2.500.000 ΕΛΛΗΝΕΣ ΓΚΟΥΓΚΛΑΡΑΝΕ ΤΗΝ ...ΨΙΜΥΘΟ,ΚΑΙ ΜΕΤΑ ΑΠΟΡΕΙΤΕ ΓΙΑΤΙ Ο ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ ΠΗΡΕ 41% ...ΤΑΓΑΡΙΑ ;#κυβερνηση_Μητσοτακη #Αδωνις #μμε_ξεφτιλες #Ψιμυθος #φαραντουρης #Ισραηλ #Αλαφουζος #Μητσοτακης #Κασσελάκης #Πολακης #ΣΥΡΙΖΑ #Λαρισα #ακριβεια #φαρμακα #ΔΙΑΚΟΠΕΣ #Ελλαδα pic.twitter.com/NDLRdHhda1
— ΞΥΝΟΓΑΛΟΣ© (@PANGKAKISTOS) August 26, 2024
Του Μιχάλη Τσιντσίνη
Η Ψίμυθος, κυριολεκτικά, δεν υπάρχει.
Αναδύθηκε από το σοσιαλμιντιακό αρχιπέλαγος σαν φάρσα ικανή να αποκαλύψει την προσποίηση των δήθεν ψαγμένων, που πάντα υποφέρουν από τον φόβο ότι μπορεί να είναι στην απ’ έξω – ότι μπορεί να υπάρχει μια νέα μόδα που δεν την έχουν δοκιμάσει πρώτοι.
Η Ψίμυθος δεν υπάρχει, αλλά παρά την ανυπαρξία της μπόρεσε να αναρριπίσει το ανεξάντλητο απόθεμα θυμού του υπουργού Υγείας.
Ο Αδωνις Γεωργιάδης δεν βρήκε χιούμορ για να προσπεράσει μια ανάρτηση που έλεγε ότι παραιτήθηκε ο μοναδικός γιατρός της Ψιμύθου. Πήρε την πάνδημη πλάκα προσωπικά και την είδε σαν επίθεση των τρολ της αντιπολίτευσης.
Η αλήθεια είναι ότι στον λαβύρινθο των κατόπτρων του Διαδικτύου η επινοημένη τρολιά δεν ξεχωρίζει από την πραγματικότητα. Αρκεί καμιά φορά να πετάξει κανείς ένα βότσαλο μυθοπλασίας για να το δει να προκαλεί τσουνάμι αντιδράσεων, επηρεάζοντας όχι μόνο τις αντιλήψεις, αλλά και τις ζωές των ανθρώπων.
Σε αυτόν τον μύλο που αλέθει ιλιγγιωδώς τη γνήσια με την πλαστή «πληροφορία», η Ψίμυθος είναι η πιο αθώα και χαριτωμένη πλάνη.
Η ραγδαία διάδοσή της οφείλεται στο γεγονός ότι χτύπησε μνημονικό νεύρο: ξεκλείδωσε τη συλλογική ανάμνηση ενός άλλου θερινού βίου. Ανάμνηση των καλοκαιριών εκείνων που δεν τα σημάδευε η απειλή των καυσώνων και των πυρκαγιών. Των καλοκαιριών που μπορούσες να κατέβεις στον Πειραιά χωρίς να έχεις αποφασίσει σε ποιο νησί θα πας, γιατί ήξερες ότι στο λιμάνι του τυχαίου προορισμού θα σε περίμενε το σμήνος των «ρουμστουλετήδων», να σου προσφέρει φθηνό κατάλυμα.
Η Ψίμυθος παρασημαίνει και ταυτόχρονα αποδομεί αυτή τη νοσταλγία: ανακαλεί τη μνήμη, αλλά για να αφαιρέσει τα ψιμύθια των εξιδανικεύσεων που της έχει σωρεύσει ο χρόνος.
Το νησί που νοσταλγείς, σου λέει, είναι μύθος. Δεν υπήρξε όπως το νοσταλγείς. Εχεις ξεχάσει με τι καράβια έφτανες εκεί. Εχεις ξεχάσει πού κοιμόσουν, τι έτρωγες. Η χώρα-του-κάποτε που συνθέτουν οι προσωπικές μας μυθολογίες είναι στην πραγματικότητα μια χώρα-του-ποτέ, στην οποία καταφεύγουμε για να δραπετεύσουμε από τον χρόνο.
Ξινίζοντας κι άλλο την ωραία πλάκα, θα μπορούσε να εκλάβει κανείς τη δημοφιλή Ψίμυθο σαν …
σαρκαστικό ξόρκι: έχουμε ανάγκη να γελάσουμε με την ανασφάλειά μας. Η σχέση μας με το καλοκαίρι έχει διασαλευτεί. Ο τόπος της ανεμελιάς μοιάζει κλιματικά ευάλωτος, οικονομικά δυσπρόσιτος, ξένος. Η εποχή της τεμπελιάς έχει γίνει «σεζόν».
Η οπτασία ενός ειδυλλιακού, τάχα απάτητου, νησιού είναι μια κωμική διέξοδος από αυτή την τόσο κοινή αγωνία – τη «μεσήλικη» αγωνία ότι ο τόπος αλλάζει πολύ γρήγορα για να τον κρατήσουμε στο βεληνεκές της δικής μας οικειότητας.
Αλλάζει πιο γρήγορα απ’ ό,τι αλλάζουμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου