Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΜΠΟΥΡΔΑΡΑ
Προχθές, στην Ολομέλεια της Βουλής ψηφίστηκε νομοσχέδιο το οποίο είχε κατατεθεί την Παρασκευή 18 Νοεμβρίου.
Ο κανονισμός της Βουλής στο άρθρο 85 προβλέπει ότι τα νομοσχέδια πρέπει να κατατίθενται «έως την ημέρα Πέμπτη και ώρα 20.00».
Το ερώτημα που ανακύπτει είναι εύλογο: θεωρείται παραβίαση του κανονισμού το γεγονός ότι κατατέθηκε μετά την Πέμπτη 17 Νοεμβρίου και συνεπώς δεν έπρεπε να υπάρξει καν η προχθεσινή νομοθετική διαδικασία, ή είναι σύμφωνο με τον κανονισμό το ότι κατατέθηκε αρκετά νωρίτερα από την… επομένη της συγκεκριμένης (24.11) Παρασκευής ημέρα Πέμπτη;
Θα ήταν εύκολη η απάντηση, αν ο κανονισμός διευκρίνιζε εκτός από το «έως την» και το «από την», ώστε να είναι αποσαφηνισμένο το χρονικό πλαίσιο.
Τέτοιες ή παρόμοιες ασάφειες υπάρχουν διάσπαρτες στον κανονισμό λειτουργίας της εθνικής αντιπροσωπείας, που μαζί με στρεβλώσεις ευνοούν την ανάπτυξη βολικών διαδικασιών ή και παραβατικών συμπεριφορών.
Σε ένα τέτοιο περιβάλλον και στα θεωρούμενα μείζονος σημασίας ζητήματα, η εκάστοτε αντιπολίτευση καταγγέλλει τις κατά περιόδους πλειοψηφίες. Το ενδιαφέρον είναι, ωστόσο, ότι ουδείς εκ των κατά καιρούς καταγγελλόντων αναλαμβάνει αποτελεσματική πρωτοβουλία διόρθωσης των κακώς κειμένων, προσβλέποντας προφανώς στο να βρεθεί στην πλευρά της κυβερνώσας πλειοψηφίας και να «αξιοποιήσει» τα όποια «κενά», πιθανές στρεβλώσεις ή ασάφειες για τις οποίες ως αντιπολίτευση διαμαρτύρεται.
Πρόσφατο ενδεικτικό παράδειγμα;
Συστήθηκαν δύο εξεταστικές επιτροπές με πρωτοβουλία της αντιπολίτευσης, όπως το αναθεωρημένο Σύνταγμα προβλέπει. Σε αμφότερες τις περιπτώσεις η πλειοψηφία, παραπέμποντας στον ισχύοντα κανονισμό, τυπικά ορθώς, απέρριψε το αίτημα της αντιπολίτευσης να υπάρξει διακομματικό προεδρείο. Οπως ήταν αναμενόμενο ξέσπασε θύελλα καταγγελιών από την αντιπολίτευση, η οποία ωστόσο δεν ανέλαβε πρωτοβουλία αλλαγής του κανονισμού στις διατάξεις εκείνες που προβλέπουν τη σύνθεση του προεδρείου τέτοιων επιτροπών.
Αλλά και ως προς τα «μικρότερα» ακόμη ένα, επίσης ενδεικτικό: στο άρθρο 66 του κανονισμού της Βουλής τονίζεται:
«Oι γραπτoί λόγoι δεν επιτρέπoνται».
Με ελάχιστες εξαιρέσεις, άπαντες βλέπουν τους βουλευτές να διαβάζουν λέξη προς λέξη την ομιλία τους από του βήματος.
Το κακό για την ποιότητα της κοινοβουλευτικής λειτουργίας και τον βαθμό εμπιστοσύνης των πολιτών προς το πολιτικό προσωπικό είναι, ασφαλώς, ότι όλα αυτά, μικρά και μεγάλα, συνεχίζονται.
Το καλό, πλέον, είναι ότι όλοι τα γνωρίζουν: και εμείς μπροστά στην κάλπη και τα πρόσωπα που επιλέγουμε να αποκτήσουν τη βουλευτική ιδιότητα. Ουδείς έχει άλλοθι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου