Η παράγραφος από το ρεπορτάζ του Γιώργου Λιάλιου στην «Κ» (14/08), με θέμα την παράταση στη λειτουργία των ταβερνών στον Σχινιά, δηλώνει πυκνά και αποκαλυπτικά την ουσία της εθνικής καθυστέρησης.
Το γεγονός δεν είναι μείζον, είναι μάλλον ρουτίνας, δεν αφορά ούτε δεσμεύσεις του Μνημονίου ούτε «κόκκινα» δάνεια. Είναι μία, ανάμεσα σε δεκάδες καθημερινές ιστορίες όπου ισχυροί μηχανισμοί εξουσίας διασταυρώνονται, δημιουργώντας λες ένα αδιαπέραστο τείχος, όχι για να προστατεύσουν αλλά για να περιγελάσουν τον Νόμο.
Οι ταβέρνες, στις οποίες αναφέρεται το θέμα, βρίσκονται στην καρδιά του Εθνικού Πάρκου και έχουν κριθεί τελεσίδικα κατεδαφιστέες από το 2011. Το υπουργείο Περιβάλλοντος με ειδική ρύθμιση έδωσε «ανάσα» ενός έτους σε κτίσματα που έχουν κριθεί αυθαίρετα και για τα οποία έχουν αποφανθεί τόσο το Συμβούλιο της Επικρατείας όσο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Είπαμε όμως· το περιστατικό δεν είναι παρά μια από τις πολλές αναπαραγωγές ανομίας και αυθαιρεσίας. Κάθε χρόνο εκδίδονται παρόμοιες τελεσίδικες αποφάσεις, οι οποίες καταστρατηγούνται στη συνέχεια.
Στο μονόπρακτο αυτό (όπως και σε όλα τα συναφή) πρωταγωνιστούν καθόλα ευυπόληπτοι πολίτες και μηχανισμοί:
Είναι απλό:
Οσο όμως αυτή η «ρουτίνα» δεν αλλάζει, όσο αποφάσεις αρμοδίων οργάνων δεν τελεσφορούν αλλά αναιρούνται από διαφορετικές αποφάσεις άλλων οργάνων, όσο δηλαδή η ανακολουθία υποκαθιστά τη φυσική ακολουθία, δεν μπορούμε να αισιοδοξούμε. Ούτε για την ποιότητα του κράτους ούτε για την επόμενη μέρα των υπηρεσιών του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου