Το δικό μου αρχικό ερώτημα, ήταν αν ο ΣΥΡΙΖΑ (Τ-Λ) διαθέτει ηγέτη.
Εντάξει, όλοι ξέρουμε ότι έχει τον Αλέξη Τσίπρα. Ξέρουμε ότι αυτός πήρε τον αλήστου μνήμης ΣΥΝ πνέοντα τα λοίσθια και έφτιαξε, στην πραγματικότητα, μια νέα παράταξη, τη ριζοσπαστική Αριστερά: ένα ιδιόρρυθμο συνονθύλευμα νεοκομμουνιστών, εθνολαϊκιστών και vintage πασόκων, που αποτελεί σήμερα την αξιωματική αντιπολίτευση.
Αυτό, πράγματι, ο Τσίπρας το πέτυχε και είναι δικό του.
Για να το πω κάπως γλαφυρά: ο Τσίπρας κατάφερε και μάζεψε τα μπουλούκια και τους ατάκτους κάτω από τα τείχη. Μετά, τι γίνεται όμως;
Θα μπορέσει να διαχειρισθεί το συνονθύλευμα ο Αλέξης ή μήπως ώς εδώ μπορούσε, βάσει της πλούσιας πείρας του στον μαξιμαλισμό των φοιτητικών αμφιθεάτρων, και παραπέρα δεν μπορεί;
Δεν έχουμε λόγο να παριστάνουμε τους έκπληκτους: αυτό είναι το σημαντικότερο ερώτημα για το μέλλον.
Κοινός τόπος, σε κάθε σοβαρή ανάλυση μεταξύ ανθρώπων με κάποια πείρα του ευρύτερου κόσμου, είναι ότι, αν ο ΣΥΡΙΖΑ (Τ-Λ) κατορθώσει να πάρει τη διακυβέρνηση, το μέλλον της χώρας θα εξαρτάται από την απάντηση που θα δώσει (η ζωή, τα ίδια τα πράγματα) στο ερώτημα, αν ο Τσίπρας θα μπορέσει να οδηγήσει το κόμμα του σε έναν συμβιβασμό με την Ευρώπη, ώστε η χώρα να διατηρήσει τη θέση της στον πυρήνα της Ευρώπης, έστω και με τα χάλια της τα σημερινά. (Σ.σ.: Πολύ ενδιαφέρον, σχετικώς, είναι το βιβλίο του Ζισκάρ ντ’ Εσταίν. Εκεί, ο ευρωπαϊστής πρώην πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας βλέπει το ευρωπαϊκό μέλλον περιορισμένο σε έναν πυρήνα κρατών του Βορρά και της κεντρικής Ευρώπης, με λίγο ώς πολύ κοινή πολιτισμική παράδοση...).
Απάντηση δεν μπορεί να υπάρξει επί του παρόντος. Είναι αλήθεια (και μην ακούτε τις τσιρίδες της ιεράς αγανακτήσεως των συριζαίων...) ότι ο Τσίπρας καλλιεργεί μεθοδικά τις σχέσεις του με τις πρόθυμες πλευρές του οικονομικού κατεστημένου της χώρας. Αυτό από μόνο του αποτελεί ένδειξη κάποιας διάθεσης προς τον ρεαλισμό.
Επιπλέον, πολλοί από τους συνομιλητές του υποστηρίζουν ότι ο Τσίπρας, προσωπικώς, αντιλαμβάνεται την ανάγκη του συμβιβασμού με την πραγματικότητα και την επιδιώκει. Μπορεί όμως να χαλιναγωγήσει και το κόμμα του ώστε να τον ακολουθήσει; (Σημειωτέον: οι Λαφαζανιστές, από αφέλεια ή υπολογισμό, λένε πια ευθέως εκτός προσκηνίου ότι θα σχημάτιζαν ανεξάρτητη κοινοβουλευτική ομάδα, προκειμένου να διασφαλίσουν ότι δεν θα γίνει στροφή της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ προς τα δεξιά).
Ηγέτη, λοιπόν, δεν ξέρουμε αν διαθέτει ο ΣΥΡΙΖΑ (Τ-Λ)· ξέρουμε, ωστόσο, ότι διαθέτει εφεδρεία για την ηγεσία. Προσέξτε τη Ρένα Δούρου. Προσέξτε με πόση ταχύτητα και αποφασιστικότητα προσαρμόζεται, αλλά και με πόσο θράσος αρνείται την αλήθεια αυτού που κάνει.
Υποσχέθηκε «πόοολεμο κατά των συμφερόντων» (με τρία ή και παραπάνω όμικρον ο πόλεμος...), όμως στον προϋπολογισμό τον δικό της τηρεί τις δεσμεύσεις και τον σχεδιασμό της προηγούμενης διοίκησης Σγουρού. Επιπροσθέτως, αναθέτει και τον καθαρισμό σε ιδιωτική εταιρεία, αντί να φωνάξει τις φίλες της τις καθαρίστριες του υπουργείου Οικονομικών για τις οποίες τόσο κόπτεται. Με αυτή, δε, την αναισχυντία του πολιτικού που ξέρει ότι με την επιμονή του θα επιβληθεί κάνει και (ακούσιο) χιούμορ εις βάρος των καθαριστριών:
«Θα προσέβαλε τον αγώνα τους», λέει η Ρ. Δούρου, αν τέλος πάντων κάπως βόλευε τις καθαρίστριες.
Ε, βέβαια! Αριστεροί είμαστε, κύριε. Δεν είμαστε κορόιδα...
Η Δούρου έχει μέλλον και απορώ γιατί η Ν.Δ. δεν βλέπει ότι το δικό της συμφέρον συμπορεύεται, μέχρις ενός σημείου, με το μέλλον της Δούρου.
Δεν το βλέπει, όμως· γιατί, από την παράσταση που λέγεται «επικοινωνιακή πολιτική» της κυβέρνησης, γίνεται φανερό ότι η κυβέρνηση ξορκίζει τον φόβο του ΣΥΡΙΖΑ (Τ-Λ) με φωνές πανικού: αμολάει, π.χ., τη Σοφία Βούλτεψη, με την υπόσχεση ότι τα κόκαλα θα είναι δικά της.
Ετσι όμως δεν αντιμετωπίζεται ο ΣΥΡΙΖΑ (Τ-Λ). Οπως ήταν λάθος για την κυβέρνηση να πάρει αποφάσεις για την οικονομία υπό την πίεση των υποσχέσεων του ΣΥΡΙΖΑ (Τ-Λ), έτσι είναι λάθος και το ότι παρασύρεται διαρκώς στην οξύτητα που καλλιεργεί συστηματικά η αξιωματική αντιπολίτευση. Μονίμως, η κυβέρνηση δίνει άδοξες μάχες εκεί όπου συμφέρει τον ΣΥΡΙΖΑ (Τ-Λ). Απορείς: τέτοιος μαζοχισμός, βρε παιδάκι μου;
Η κυβέρνηση έχει παγιδευτεί στην κλιμάκωση της όξυνσης με την αντιπολίτευση και δεν κατάλαβε ότι η βροχή της περασμένης Παρασκευής της έδωσε την ευκαιρία να ξεφύγει από την παγίδα:
Δεν την αξιοποίησε, επειδή κατά τρόπο παιδαριωδώς βλακώδη απέφυγαν να καλέσουν τη Δούρου στην έκτακτη σύσκεψη για τους πλημμυροπαθείς. Αντιθέτως, όφειλαν να την έχουν προσκαλέσει και, μάλιστα, να την ενθαρρύνουν, καθώς τη βλέπουν να πραγματοποιεί τις «στοχαστικές προσαρμογές του Ελληνισμού», για να το πω καβαφικά.
Η ευκαιρία (χαμένη πια...) ήταν ιδεώδης, διότι προσφέρθηκε ενώ ακόμη ήταν αισθητό το χαστούκι που μας έριξαν οι αγορές, όταν η κυβέρνηση πήγε να συναγωνιστεί τον Τσίπρα από τα αριστερά. Για καλή της τύχη, η εντύπωση της κραυγαλέας αποτυχίας μετριάζεται από το γεγονός ότι το χαστούκι ταρακούνησε και την αξιωματική αντιπολίτευση, η οποία ξαφνικά αρχίζει να νιώθει κάπως τι βόμβα φιλοδοξεί να πάρει στα χέρια της.
Η κυβέρνηση, όμως, δεν καταλαβαίνει από αποχρώσεις, λες και η μόνη εναλλακτική στην πόλωση είναι η κλάψα. Ετσι, ακόμη και αν η Δούρου διαθέτει εκείνο που διέθετε ο Γκορμπατσόφ και έκανε τη Θάτσερ να καταλάβει ότι μαζί του η Δύση μπορούσε να συνεργαστεί, η κυβέρνηση δεν το βλέπει.
Τι τα θέλετε; Εχουμε την κυβέρνηση που μας αξίζει, όπως έχουμε και την αντιπολίτευση που μας αξίζει.
Τα άλλα, ότι αξίζουμε καλύτερα κ.λπ., είναι καλοπιάσματα για κακομαθημένους. Εχουμε αυτό που μπορούμε και μπορούμε αυτό που μας αξίζει. Ζήτω το έθνος!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου