Πρέπει να είναι ψυχοφθόρος μαζοχισμός να είσαι αρχιτέκτονας με συνείδηση εργολάβου οικοδομών, γιατρός με συνείδηση κομψού χρηματολάγνου, δάσκαλος αργυρώνητος με καλοστημένα «ιδιαίτερα», πολιτικός υποταγμένος στον υπόκοσμο του άνομου πλούτου και του δημοσιογραφικού αμοραλισμού. Και η δυστυχέστερη από όλες τις άλλες περίπτωση: να είσαι επίσκοπος με συνείδηση κορυφαίου στην υπαλληλία εξυπηρέτησης των «θρησκευτικών αναγκών του λαού».
Να το ξαναπούμε, κι ας είναι χιλιοειπωμένο ή σκόπιμα στρεβλωμένο: Η Εκκλησία βρίσκεται στους αντίποδες της θρησκείας, πρόκειται για αλληλοαναιρούμενες έννοιες.
Να υπάρχεις με τον τρόπο της Τριαδικής Αιτιώδους Αρχής τού υπάρχειν, η οποία «αγάπη εστί». Τα ονόματα «Πατήρ», «Υιός», «Παράκλητος» δηλώνουν την ύπαρξη ως σχέση, ως ελευθερία αγάπης.
Για την «εκκλησία των πολιτών» στην Αρχαία Ελλάδα «κριτήριον αληθείας», δηλαδή αθανασίας της ύπαρξης, ήταν ο «τρόπος της του παντός διοικήσεως» (Ηράκλειτος): η λογική αρμονία των σχέσεων, η συμπαντική ευταξία και κοσμιότητα.
Η αναζήτηση να πραγματωθεί ο «κατ’ αλήθειαν» τρόπος ύπαρξης και συνύπαρξης γέννησε τον πολιτισμό της Αρχαίας Ελλάδας: την πόλιν και τους θεσμούς της, το θάμβος της αρχιτεκτονικής, την τραγωδία, το «άγαλμα» στη γλυπτική.
Για λόγους ιστορικά ευκρινείς και με καταλύτη την κοσμογονική αλλαγή στην πληθυσμική σύνθεση των ευρωπαϊκών περιοχών της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, από τον 4ο έως και τον 6ο μ.Χ. αιώνα, ανακόπηκε και εξαρθρώθηκε η συναρμογή του ελληνικού και του χριστιανικού «παραδείγματος». Οι βαρβαρικοί εισβολείς «εκχριστιανίστηκαν», δηλαδή προσάρμοσαν το εκκλησιαστικό γεγονός στις δικές τους απαιτήσεις για «θρησκεία». Ο θρησκειοποιημένος Χριστιανισμός στη Δύση έδωσε, στον μεσαίωνα, θαυμαστά δείγματα Τέχνης - τεχνικής με θρησκευτική έμπνευση και μαστορική επιδεξιότητα, αλλά η καισαρική διαφορά της Εκκλησίας από τη θρησκεία είχε πια χαθεί.
Ο Ελληνισμός, όταν, ύστερα από τέσσερις αιώνες τουρκοκρατίας, κατόρθωσε να ελευθερώσει ένα ελάχιστο τμήμα από τις κοιτίδες του πολιτισμού του, επιβίωσε για δώδεκα μόλις χρόνια με μια ανεξαρτησία δραματικά εμφυλιοπολεμική. Η αποτυχία λειτούργησε ταχύτατα ως πρόσχημα, για να καταστεί το κρατίδιο με τον Οθωνα, τοπικό προτεκτοράτο των δυτικοευρωπαϊκών Δυνάμεων, με τους θεσμούς και τις λειτουργίες του παθητικές απομιμήσεις του ευρωπαϊκού πρωτοτύπου. Κατεπειγόντως η Εκκλησία αυτοανακηρύχθηκε «αυτοκέφαλη» σε ρόλο κρατικής θρησκείας, μετασχηματίστηκε σε χρηστικό κρατικό θεσμό, με απόλυτη προτεραιότητα την ηθικιστική ωφελιμοθηρία, το νοησιαρχικό προπαγανδιστικό κήρυγμα.
Ετσι διολισθήσαμε στη θρησκειοποίηση του εκκλησιαστικού γεγονότος, στη ριζική αλλοτρίωσή του. Χάθηκε η συνείδηση μετοχής σε σώμα: ενορίας - κοινότητας. Η πίστη έπαψε να σημαίνει εμπιστοσύνη, σημαίνει ατομικές «πεποιθήσεις» ή (το ευκολότερο) υποταγή στις ντιρεχτίβες μιας «αυθεντίας».
Στην Ελλάδα σήμερα οι επίσκοποι...
Ο μανιώδης πληθωρισμός του κηρύγματος είναι η εξόφθαλμη βεβαίωση του εκπροτεσταντισμού της Εκκλησίας στην Ελλάδα. Κήρυγμα-κήρυγμα-κήρυγμα, καταιγισμός ωφελιμολογίας – όλα αρχίζουν και τελειώνουν στην κατα-νόηση και στο συναίσθημα, ακριβώς όπως και στο ΚΚΕ. Δεν αρκεί η προφορική κενολογία, υπάρχει και η έντυπη (εκατοντάδες χιλιάδες κηρυγματικά φυλλάδια η «Φωνή Κυρίου», κάθε Κυριακή), μαζί και το περιοδικό που απαραίτητα κάθε Μητρόπολη εκδίδει – εκεί τα ιδεολογικά «ψυχωφέλιμα» μοιράζονται τις σελίδες με αναρίθμητες επιδεικτικές φωτογραφικές απαθανατίσεις του τοπικού επισκόπου.
Δυστυχισμένοι άνθρωποι, χωρίς έστω και τη μικροαστική σοβαρότητα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου