Ένα ερώτημα πλανιέται πάνω από την Ελλάδα: «πότε θα επιταχτούν οι ιδιωτικές μονάδες υγείας».
Προς το παρόν, με την εξάπλωση της πανδημίας του κορωνοϊού να κινείται στην Ελλάδα σε πολύ χαμηλά επίπεδα, το δημόσιο σύστημα υγείας ανταποκρίνεται με επάρκεια στην υγειονομική κρίση που περνάμε. Στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας υπάρχουν άδεια κρεβάτια, πράγμα σπάνιο ακόμη και για συνηθισμένες περιόδους, καθώς το τελευταίο διάστημα έχουν προσληφθεί πάνω από 3.000 επαγγελματίες υγείας και άνοιξαν ΜΕΘ που παρέμεναν για χρόνια κλειστές.
Αν το δημόσιο σύστημα υγείας υγείας είχε δεχτεί πολύ μεγάλο όγκο ασθενών και είχε φθάσει στα όριά του, το αίτημα για επίταξη των ιδιωτικών μονάδων υγείας θα ήταν λογικό. Όμως, μέχρι σήμερα, τέτοια ανάγκη δεν έχει παρουσιαστεί.
Η κυρίαρχη αντίληψη στον χώρο της Αριστεράς είναι ότι η παρουσία ιδιωτικών κερδοσκοπικών επιχειρήσεων στο χώρο της υγείας -όπως και της παιδείας- βλάπτουν τα δημόσια συστήματα. Επομένως, η κατάργησή τους θα είχε θετικές συνέπειες στην κατάσταση των αντίστοιχων δημόσιων δομών.
Η πραγματικότητα διαψεύδει για ακόμη μία φορά την αριστερή θεώρηση των πραγμάτων. Υπάρχουν σε αρκετές χώρες της Ευρώπης πολύ πετυχημένα δημόσια συστήματα υγείας που προσφέρουν σε όλους τους πολίτες υπηρεσίες υψηλού επιπέδου και παράλληλα λειτουργούν ιδιωτικές επιχειρήσεις που προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε όποιον τις επιλέξει.
Κάθε πολίτης που προτιμάει την ιδιωτική επιχείρηση υγείας προσφέρει σημαντικό όφελος στο δημόσιο σύστημα, καθώς δεν επιβαρύνει τις δημόσιες δομές για την περίθαλψή του.
Το πρόβλημα με την δημόσια υγεία και παιδεία στην Ελλάδα δεν είναι η παράλληλη ύπαρξη ιδιωτών.
Το ζητούμενο για τη δημόσια πολιτική δεν είναι να κλείσει τις ιδιωτικές μονάδες υγείας και παιδείας, αλλά να χρησιμοποιήσει με τον καλύτερο τρόπο τους πόρους και τις υποδομές που διαθέτει, ώστε να υπάρξουν δημόσια συστήματα σαν αυτά που συναντάμε σε αρκετές χώρες της Ευρώπης.
Στην παιδεία, η αριστερή κριτική, που παρουσιάζει σαν υπεύθυνο τον ιδιωτικό τομέα για την κατάσταση του δημόσιου, είναι παραπλανητική και για έναν επιπλέον λόγο: επειδή καλύπτει τις ευθύνες των κομμάτων της Αριστεράς για την κατάσταση των δημόσιων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων.
Τα αριστερά κόμματα πολέμησαν την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων, αγνοώντας τις χιλιάδες Ελλήνων φοιτητών που σπουδάζουν στο εξωτερικό και αδιαφορώντας για μια παραγωγική δυνατότητα που μπορούσε να έχει η ελληνική οικονομία, όπως έχει η κυπριακή. Το έκαναν για να προστατέψουν, υποτίθεται, το δημόσιο πανεπιστήμιο. Την ίδια ώρα ανέχτηκαν και ευνόησαν τα φαινόμενα βίας στις σχολές με την επαναφορά του πανεπιστημιακού ασύλου.
Στη υπόλοιπη εκπαίδευση, η άρνηση κάθε μορφής αξιολόγησης σημαίνει την ανοχή στη λούφα και την ανικανότητα, την οποία θα πληρώσουν οι πιο αδύναμοι οικονομικά μαθητές, όσοι δεν έχουν τη δυνατότητα για ιδιωτικά σχολεία και φροντιστήρια. Είναι λογικό στην Ελλάδα να υπάρχει καχυποψία για την αξιολόγηση, αλλά τόσα χρόνια θα μπορούσαν οι εκπαιδευτικοί να προτείνουν εκείνο, από τα συστήματα αξιολόγησης των άλλων χωρών, που θεωρούν δίκαιο και εφαρμόσιμο. Έτσι, ίσως, δεν θα φτάναμε στο σημείο καθηγητές να ισχυρίζονται ότι δεν μπορούν να συμμετέχουν στη διδασκαλία από απόσταση.
Η νοοτροπία της μη αξιολόγησης, της λούφας και της αδιαφορίας, που εκτείνεται σε μεγάλο μέρος του δημόσιου τομέα, δεν είναι μια αποκλειστικά αριστερής προέλευσης. Για αυτήν ευθύνονται όλα τα κόμματα. Στο πλαίσιο του πελατειακού συστήματος είχαμε μια μορφή ιδιωτικοποίησης των δημόσιων υπηρεσιών, οι οποίες δεν δούλευαν για να εξυπηρετούν τους πολίτες, αλλά τα συντεχνιακά συμφέροντα των υπαλλήλων τους με την ανοχή της πολιτικής εξουσίας.
Η στάση των αριστερών κομμάτων απέναντι στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα περιέχει και μια πολύ κραυγαλέα υποκρισία:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου