας αποφάσισαν να κάνουν κήρυγμα στους ασθενείς!
Το πρόβλημα είναι ότι, σε περιόδους αναταραχής, οι πομπώδεις φιλιππικοί από καθέδρας δεν δρουν επιδιορθωτικά, δεν επιμορφώνουν, δεν καταπραΰνουν τα εξημμένα πνεύματα. Αντιθέτως, καλλιεργούν το μίσος και πυροδοτούν την εμφυλιοπολεμική εκείνη δραστηριότητα που ούτε σιδηροδρομικά δίκτυα εξορθολογίζει, ούτε υποδομές φτιάχνει, ούτε ευθύνες αποδίδει, παρά μόνο εξοπλίζει στρατόπεδα και τα προετοιμάζει για μάχες. Βέβαια, για μερικούς αυτό ακριβώς είναι το ζητούμενο.
Ο απόηχος του δυστυχήματος δεν εμπνέει αισιοδοξία.
Η κυβέρνηση, σε πρωτοφανή αμηχανία, μοιάζει να έχει παραλύσει από το άγχος και να προβληματίζεται περισσότερο με το κόστος του δυστυχήματος στην εικόνα της παρά με την άμεση κι ολόπλευρη δράση που το δυστύχημα απαιτεί. Τα αντανακλαστικά της αυτή τη φορά αποδείχθηκαν κουρασμένα, σχεδόν κατατονικά.
Εξίσου αντιπαραγωγική φαίνεται και η αντιπολίτευση, με το βλέμμα στραμμένο στην προεκλογική αξιοποίηση του συμβάντος και στα παράπλευρα κέρδη που ενδέχεται να αποκομίσει από τον κοινωνικό αναβρασμό.
Ο τελευταίος, πάντως, είναι και ο πιο επίφοβος: ο κίνδυνος μεταμόρφωσης της δίκαιης οργής σε...
κύμα μηδενισμού, απαξίωσης και καταστροφικότητας είναι παρών και δυσοίωνα γνώριμος.
Η διαδήλωση της περασμένης Τετάρτης και η καταστροφή του μνημείου των θυμάτων της Marfin δεν ήταν τυχαίες· ο τόνος έχει δοθεί: αν η πολιτική δεν βρει τον τρόπο να εμπνεύσει τους πολίτες περισσότερο από την τελετουργία της αγανάκτησης, δεν μας περιμένουν εύκολες μέρες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου