"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


ΚΟΙΝΩΝΙΑ - ΜΝΗΜΕΣ ΠΟΥ (ΔΕΝ) ΣΒΗΝΟΥΝ: Ο πειρασμός της νοσταλγίας*

ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ
Της ΠΕΠΗΣ ΡΑΓΚΟΥΣΗ

Ο δεύτερος κύκλος της πολύ επιτυχημένης τηλεοπτικής σειράς «Αγριες μέλισσες» έκανε ένα άλμα έξι ετών που μας πήγε ντάλα δεκαετία του 1960. Και όπως είδαμε  στο Διαφάνι έχουν πικ απ και χορεύουν σέικ.  
 
Το «Φεγγάρι από χαρτί» των Ρέππα – Παπαθανασίου που ξεκίνησε θριαμβευτικά την πορεία του στο Εθνικό Θέατρο λίγες μέρες πριν από το λοκντάουν  διαδραματίζεται το 1963 σε μια μονοκατοικία στο Παγκράτι.  
 
Πρόσφατα, η ΕΡΤ μπήκε στο παιχνίδι των σίριαλ με το «Τα καλύτερά μας χρόνια» που, από τα πρώτα επεισόδια, έγινε viral. Και που μας πηγαίνει πίσω, στο 1969.

Η δεκαετία του 1960 και η νοσταλγία που κεφαλαιοποιεί πουλάει. Η «εμπορικότητά» της έχει κατ’ αρχάς μια εξήγηση σε σχέση με τις χρονικές αποστάσεις. Είναι, οριακά, η δεκαετία που δικαιολογεί τον νόστο, δηλαδή την επιστροφή σε κάτι. Οσοι, ας πούμε, έχουν ζωντανές μνήμες από τη δεκαετία του 1950 δεν είναι ούτε τόσο πολλοί ούτε ανήκουν στα δυναμικά κοινά ώστε να συγκροτήσουν τάση.  
 
Οι δεκαετίες του 1970 και του 1980 από την άλλη είναι, σχετικά, πρόσφατες εποχές. Αλλοι περισσότερο, άλλοι λιγότερο έχουμε ευθύνες για πάθη και τα λάθη, για την αισθητική και τις εκτροπές τους.  
 
Ετσι, τα sixties είναι μια ασφαλής περιοχή. Μια comfort zone όπου υπάρχει και «σοκάκι να τραγουδήσεις» και «επιτρέπονται οι αναμνήσεις». Και, κατά κάποιον τρόπον, «ωσεί παρούσα». Ακόμη και όσοι δεν είχαν γεννηθεί τότε, έχουν κάπου στο σπίτι μια φοντανιέρα της γιαγιάς, ένα καταχωνιασμένο εμπριμέ σεμιζιέ φόρεμα της μαμάς ή μια στενή γραβάτα του μπαμπά, ακόμη και ένα ποστίς κάποιας κοκέτας θείας ή ένα ζευγάρι παπούτσια με φιούμπες.

* Τίτλος συλλογής κειμένων του Τίτου Πατρίκιου

 

Θα την τζακίσω εγώ τη νοσταλγία σου*


Πέρα από αυτό όμως, τι είχε τέλος πάντων η δεκαετία του 1960 ώστε κάθε τόσο να πέφτουμε σε παροξυσμιακή νοσταλγία για χάρη της; (Μην ξεχνάμε τι γίνεται κάθε Χριστούγεννα με εκείνες τις παλιές φωτογραφίες από τη στολισμένη οδό Σταδίου.) 
 
Ηταν η εποχή της αθωότητας όπως πιστεύουν οι πιο ρομαντικοί ή η εποχή της απότομης ενηλικίωσης όπως ισχυρίζονται όσοι την προσεγγίζουν πιο ακαδημαϊκά; Και τι ήταν τελικά αυτή η ενηλικίωση; Τα Ιουλιανά ή η χούντα; Ή μήπως η αντιπαροχή; 
 
Και τι νοσταλγούμε όσοι τη νοσταλγούμε; Τους «κότσους λάχανο» και τα μυτερά παπούτσια των κυριών της εποχής ή τις μεγάλες κοινωνικές, πολιτικές και καλλιτεχνικές τομές που έγιναν εκείνα τα χρόνια; Τη «Χαμένη άνοιξη» του Τσίρκα ή τη Λάσκαρη με μπικίνι στο «Κορίτσια για φίλημα»;

Εχει άραγε καμιά σημασία το αντικείμενο της νοσταλγίας; Ούτως ή άλλως σε κάνει να επιστρέφεις στην ψευδαίσθηση.  
 
Ποιος έχει πει ότι οι νέοι προσδοκούν πράγματα που ποτέ δεν θα γίνουν και οι μεγαλύτεροι νοσταλγούν πράγματα που ποτέ δεν έγιναν;

* Στίχος του Νίκου Εγγονόπουλου
 

Είμαστε άρρωστοι βαριά από νοσταλγία

 
Ο χρόνος εξιδανικεύει τις καταστάσεις, τα πρόσωπα, τις εποχές. Σε συμφιλιώνει με ένα παρελθόν που όταν ή αν το ζούσες μπορεί και να σε πλήγωνε
 
 
Ο Ρολάν Μπαρτ λέει πως η πραγματική πατρίδα μας είναι η παιδική μας ηλικία. Ποιος λοιπόν δεν έχει ανάγκη από μια μακρινή πατρίδα που ακόμη και τις ασχήμιες της θα τις θεωρεί χαριτωμένες;  
 
Γιατί πάντα θεωρούμε ότι ήμασταν πιο ευτυχισμένοι «εκείνα τα χρόνια». 
 
 Διότι ...

η ευτυχία δεν είναι κάτι που ζεις, αλλά κάτι που θυμάσαι.

Από την άλλη, η αναφορά στις παλιές, καλές μέρες είναι μία από τις μεγαλύτερες ψευδαισθήσεις στις σύγχρονες κοινωνίες. Από τη μια παυσίλυπον και από την άλλη αιτία κατάθλιψης.  
 
Οπως το λέει σε έναν στίχο του ο Μάνος Ελευθερίου: «Είμαστε άρρωστοι βαριά από νοσταλγία, μας περιμένουν τα τσιγκέλια στα σφαγεία».

Δεν υπάρχουν σχόλια: