Πάντως, η ενορμητική δοκησισοφία στην ελλαδική κοινωνία μοιάζει να έχει διαστάσεις λοιμικής.
Ολοι, στη σημερινή Ελλάδα, τα ξέρουμε όλα – αυτή την εντύπωση δίνουμε.
Συντηρούμε και κάποια έγνοια τεκμηρίωσης των λεγομένων μας, αλλά συνήθως προσχηματική, έως και γελοιώδη.
Το πρόβλημα «παντογνωσίας» του κάθε αυτοβεβαιωμένου ελληνώνυμου αντανακλά το πολιτικό μας πρόβλημα: Εδώ, στο «προοδευτικά» εκσυγχρονιζόμενο Ελλαδιστάν, η πολιτική είναι, αποκλειστικά και μόνο, διαχειριστική, εύκολη για όλους επιδεξιότητα. Στον πολιτικό λόγο, κοινοβουλευτικό και δημοσιογραφικό, δεν υπάρχει απαίτηση (ούτε καν υποψία) για συστηματική ανάλυση και στρατηγικό σχεδιασμό – η πολιτική εξαντλείται στην αναζήτηση ευφυέστερης (δηλαδή εντυπωσιακότερης) διαχείρισης υφιστάμενων θεσμών και λειτουργιών. Τουλάχιστον τα τελευταία σαράντα έξι χρόνια, μεταρρυθμιστικές τομές, ρηξικέλευθες καινοτομίες, τόλμη αλλαγής στοχεύσεων δεν υπάρχουν, είναι αδιανόητο να υπάρξουν.
Ο φόβος για το καινούργιο, ο μεθοδικός αποκλεισμός του (ίσως για να πειθαρχεί η χώρα σε σχεδιασμούς διεθνών κέντρων εξουσίας) συντηρεί, σαν αυτονόητο μονόδρομο, τη διαχειριστική εκδοχή και πρακτική της πολιτικής.
Η έκκληση «ελάτε να επενδύσετε» σημαίνει: ελάτε να μας αγοράσετε, πουλιόμαστε φτηνά. Αγοράστε τα εκπληκτικά, φυσικά μας λιμάνια, τα αεροδρόμια, το οδικό μας δίκτυο, το ηλεκτρικό που παράγουμε, το νερό που πίνουμε, τις παραλίες μας και τα έκπαγλα νησιά μας, τις ομορφιές των βουνών μας.
Τέτοια ρεαλιστικά δεδομένα δεν τα συζητούν οι «προοδευτικές» πολιτικές (δήθεν) παρατάξεις στη χώρα μας. Διότι «όλοι ξέρουν» ότι πρόκειται για «ψευδοπροβλήματα», φληναφήματα «συντηρητικών κύκλων». Ολοι «είναι βέβαιοι» ότι ο πατριωτισμός ταυτίζεται απόλυτα με την Ακροδεξιά και τον Νεοναζισμό. Συνεχίζει, λοιπόν, η διακομματική «προοδευτική» ολιγαρχία, δίχως αιδώ ή λύπην, τον ανέμελο αυτισμό της, το ιδιοτελέστατο ξεπούλημα της χώρας.
Δεν υπάρχει κόμμα, πολιτικός σχηματισμός που να διακηρύξει ότι το πέρασμα (η μετάβαση) από τη φενάκη των μεθοδευμένων εντυπώσεων στον ρεαλισμό των πολιτικών μεταρρυθμίσεων μπορεί να ξεκινήσει μόνο από τη ριζική αλλαγή του Δημοτικού Σχολείου. Οχι για να περιμένουμε να διαμορφωθεί μια «άλλης νοοτροπίας γενιά», αλλά επειδή μια πραγματική σχολική μεταρρύθμιση (όχι λουστραρίσματα εντυπωσιασμού) αλλάζει τη σύνολη κοινωνική νοοτροπία.
Μία και μόνη κυβέρνηση τετραετίας, που θα τολμήσει μεταρρυθμιστική και όχι διαχειριστική πολιτική, μπορεί να αναχαιτίσει το αναπότρεπτο πια ιστορικό τέλος του Ελληνισμού.
Τέτοια κυβέρνηση δεν πρόκειται ποτέ να προκύψει, όσο η εξουσία είναι αυτονομημένη από τη λαϊκή βούληση, μονοπώλιο μιας οικονομικής ολιγαρχίας και οικογενειών που υπουργοποιούν μειονεκτικούς βλαστούς τους μέχρι και τέταρτη γενιά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου