ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ
Του ΑΡΗ ΑΛΕΞΑΝΔΡΗ
Αν οι πολιτικοί ήταν κανονικοί επαγγελματίες, θα έκαναν τη δουλειά τους περίπου όπως και εμείς: με κόπο και ανασφάλεια.
Θα ζορίζονταν ανελλιπώς για να παράγουν απτά αποτελέσματα, θα ήταν υποχρεωμένοι να παρουσιάζουν και να δικαιολογούν τα αποτελέσματα αυτά αναλυτικά, θα αξιολογούνταν καθημερινά σε προσωπικό επίπεδο και σε επίπεδο έργου, θα υφίσταντο (κυριολεκτικές) κυρώσεις σε περίπτωση λάθους, θα διέτρεχαν πάντα τον κίνδυνο να αποπεμφθούν, ενώ θα ήταν αναγκασμένοι να τηρούν και αυστηρούς κανόνες συμπεριφοράς/δεοντολογίας.
Αν ήταν κανονικοί επαγγελματίες, θα εργάζονταν με τους όρους που θέτει η αγορά· το γεγονός ότι είναι εκλεγμένοι δεν θα τους διαφοροποιούσε από τους κοινούς εργαζομένους, αντιθέτως, θα θεωρείτο ηθική ενίσχυση της υποχρέωσής τους να φανούν αντάξιοι των προσδοκιών του εργοδότη τους, δηλαδή του λαού. Κι ενώ ο Νότης Μηταράκης και ο Γιώργος Πατούλης ενδέχεται να θεωρούν την οργή εναντίον τους υπερβολική –τι έκαναν στο κάτω κάτω για να αξίζουν τέτοια αποδοκιμασία;–, για τους περισσότερους πολίτες, αυτούς που κάθε μέρα δοκιμάζονται ανηλεώς με σαφώς δυσμενέστερους εργασιακούς όρους, είναι εύλογη. Στην πραγματική ζωή, άνθρωποι χάνουν τη δουλειά τους για πολύ πιο ασήμαντους λόγους.
Οι ανάρμοστες διακοπές του Μηταράκη και το άκαιρο ζεϊμπέκικο του Πατούλη, βέβαια, δεν είναι το βασικό μας πρόβλημα εν προκειμένω.
Το πρόβλημα είναι το χάσμα ανάμεσα στην αντίληψη των πολιτών και των πολιτικών περί εργασιακής ηθικής· η πάγια πεποίθηση των τελευταίων πως η θέση τους δεν είναι το άχθος που είναι, αλλά ένα πολυτελές προνόμιο το οποίο ασκείται κατά το δοκούν. Αυτή η πεποίθηση είναι που κανονικοποιεί την ανικανότητα και καθιστά την εγχώρια πολιτική διαχρονικά αλυσιτελή και μάταιη.
Αν ο Μηταράκης και ο Πατούλης διέθεταν το στοιχειώδες ένστικτο του αυτοπεριορισμού, αν είχαν τη σύνεση που κανονικά διαθέτει και ο πιο άπειρος επαγγελματίας υπό τον φόβο ότι μια κακή επίδοση θα του κοστίσει, δεν θα βρίσκονταν στη δυσάρεστη θέση που βρίσκονται σήμερα.
Είναι σχεδόν κωμικό: ο τέως υπουργός Προστασίας του Πολίτη και ο περιφερειάρχης Αττικής είχαν το ελεύθερο να είναι όσο μέτριοι ή κακοί επιθυμούσαν στη δουλειά τους, με την προϋπόθεση να είναι διακριτικοί. Και δεν μπόρεσαν να είναι ούτε καν αυτό.
Αυτές τις µέρες έχουν γραφτεί πολλά για τους δύο πολιτικούς. Οτι η συμπεριφορά τους δεν ήταν η αιτία, αλλά η αφορμή· ότι ο Μητσοτάκης «τους τα είχε μαζεμένα». Κάποιοι μάλιστα θεώρησαν ότι η κατάσταση ενδείκνυται για να παινέψουν τον πρωθυπουργό: «Εξαιρετικά αντανακλαστικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης!», «Μπράβο στον Μητσοτάκη, απαλλάχθηκε με τρόπο από δύο βαρίδια!». Αν όμως ο Μητσοτάκης ήταν πράγματι όσο σοφός υπονοεί αυτή η ερμηνεία, θα είχε καταλάβει ότι τα βαρίδια είναι βαρίδια προτού αυτά τον βαρύνουν· δεν θα είχε αφήσει δύο πρόσωπα τα οποία έχουν εμφανώς προβληματική επαφή με την πραγματικότητα και την έννοια του πολιτικού χρονισμού να εκθέσουν την κυβέρνηση και το κόμμα του στα μάτια του κόσμου, σε μια τόσο κρίσιμη συγκυρία. Από την άλλη, βέβαια, όσο μικρή ιδέα κι αν έχει κανείς για τον πρωθυπουργό, δεν μπορεί να πιστεύει ότι αγνοούσε το πολιτικό μέγεθος των δύο ανδρών κι ότι συμπέρανε την ακαταλληλότητά τους τώρα.
Επομένως, τι συμβαίνει;
Αυτό που συμβαίνει είναι η δραματική έλλειψη αξιόλογων στελεχών· η πρακτική αδυναμία της κεντρικής πολιτικής σκηνής να απορροφήσει πρόσωπα με αληθινά, δοκιμασμένα ταλέντα, πρόθυμα να επιδράσουν ουσιωδώς στον τρόπο λειτουργίας του κράτους, αντί να θρονιαστούν στον θώκο τους αυτοθαυμαζόμενα.
Η δυσκολία στην επάνδρωση παρατάξεων και κυβερνήσεων συνδέεται στενά με τη σχέση που τα κόμματα συνάπτουν με τους πολίτες: ευκαιριακή, χρησιμοθηρική και πελατειακή· μια σχέση φανατισμού ή απάθειας, που εξαρχής στηρίζεται στην εκδούλευση και στον φαιδρό παραγοντισμό που καθιέρωσαν οι νεολαίες, οι φοιτητικές παρατάξεις και τα «τραπεζάκια».
Πόσο πιθανό είναι να φυτρώσει και να επιβιώσει το μοντέρνο ανθρώπινο δυναμικό μέσα σε αυτόν τον βιότοπο;
Οι σοβαροί επαγγελματίες, ακόμη κι αν κάποια στιγμή περάσουν ξυστά ή και μέσα από τα κόμματα, δεν μένουν σε αυτά· για την ακρίβεια, είναι σοβαροί επαγγελματίες επειδή ξέφυγαν εγκαίρως από τους κομματικούς συσχετισμούς και τις δημόσιες σχέσεις. Οσο επιμελώς κι αν ψαρέψει κανείς στις δεξαμενές της ΔΑΠ και της ΟΝΝΕΔ, δύσκολα θα βρει αντίδοτο στη στελεχική ανεπάρκεια. Η λύση βρίσκεται μακριά από τον ιδρυματισμό.
Πάντως, δεν είναι ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν κοιτάζει και αλλού· ο πρόσφατος διορισμός τής μέχρι πρότινος αντιμητσοτακικής Ζέφης Δημαδάμα στη Γενική Γραμματεία Ισότητας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων είναι μια από τις πολλές ενδείξεις της διάθεσής του για πολιτική μεγαθυμία και υπερκομματικές εξερευνήσεις. Ομως ο διεμβολισμός των άλλων παρατάξεων και οι αριστερίζουσες μεταγραφές δεν αρκούν για να φέρουν τους ενεργούς και χρήσιμους πολίτες πιο κοντά στην πολιτική. Κάτι τέτοιο θα απαιτούσε...
μια βαθύτερη, εσωτερική κάθαρση: ένα χώρο όπου Δούκες και Καμπόσοι όχι απλώς δεν επιστρέφουν, αλλά, ιδανικά, δεν υπήρξαν ποτέ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου