Πιο συγκεκριμένα, η τεχνολογία αυτή βασίζεται στη μέτρηση των χημικών μορίων που δημιουργούν αυτή την οσμή -του μείγματος των πτητικών οργανικών ενώσεων, όπως τις αποκαλούν οι ειδικοί- από την ανάλυση των οποίων μπορεί να προσδιοριστεί η ταχύτητα με την οποία αποσυντίθεται ο συγκεκριμένος τόμος. Κάτι που σημαίνει ότι εκτός από το ότι επιτρέπει τον έλεγχο πολλών αντιτύπων σε μικρό χρονικό διάστημα, ώστε να διαπιστωθεί ποια από αυτά έχουν υποστεί τη μεγαλύτερη φθορά, η διαδικασία αυτή αφήνει τα βιβλία εντελώς ανέπαφα.
Η ανακάλυψη αυτή έρχεται σε μία εποχή όπου η διαφύλαξη πολλών γραπτών κειμηλίων είναι πιο επιτακτική από ποτέ. Οπως υποστήριξαν άλλωστε πολλοί από τους συμμετέχοντες στο Παγκόσμιο Συνέδριο Χημείας, το οποίο διεξήχθη στο Τορίνο, το 75% των αντιτύπων που φυλάσσονται στις βιβλιοθήκες της Ευρώπης κινδυνεύουν να καταστραφούν μέχρι το τέλος του 21ου αιώνα, αν δεν υποβληθούν σε συντήρηση. Ο λόγος είναι πως οι περισσότεροι από αυτούς τους τίτλους έχουν εκδοθεί μετά το 1850 όταν, με την εκβιομηχάνιση της τυπογραφίας, ξεκίνησε η κατεργασία του χαρτιού με κολοφώνιο (μία ειδική ρητίνη) και θειικό αργίλιο, ώστε το μελάνι να μη διαβρέχει όλη τη σελίδα και να παραμένουν ευανάγνωστοι οι τυπωμένοι χαρακτήρες.
Ετσι, αν και η χρήση των συγκεκριμένων υλικών έκανε πιο εύκολη την αδιαβροχοποίηση του χαρτιού απ’ ό,τι στο παρελθόν, όπως αποκαλύφθηκε γύρω στο 1930, είχε επίσης και σαν συνέπεια την ταχύτερη φθορά των βιβλίων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου