Αυτό ακριβώς κάνει φανερό ότι καμιά ηθική αρετή δεν υπάρχει μέσα μας εκ φύσεως. Πραγματικά δεν υπάρχει πράγμα εφοδιασμένο από τη φύση με κάποιες ιδιότητες, που να μπορείς να το συνηθίσεις να αποκτήσει άλλες ιδιότητες.
Παράδειγμα η πέτρα: καμωμένη από τη φύση να πηγαίνει προς τα κάτω, δεν είναι δυνατό να συνηθίσει να πηγαίνει προς τα πάνω, έστω κι αν χιλιάδες φορές προσπαθήσει κανείς να της το μάθει πετώντας και ξαναπετώντας την προς τα πάνω∙ […] γενικά δεν υπάρχει πράγμα καμωμένο από τη φύση να συμπεριφέρεται με έναν ορισμένο τρόπο, που να μπορεί να συνηθίσει να συμπεριφέρεται με άλλον τρόπο. Συμπέρασμα: οι αρετές δεν υπάρχουν μέσα μας εκ φύσεως […] η φύση μάς έκανε επιδεκτικούς στις αρετές, τέλειοι όμως σ’ αυτές γινόμαστε με τη διαδικασία του έθους». Αριστοτέλους Ηθικά Νικομάχεια, βιβλία Α΄-Δ΄, εισ.-μτφ.-σχ. Δ. Λυπουρλής. Θεσσαλονίκη: Ζήτρος 2006, 1103a 1, 13-18, σελ. 237-239.
Στο Ερμηνευτικό Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Liddell Scott Jones διαβάζουμε ότι η λέξη «ἔθος: -εος, τὸ (ἔθω)» είναι «συνήθεια, ἔθιμον, ἔθος τὸ πρόσθε τοκήων (ἔνθα εἶναι σχεδὸν ταυτόσημον τῇ λέξει ἦθος)». Από τη λέξη «έθος» προκύπτει η λέξη «έθιμο», αλλά και ο εθισμός. Εκτιμάται ότι και οι δύο λέξεις προέρχονται από το «έξω», που είναι ο μέλλων χρόνος του ρήματος «έχω». Και σε αμιγώς θεωρητικό επίπεδο αν το εξετάσει κάποιος, φαντάζει ακριβής η ετυμολογική εκτίμηση. Το ήθος και το έθος αποκτώνται, δεν είναι σύμφυτα με τον άνθρωπο, αλλά εκείνος τα οικειοποιείται σε μέλλοντα χρόνο, εάν επαναλαμβάνει διαρκώς τις πράξεις που οδηγούν σε αυτά.
Ο άνθρωπος δεν είναι αυτογέννητος, αλλά μια κατασκευή.
Οι προτιμήσεις μας δεν έγιναν τυχαία, δεν μας δόθηκαν σκόρπια φύλλα τράπουλας που είχαν πάνω τους τα σχήματα που προτιμούμε, τις λέξεις που μας συγκινούν, τις πολιτικές παρατάξεις και ιδεολογίες όπου στηρίζουμε τις ελπίδες μας και εναποθέτουμε τις πίστεις μας, τις αγαπημένες γεύσεις και τις μουσικές που μας συγκινούν.
Η κατ’ επανάληψιν τροφοδότησή μας με τα προαναφερθέντα δεδομένα παρασκεύασε τον χαρακτήρα που προτιμά και απορρίπτει, δοξάζει και ονειδίζει, ελπίζει και απεύχεται. Αν πάψουμε για λίγο την ακατάσχετη ροή των σκέψεων, αν διακόψουμε το ορμητικό ρεύμα των αδιάκοπων λογισμών και κάνουμε κάτι το οποίο συνήθως αποφεύγουμε, προβούμε δηλαδή σε αυτοπαρατήρηση, θα διαπιστώσουμε ότι ελάχιστες επιλογές μας είναι αυθεντικές, πηγαίες, προέκυψαν από το υπαρκτικό μας κέντρο, το οποίο ελκύσθηκε από τη γνήσια συνάφεια, που είχε εκείνο που διαλέξαμε, με εμάς.
Ακόμα και στο θέμα της τροφής, που δεν μπορεί να χωρέσει πολλή… προπαγάνδα ανάμεσα στο φαγητό και στους γευστικούς κάλυκες της γλώσσας, οι άνθρωποι θεωρούν ως υποδείγματα απόλαυσης και καλής γεύσης τα «μοντέλα» μαγειρέματος που αποθήκευσαν πρώτα στις μνήμες τους. Το φαγητό της μαμάς και της γιαγιάς σίγουρα δεν ήταν το καλύτερο στον κόσμο, αλλά ήταν χρονικά το πρώτο με το οποίο ήρθαμε σε άμεση επαφή.
Δεν λησμονιέται το στιλ του μαγειρέματος που δοκιμάσαμε στις αρχές του βίου μας. Θεωρούμε αξεπέραστες τις επιδόσεις αυτών των προσφιλών προσώπων στη μαγειρική επειδή είχαμε την τύχη να δοκιμάσουμε τις δημιουργίες τους χιλιάδες φορές, σε διάφορες περιστάσεις, καιρικές συνθήκες, σημαντικά περιστατικά, εορτές και σχόλες.
Κατασκευές είμαστε και η λειτουργία μας, οι αντοχές μας και η ποιότητά μας εξαρτώνται άμεσα από τις γνώσεις, τις ικανότητες, τις προθέσεις και, φυσικά, το ήθος και το έθος των κατασκευαστών, των μεγάλων μηχανικών παραγωγής εντυπώσεων.
Κάπως έτσι φτάνουν...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου