Για ποιον σοσιαλισμό όμως;
Όχι εκείνον της φτώχειας, της απομόνωσης και του Γκούλαγκ. Αλλά για τον άλλο, τον πλούσιο, τον κοσμοπολίτικο και τον δημοκρατικό.
Τον σοσιαλισμό με τα λεφτά των άλλων. Αυτόν που η Ελλάδα οικοδομεί επίμονα, από το ’75 μέχρι και τις μέρες μας, με την ευγενή φροντίδα όλων των πολιτικών παρατάξεων και φυσικά υπό τις ιαχές της συντριπτικής πλειοψηφίας των πολιτών.
Τον σοσιαλισμό του Άκη, του Γιάννου και των άλλων των παιδιών. Αυτόν που κανένα μνημόνιο και κανένας δανειστής δεν μπορεί να μας τον πάρει.
Και όταν λέμε σοσιαλισμό, ως σχήμα καθ' υπερβολή, εννοούμε τον ελληνικό κρατισμό. Αυτόν που επιτρέπει στο κόμμα που αναρριχάται με νόμιμες εκλογές στην εξουσία να μοιράζει κατά το δοκούν τον πλούτο που παράγουν οι πολίτες του τόπου. Είτε σε ευνοούμενους ημέτερους επιχειρηματίες, είτε σε κρίσιμες ομάδες πολιτών - πελατών, είτε στον εαυτό του, με στόχο τη διευρυμένη αναπαραγωγή της πολιτικής ισχύος του. Όταν το κράτος είναι ο γκρουπιέρης και τα θεσμικά αντίβαρα χωλαίνουν ηθελημένα, τότε και η ατομική προσοδοθηρία γίνεται ευκολότερη, μιας και η συλλογική νομιμοποιείται μέσω της δικαίωσης των αγώνων. Όσο το κράτος είναι μεγαλύτερο και πλουσιότερο, τόσο η πελατειακή λογική ανθεί και επεκτείνεται, όλοι ζητούν κάτι περισσότερο και οι κυβερνήσεις είναι σχεδόν υποχρεωμένες να ικανοποιούν τα αιτήματα, αν θέλουν να επιβιώσουν και να αναπαραχθούν στις επόμενες εκλογές. Μέσα στην αναμπουμπούλα κάποιοι πονηροί ταγοί ενθυλακώνουν και μερικά εκατομμύρια. Σχεδόν φυσιολογικό.
Ένα πάγιο αίτημα του συνδικαλιστικού κινήματος ήταν και το ενιαίο μισθολόγιο (ΕΜ) των δημοσίων υπαλλήλων, που καθιερώθηκε τον Νοέμβριο του 2011. Ίσως με την υστεροβουλία ότι όλοι θα αμείβονταν με το μεγαλύτερο δυνατό μισθό. Δεν εφαρμόσθηκε όμως αμέσως, μιας και ήταν αδύνατο να δοθούν σε όλους τους υπαλλήλους οι υψηλοί μισθοί των «ρετιρέ» του δημοσίου, όσο και αδύνατο να μειωθούν αναλογικά οι μισθοί των ευνοουμένων θυλάκων της κρατικής μηχανής. Βλέπετε, το πολιτικό κόστος καθορίζει ακόμα την οικονομική πολιτική. Δυστυχώς ενέσκηψε η γνωστή οικονομική κρίση, η Ελλάδα μπήκε στα μνημόνια και ο σοσιαλισμός της σε δοκιμασία. Η τρόικα επέβαλε το ΕΜ με στόχο τη μείωση των μισθών και του υπερβολικού δημοσιονομικού κόστους.
Αμ δε! Επειδή εδώ είναι Ελλάδα και δεν είναι παίξε γέλασε, καθιερώθηκε η «προσωπική διαφορά του 25%» για τους εν ενεργεία υπαλλήλους, που δεν επέτρεπε μειώσεις κάτω από το 25% του παλιού μισθού. Και ας έπεφτε το ξύλο της αρκούδας στον ιδιωτικό τομέα, οι φόροι του οποίου μισθοδοτούν τον δημόσιο. Οι παλιοί υπάλληλοι κάποια στιγμή θα έφευγαν προς τη σύνταξη, οπότε όλοι οι νέοι που θα προσλαμβάνονταν μετά το 2011 θα έμπαιναν στο ενιαίο και μειωμένο μισθολόγιο. Όλα αυτά λειτουργούσαν μέχρι χτες, ώσπου ήρθε ο υπουργός Οικονομικών να δώσει την προσωπική διαφορά ως επιμίσθιο και στους νέους υπαλλήλους του υπουργείου του, που προσελήφθησαν μετά την 1/11/2011. Ένα πρόσθετο ετήσιο κόστος περίπου 10 εκ. για όλους μας, σ’ αυτούς τους δύσκολους καιρούς. Και από κοντά οι δικαστικοί υπάλληλοι, που ήδη κινητοποιούνται και ζητούν μια ανάλογη εξαίρεση, και σε λίγο όλοι του δημοσίου, έτσι ώστε η εξαίρεση να γίνει κανόνας.
Προφανώς και υπάρχουν ΔΥ σε ειδικές υπηρεσίες (πχ. ΑΑΔΕ, ΕΛΣΤΑΤ), που ενδεχομένως αξίζουν κάποιας ιδιαίτερης ανταμοιβής για τις θέσεις ευθύνης που κατέχουν και τις υπηρεσίες που παρέχουν προς τους πολίτες. Το ειδικό όμως μισθολογικό καθεστώς θα έπρεπε να είναι αποτέλεσμα διάφανης αξιολόγησης και όχι δώρο πελατειακής αντίληψης. Το κράτος δικαίου πρέπει να αμείβει τους δημόσιους λειτουργούς που αξίζουν, αφού όμως μετρηθεί η προσφορά τους. Και μάλιστα από ανεξάρτητη αρχή. Γιατί μπορεί να υπάρχει δάσκαλος σε νησί με δύο σοβαρά, σχετικά μεταπτυχιακά που να κάνει στο 3θέσιο σχολείο του «παπάδες». Γιατί να μην τα πάρει και αυτός; Αλλά η ουσιαστική αξιολόγηση είναι νεοφιλελεύθερο μέτρο που δεν συνάδει με την αριστερή διακυβέρνηση της χώρας. Ούτε με τον σοσιαλισμό μας.
Η κρίση μπορεί ακόμα να ταλανίζει τους πολίτες, να προκαλεί ένα τεράστιο για τα ελληνικά δεδομένα κύμα φυγής προς το εξωτερικό, αλλά για το ελληνικό δημόσιο και μάλιστα για κάποιες ειδικές ομάδες βρισκόμαστε ήδη στη φάση της υπερανάπτυξης. Τα επιδόματα και οι ειδικές ρυθμίσεις ξεφυτρώνουν και πάλι υπό τον μανδύα της ισότητας και της δικαιοσύνης για να κάνουν ακόμα μεγαλύτερες τις ανισότητες και να τραυματίσουν το περί δικαίου αίσθημα. Γιατί αυτά τα 10 εκ. ετησίως θα λείψουν προφανώς από κάποιους άλλους που ενδεχομένως το αξίζουν περισσότερο λόγω των ικανοτήτων και της προσφοράς τους ή το χρειάζονται λόγω των πολύ χαμηλών μισθών τους.
Ο κρατισμός όμως νοιάζεται αποκλειστικά για την οικεία νομενκλατούρα του και η εξουσία για τους πελάτες της. Εκλογές έρχονται και ως συνήθως η κυβέρνηση θα δώσει κάτι παραπάνω όπου μπορεί, πάντα αυθαίρετα, χωρίς ένα ενιαίο ορθολογικό σχέδιο. Γιατί ο στόχος δεν είναι η βελτίωση της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών, αλλά το εκλογικό όφελος του νταλαβεριτζή. Το έκαναν και οι προηγούμενοι του παλιού πολιτικού συστήματος, το κάνουν και οι σημερινοί αντισυστημικοί αριστεροδέξιοι. Κανέναν όμως δεν έσωσαν αυτές οι πελατειακές σούπερ προσφορές. Ειδικά προς τους ΔΥ, η πλειοψηφία των οποίων θεωρεί ως αυτονόητο το δικαίωμα σε κάθε παροχή. Ακόμα και η πιθανολογούμενη αναστολή της μείωσης των συντάξεων δεν θα αποτρέψει το μοιραίο. Η ιστορία έχει αποδείξει ότι, όταν μια κυβέρνηση πάρει την κάτω βόλτα, θα την ολοκληρώσει με την πτώση της. Είναι ζήτημα ροπής.
Ένα σημαντικό τμήμα του εκλογικού σώματος αισθάνεται ότι το τέλμα, μέσα στο οποίο λασπομαχούμε από το ’15 και μετά, πρέπει να αποξηρανθεί. Δεν είναι δυνατό να βιώνουμε ακόμα τα συμπτώματα της κρίσης, την οποία ο υπόλοιπος κόσμος έχει σχεδόν ξεχάσει. Η δικής μας αβελτηρία φέρει την υπογραφή ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ και ο κόσμος το ξέρει. Μπορεί να μην έχει συνειδητοποιήσει επακριβώς τα αίτια της κακοδαιμονίας μας. Να μην την αποδίδει στις κρατικιστικές στρεβλώσεις, τους κλειστούς θεσμούς και τον δομικό αντιπαραγωγισμό. Καταλαβαίνει όμως ότι...
η λύση βρίσκεται κάπου ανάμεσα στην ελεύθερη αγορά, την ιδιωτική πρωτοβουλία και την εργασία. Σίγουρα φοβάται και αμφιβάλει, αλλά νιώθει ότι το υπάρχον τού εξασφαλίζει μόνο τη φτώχεια του και τον οδηγεί στη μετανάστευση. Η φτώχεια των πολλών, η χρυσή συνταγή της παγκόσμιας αριστεράς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου