«Εάν ο Χίτλερ εισέβαλλε στην Κόλαση, θα έκανα στη Βουλή των Κοινοτήτων τουλάχιστον μια εύφημη μνεία για τον Διάβολο». Η μνημειώδης ρήση του Ουίνστον Τσόρτσιλ έχει αποτελέσει αντικείμενο ποικίλων και αντιφατικών ερμηνειών με το πέρασμα του χρόνου. Ακόμη κι εκεί όπου οι ερμηνείες τύχαινε να συμπίπτουν, δεν συνέπιπτε υποχρεωτικά το θετικό ή το αρνητικό πρόσημο μπροστά από την ίδια ερμηνεία: ό,τι βάφτιζε «πραγματισμό» ο ένας, μεμφόταν ως «καιροσκοπισμό» ο άλλος.
Είναι αλήθεια πως ελάχιστοι πολιτικοί βρέθηκαν κατά τη διάρκεια του δημόσιου βίου τους στη δεινή θέση που βρέθηκε ο τρομερός Ουίνστον. Οταν ο Χίτλερ εισέβαλε στη Σοβιετική Ενωση, τέλη Ιουνίου του 1941, ο Τσόρτσιλ ήταν 67 χρόνων (αντιστοίχως, ο Χίτλερ ήταν 52 και ο Στάλιν 62). Σε όλη την ενήλικη ζωή του και ανεξάρτητα από τα σούρτα φέρτα του ανάμεσα στο συντηρητικό και το φιλελεύθερο κόμμα, ο Τσόρτσιλ ήταν αδιάλλακτος αντικομμουνιστής. Δεν είχε την παραμικρή αμφιβολία ότι ο Διάβολος ήταν μπολσεβίκος.
«Αυτοί που συναντήθηκαν πρόσωπο με πρόσωπο με τον κ. Χίτλερ στις κοινωνικές σχέσεις ή στις υποθέσεις της πολιτικής συνάντησαν έναν αξιωματούχο πολύ έμπειρο, ψυχρό, πολύ καλά πληροφορημένο, με τρόπους ευχάριστους, με χαμόγελο που αφοπλίζει και λίγοι κατόρθωσαν να μείνουν ανεπηρέαστοι μπροστά στη λεπτή μαγνητική επίδρασή του. Η εντύπωση αυτή δεν είναι απλή συνέπεια της εξουσίας. Την εξασκούσε πάνω στους συντρόφους του στις διάφορες στιγμές κάθε εκστρατείας του, ακόμα και όταν η έκβαση δεν ήταν επιτυχής. Ετσι ο κόσμος ζει με την ελπίδα ότι το χειρότερο έχει περάσει και ότι θα ζήσουμε για να δούμε στον Χίτλερ μια αξιαγάπητη προσωπικότητα σε πιο ευτυχισμένη εποχή. Ομιλεί μερικές φορές προς τα έθνη με λόγους γεμάτους ευφυΐα και μετριοπάθεια».
Σήμερα, με τη στερνή μας γνώση, δυσκολευόμαστε να πιστέψουμε ότι μονάχα έξι χρόνια – από το 1935 έως το 1941 – χωρίζουν την «αξιαγάπητη προσωπικότητα» από την «εισβολή της στην Κόλαση».
Ετι πλέον δυσκολευόμαστε να πιστέψουμε ότι αυτές τις γραμμές τις υπογράφει ένας από τους πιο διορατικούς πολιτικούς του 20ού αιώνα, ένας από τους μετρημένους στα δάχτυλα που θα προειδοποιήσουν για τον θανάσιμο κίνδυνο που διατρέχει η ανθρωπότητα από τον επανεξοπλισμό της ναζιστικής Γερμανίας. Και όμως. Ακόμη και ο Ουίνστον Τσόρτσιλ στα 1935, τέσσερα μόλις χρόνια πριν από το ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, αδυνατεί να απαγκιστρωθεί από τη «μαγνητική επίδραση» του αυστριακού δεκανέα: «Δεν μπορεί να διαβάσει κανείς στο βιβλίο Ο αγών μου την ιστορία αυτού του αγώνα» γράφει ο Τσόρτσιλ στο ίδιο κείμενο, «χωρίς να θαυμάσει το θάρρος, την επιμονή και τη ζωντάνια που του επέτρεψαν να απειλήσει, να αψηφήσει και ύστερα να συνδιαλλαγεί και γενικά να κινητοποιήσει όλες τις αρχές και τις αντιπολιτεύσεις, οι οποίες επιδίωκαν να του φράξουν τον δρόμο».
Επρεπε να βρεθεί το γέρικο λιοντάρι μόνο του (η Αμερική δεν είχε μπει ακόμη στον πόλεμο) προκειμένου να κάνει μια εύφημη μνεία για τον Διάβολο.
Διάβολος-ξεδιάβολος ο μπολσεβίκος, το καλοκαίρι του 1941 ενσάρκωνε τη μοναδική ελπίδα του Ουίνστον Τσόρτσιλ, τον μοναδικό του αντιπερισπασμό, όσο κρατούσε με το αίμα των παιδιών του το Ανατολικό Μέτωπο ανοιχτό.
Εμείς πάλι, με την άνεση των οκτώ δεκαετιών που μας χωρίζουν, μπορούμε ανώδυνα και ανέξοδα να αναλώνουμε τον χρόνο μας με δίκες προθέσεων και ηθικές αποτιμήσεις, αρκεί να μην ξεχνάμε το «διά ταύτα» της ρήσης του Τσόρτσιλ:
Δεν χρειάζεται να ταυτίζονται τα κίνητρά μας όταν συστρατευόμαστε για τον ίδιο σκοπό· δεν χρειάζεται καν να υποκρινόμαστε ότι ταυτίζονται.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου