Η συνάντηση κορυφής της Ε.Ε. τον περασμένο Δεκέμβριο με θέμα την
ευρωπαϊκή άμυνα είχε στόχο να επαναφέρει το ζήτημα της άμυνας στο
κεντρικό τραπέζι των ευρωπαϊκών σχεδιασμών.
Το πέτυχε εν μέρει, καθώς το
ζήτημα συζητήθηκε μεν εκτενώς σε σειρά προπαρασκευαστικών συναντήσεων,
αλλά και στο πλαίσιο ειδικών μελετών, αλλά δεν ελήφθησαν ουσιαστικές
(και δεσμευτικές) αποφάσεις.
Ποιες είναι, όμως, οι σημαντικότερες
εξελίξεις και οι κρίσιμες επιλογές στον χώρο της ευρωπαϊκής άμυνας;
Η
κυριότερη εξέλιξη είναι η σαφής μείωση των αμυντικών δαπανών όλων των
ευρωπαϊκών χωρών, τάση που προϋπήρχε αλλά εντάθηκε λόγω κρίσης. Επίσης,
είναι σαφής η μείωση του αμερικανικού ενδιαφέροντος για τις ευρωπαϊκές
εξελίξεις και η στρατηγική στροφή προς την Ασία, με κεντρικό στόχο την
εξισορρόπηση της Κίνας. Τέλος, έχει αυξηθεί σημαντικά η στρατηγική
αστάθεια στη γεωγραφική περιοχή νότια και νοτιοανατολικά της Ευρώπης, με
εστίες εντάσεων που περιλαμβάνουν πολιτική αστάθεια, εμφύλιες συρράξεις
με εμπλοκή τρίτων δυνάμεων, ισλαμική τρομοκρατία και αποτυχημένα κράτη.
Η δε ευρωπαϊκή οικονομική και πολιτική κρίση είχε εμφανείς αρνητικές
συνέπειες για την εικόνα της Ε.Ε. και την ικανότητά της να παίξει
ουσιαστικό ρόλο στη διαχείριση περιφερειακών και διεθνών εξελίξεων.
Η -μη αναστρέψιμη, εκτός αν υπάρξει άμεση εξωτερική απειλή για την
ευρωπαϊκή ασφάλεια- μείωση των διατιθέμενων πόρων υποχρεώνει την Ευρώπη
να επανεξετάσει τη «στρατηγική φιλοδοξία της»: να αναγνωρίσει το είδος
των απειλών, να αποκτήσει τις ανάλογες δυνατότητες και να αναζητήσει
τρόπους αποτελεσματικότερης αξιοποίησης των χρημάτων που ξοδεύει για την
άμυνα και την ασφάλεια.
Ως προς τη στρατηγική φιλοδοξία, η Ε.Ε. θα
πρέπει να αποδεχθεί ότι τα γεωγραφικά όρια δράσης δεν θα πρέπει να
ξεπερνούν την Ανατολική Μεσόγειο, τη Βόρειο και την Υποσαχάρια Αφρική,
όσον δε αφορά στις αποστολές αυτές θα πρέπει να περιλαμβάνουν την
εδαφική άμυνα της Ευρώπης, τη φύλαξη των χερσαίων και θαλασσίων συνόρων
και, υπό αυστηρές προϋποθέσεις, τη σταθεροποίηση αποτυχημένων κρατών
στις εν λόγω περιοχές.
Η αποτελεσματικότερη αξιοποίηση των πόρων αποδεικνύεται εξαιρετικά
δύσκολη υπόθεση καθότι η άμυνα βρίσκεται στον σκληρό πυρήνα της εθνικής
κυριαρχίας και η Ε.Ε. εξακολουθεί να έχει 28 εθνικούς αμυντικούς
προϋπολογισμούς και «στρατηγικές κουλτούρες». Οι πρωτοβουλίες «Pooling
& Sharing» και «Smart Defence» της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ αντίστοιχα δεν
έχουν βελτιώσει θεαματικά την κατάσταση. Αρνητικά αναμένεται να
επηρεαστεί και η ευρωπαϊκή Αμυντική Τεχνολογική Βιομηχανική Βάση (DTIB),
ζήτημα που αφορά άμεσα τις μεγάλες βιομηχανικές δυνάμεις της Ε.Ε.
Προφανώς οι προοπτικές για την εμβάθυνση της ευρωπαϊκής συνεργασίας στον
τομέα της άμυνας και της ασφάλειας επηρεάζονται σε σημαντικό βαθμό από
τις γενικότερες εξελίξεις σχετικά με το μέλλον της Ε.Ε.
Σε κάθε
περίπτωση, αν η Ε.Ε. θέλει να συμπεριλαμβάνεται στις παγκόσμιες δυνάμεις
του 21ου αιώνα, δεν έχει την πολυτέλεια να παραμελήσει περαιτέρω τη
στρατιωτική ικανότητά της (hard power), παρά το γεγονός ότι η «ήπια
ισχύς» (soft power) θα συνεχίσει να αποτελεί το βασικό εργαλείο για τον
διεθνή ρόλο της Ενωσης.
Αυτό ενδιαφέρει και τη χώρα μας που βρίσκεται
γεωγραφικά στην πρώτη γραμμή «άμυνας» της Ευρώπης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου