"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


ΔΙΕΘΝΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗ και ΚΟΙΝΩΝΙΑ: Η γέννηση του αυταρχισμού



Ο δημοσιογράφος Μίλτον Μάγερ πρωτοπήγε στη Γερμανία το 1935. «Ως Αμερικανός, έβρισκα αποκρουστική την άνοδο του εθνικοσοσιαλισμού. Ως Αμερικανός γερμανικής καταγωγής, ντρεπόμουν. Ως Εβραίος, συγκλονίστηκα. Ως δημοσιογράφος, γοητεύτηκα από το θέμα». Εμεινε ένα μήνα στο Βερολίνο προσπαθώντας να πάρει συνέντευξη από τον Χίτλερ. Δεν τα κατάφερε, και έκανε ένα μακρύ ταξίδι στη χώρα για μια σειρά από άρθρα. Εμεινε έκπληκτος: «Πρώτη φορά συνειδητοποίησα ότι ο ναζισμός ήταν ένα μαζικό κίνημα και όχι μια τυραννία των διαβολικών λίγων εις βάρος των αβοήθητων πολλών. (...) Καταστάλαξα ότι ήθελα να καταλάβω τον μέσο Γερμανό».


Ξαναπήγε το 1951. Εγκαταστάθηκε στο γραφικό Μαρβούργο (Marburg) του κρατιδίου της Εσσης. «Ποτέ δεν βρήκα τον μέσο Γερμανό, γιατί μέσος Γερμανός δεν υπάρχει. Αλλά βρήκα δέκα Γερμανούς επαρκώς διαφορετικούς μεταξύ τους, σε ό,τι αφορά την προσωπική τους ιστορία, τον χαρακτήρα, τη σκέψη, το ταμπεραμέντο τους, αλλά και όμοιους σε ένα πράγμα: υπήρξαν όλοι μέλη του ναζιστικού κόμματος»


Ουδείς κατείχε σημαντική κομματική ή κρατική θέση. Ολοι ήταν αυτό που στη Γερμανία λένε «μικροί άνθρωποι» και στην Ελλάδα «απλός κόσμος»: επιστάτης, στρατιώτης, επιπλοποιός, διαχειριστής γραφείου, φούρναρης, εισπράκτορας, επιθεωρητής, φιλόλογος καθηγητής γυμνασίου και αστυνομικός.



Εμεινε ένα χρόνο. Κέρδισε την εμπιστοσύνη τους κι έκανε μακρές συζητήσεις για τη φαιά περίοδο. 


Το αποτέλεσμα ήταν ένα συγκλονιστικό βιβλίο που εκδόθηκε το 1956 με τον τίτλο «Νόμιζαν ότι είναι ελεύθεροι. Οι Γερμανοί την περίοδο 1933-1945».



Το κρίσιμο ερώτημα



Η τωρινή άνοδος του λαϊκισμού και η αύξηση των αυταρχικών καθεστώτων σε όλο τον κόσμο έκαναν το βιβλίο ξανά επίκαιρο. Επανεκδόθηκε πέρυσι με ένα μακρύ επίλογο του ιστορικού Richard J. Evans και με ένα ερώτημα να πλανάται: μπορεί ο εφιάλτης να επαναληφθεί; Μπορεί να ξαναζήσουμε στη δίνη του Μεσοπολέμου; 


 «Το πρόβλημα είναι πως ο ναζισμός ήταν τόσο φρικιαστικός και τόσο βάρβαρος, που πολλοί άνθρωποι σε έθνη όπου ο αυταρχισμός κερδίζει έδαφος δυσκολεύονται να δουν παραλληλισμούς μεταξύ του χιτλερικού καθεστώτος και των κυβερνήσεών τους», γράφει ο διακεκριμένος καθηγητής της Νομική Σχολής του Χάρβαρντ Cass R. Sunstein. «Πολλοί παρατηρητές της ναζιστικής περιόδου απεικονίζουν μια σειρά από σχεδόν ασύλληπτα γεγονότα, ένα έθνος που αποτρελάθηκε. Αυτό επαναπαύει τους ανθρώπους με τη σκέψη ότι αυτό δεν μπορεί να ξαναγίνει. Αλλά υπάρχουν κάποιες περιγραφές της χιτλερικής ανόδου πιο βαθιές και πιο προσωπικές. Εστιάζουν λιγότερο στους γνωστούς ηγέτες, στα σημαντικά γεγονότα, στην κρατική προπαγάνδα, στους φόνους και στον πόλεμο, και περισσότερο στις λεπτομέρειες της καθημερινής ζωής. Εξηγούν πώς οι άνθρωποι μπορούν να κάθονται ήσυχοι και να ζουν κανονικές ζωές εν μέσω φριχτών γεγονότων, ή ακόμη και να συμμετέχουν σε αυτά... Ο αυταρχισμός γίνεται εφικτός από την αδράνεια, από τις μικρές αποφάσεις αμέτρητων απλών πολιτών που επιλέγουν να συνεχίσουν την καθημερινή τους ζωή αντί να αντισταθούν» (New York Review of Books 28.6.2018).



Ο Μάγερ έμεινε έκπληκτος μετά την επαφή του με τα δέκα μέλη του ναζιστικού κόμματος. Διαπίστωσε ότι «δεν ήξεραν πριν από το 1933 ότι ο ναζισμός ήταν το απόλυτο κακό. Δεν το γνώριζαν ούτε την περίοδο 1933-1945. Και δεν το ξέρουν τώρα», έγραφε το 1952.  


Ολοι πίστεψαν στον Χίτλερ. Τον έβλεπαν σαν «κάποιον που αισθανόταν τον λαό», μιλούσε εναντίον όλων των πολιτικών και των κοινοβουλευτικών κομμάτων και καταπολέμησε τη διαφθορά. Πίστευαν ότι το Ολοκαύτωμα ήταν fake news. Τέσσερις από αυτούς επέμεναν ότι οι μόνοι Εβραίοι που πήγαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης ήταν προδότες του έθνους και οι υπόλοιποι διώχτηκαν αφού πούλησαν τις περιουσίες τους σε τιμές αγοράς. Ο εισπράκτορας συμφώνησε ότι η δολοφονία των Εβραίων «ήταν λάθος εκτός αν έκαναν προδοσία εν καιρώ πολέμου και φυσικά αυτό έκαναν. (...) Κάποιοι λένε ότι έγιναν (μαζικές δολοφονίες) και κάποιοι όχι (...) μου δείχνεις φωτογραφίες απογυμνωμένων κρανίων, αλλά αυτό δεν αποδεικνύει τίποτε. (...) Και στο τέλος, τέλος ο Χίτλερ δεν είχε καμιά σχέση».



«Αυτό που συνέβη», είπε ο φιλόλογος καθηγητής, «ήταν ο σταδιακός εθισμός των ανθρώπων να κυβερνώνται διά των εκπλήξεων· να αποδέχονται αποφάσεις που έμεναν κρυφές· να πιστέψουν ότι η κατάσταση είναι τόσο σύνθετη που η κυβέρνηση έπρεπε να αναλάβει άμεση δράση σύμφωνα με πληροφορίες που ο κόσμος δεν θα καταλάβαινε, ή ότι η κατάσταση ήταν τόσο επικίνδυνη που ακόμη κι αν οι πολίτες καταλάβαιναν τις πληροφορίες, αυτές δεν θα έπρεπε να ανακοινωθούν για λόγους εθνικής ασφάλειας». Η διαδικασία οικοδόμησης ενός ολοκληρωτικού κράτους «έγινε σταδιακά και ανεπαίσθητα. Κάθε βήμα μασκαρευόταν (πιθανώς και αθέλητα) ως προσωρινό έκτακτο μέτρο, ή συσχετιζόταν με την πατριωτική πίστη και πραγματικούς κοινωνικούς σκοπούς. Ολες αυτές οι κρίσεις και όλες αυτές οι μεταρρυθμίσεις (και οι αληθινές μεταρρυθμίσεις) κρατούσαν τους ανθρώπους απασχολημένους και δεν μπορούσαν να δουν την αργή υπόγεια κίνηση, τη συνολική διαδικασία...».



Παρά την πρόσφατη άνοδο του λαϊκισμού και την αύξηση των απολυταρχικών καθεστώτων ο Cass R. Sunstein παραμένει αισιόδοξος, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τις ΗΠΑ. Το «αμερικανικό σύνταγμα έχει τις αναγκαίες ασφαλιστικές δικλίδες», γράφει. Εκτός αυτού, υπάρχει η εμπειρική ανάλυση του καθηγητή Daniel Treisman που δείχνει ότι υπάρχουν μικρές πιθανότητες να καταρρεύσουν οι δημοκρατίες, όταν παραμένουν πλούσιες και έχουν ισχυρή φιλελεύθερη παράδοση.



Ψευδαισθήσεις



Ομως η φωνή του Μίλτον Μάγερ από το παρελθόν άλλα λέει: 



«Ο ναζισμός κατέλαβε τη Γερμανία, όχι με κάποια εξωτερική επίθεση ή εσωτερική ανατροπή αλλά με μια κραυγή, ένα ουρλιαχτό. Ηταν αυτό που οι περισσότεροι Γερμανοί ήθελαν, ή έφτασαν να θέλουν υπό την πίεση της πραγματικότητας και των ψευδαισθήσεών τους. Το ήθελαν, το πήραν και τους άρεσε. Επέστρεψα (στις ΗΠΑ) λίγο φοβισμένος για την πατρίδα μου. Φοβισμένος για το τι μπορεί να θελήσουμε, τι μπορεί να πάρουμε και να μάς αρέσει υπό την πίεση της πραγματικότητας και των ψευδαισθήσεών μας. Ενιωσα –και νιώθω ακόμη– ότι δεν συνάντησα τον Γερμανό Ανθρωπο, αλλά τον Ανθρωπο. Αυτός έτυχε να γεννηθεί στη Γερμανία σε συγκεκριμένες συνθήκες. Μπορεί να γεννηθεί εδώ σε συγκεκριμένες συνθήκες· μπορεί αυτός να είμαι εγώ. Εάν εγώ και οι συμπατριώτες μου υποκύψουμε σε μια αλληλουχία συνθηκών, κανένα σύνταγμα, κανένας νόμος, καμιά αστυνομία και σίγουρα κανένας στρατός δεν θα μπορέσει να μας προστατεύσει από το κακό. (...) Τα έθνη δεν είναι φτιαγμένα από ξύλο και πέτρα, αλλά από ανθρώπους, και όπως είναι αυτοί έτσι θα είναι και τα έθνη...».

Δεν υπάρχουν σχόλια: