Μετά τις φρικαλεότητες της Χαμάς στο Ισραήλ και ενόψει του κινδύνου από τη δράση τζιχαντιστών τρομοκρατών και στην Ελλάδα ο κυβερνητικός εκπρόσωπος διαβεβαίωνε ότι «οι αρμόδιες αρχές είναι όπως πάντα σε επιφυλακή». Υποτίθεται ότι ήθελε να καθησυχάσει αλλά όταν μιλάμε για τις ελληνικές «αρμόδιες αρχές» λίγα πράγματα είναι τόσο ανησυχητικά όσο το ότι κάνουν τη δουλειά τους «όπως πάντα». Όχι μόνο δεν έχει περάσει πολύς καιρός από τη μέρα που Κροάτες χουλιγκάνοι διέσχισαν ανενόχλητοι την Ελλάδα αλλά και η τότε ηγεσία της αστυνομίας παραμένει ηγεσία της αστυνομίας και σήμερα.
Η επιβεβαίωση του ότι έχουμε κάθε λόγο να ανησυχούμε ήρθε μια ή δυο μέρες μετά όταν συνελήφθη στην Ελλάδα ένας καταζητούμενος από την Ιντερπόλ Κούρδος τρομοκράτης. Πριν πείτε «ορίστε Βουλαρίνε, οι αρμόδιες αρχές είναι αποτελεσματικές» επιτρέψτε μου να σας πως ο τρομοκράτης συνελήφθη σε έναν τυχαίο έλεγχο στα Εξάρχεια. Αστυνομικοί σταμάτησαν δύο περαστικούς για έλεγχο, ο ένας από τους δύο φέρονταν περίεργα, οι αστυνομικοί έκαναν καλά τη δουλειά τους και αντί να τον αφήσουν να πάει στην ευχή του Θεού τον πήγαν στο τμήμα, του πήραν τα δακτυλικά αποτυπώματα και έτσι διαπίστωσαν ότι υπήρχε ένταλμα σύλληψης σε βάρος του.
«Και πού είναι το πρόβλημα;» θα ρωτήσει ο ανυπόμονος αναγνώστης.
Ε λοιπόν το πρόβλημα είναι ότι ο καταζητούμενος τρομοκράτης είχε κάνει αίτηση ασύλου κανονικά και με το νόμο. Παρότι στη διαδικασία της αίτησης προβλέπεται η λήψη δακτυλικών αποτυπωμάτων φαίνεται ότι η λήψη αυτή (αν γίνεται) γίνεται για συλλεκτικούς λόγους. Φαίνεται ότι κανείς δεν μπαίνει στον κόπο να ελέγξει τι είναι αυτός που ζητά άσυλο και ο οποίος με το χαρτί της αίτησης μπορεί να κυκλοφορεί ελέυθερος και ωραίος (και πιθανώς φονικός) στη χώρα.
Φυσικά δεν είναι μόνο οι ελληνικές αρχές οι οποίες έχουν κρεμάσει ένα μεγάλο «ΑΝΟΙΞΑΜΕ ΚΑΙ ΣΑΣ ΠΕΡΙΜΕΝΟΥΜΕ» στους τζιχαντιστές που θέλουν να τιμήσουν τον τίτλο τους και να επιτεθούν στον ελεύθερο κόσμο. Ο τζιχαντιστής δολοφόνος του Βελγίου, όπως σχεδόν όλοι οι τζιχαντιστές δολοφόνοι (έχει κανείς άραγε υπολογίσει πόσοι Ευρωπαίοι έχουν πέσει θύματα του σκοταδιστικού παροξυσμού τους;), ήταν «γνωστός στις αρχές». Με δεδομένο ότι δεν ήταν γνωστός για τις αθλητικές του επιδόσεις ή για το ταλέντο του στο τραγούδι καταλαβαίνουμε ότι και αυτός ήταν μια ωρολογιακή βόμβα την οποία οι αρχές του Βελγίου άφησαν να σκάσει απρόθυμες (ή ανήμπορες, δεσμευμένες από αυτοκατατροφικούς νόμους) να την απενεργοποιήσουν. Δεν μιλάμε για παραβάτη του ΚΟΚ ή κάποιον που είχε δεχτεί παρατήρηση επειδή δεν σεβάστηκε τις ώρες κοινής ησυχίας. Μιλάμε για κάποιον που εκτός από καταδικασμένος στην πατρίδα του, την Τυνησία, ήταν μπλεγμένος μέχρι και σε εμπορία ανθρώπων. Και κυρίως ήταν κάποιος ο οποίος αφού η αίτηση ασύλου του είχε απορριφθεί συνέχισε να ζει ανενόχλητος στο Βέλγιο και να ονειρεύεται τους φόνους των απίστων που θα του εξασφάλιζαν τον παράδεισο των πιστών.
Ο φανταστικός του διάλογος με τις αρμόδιες υπηρεσίες πάει κάπως έτσι:
Υπάλληλος ασύλου – Κύριέ μου, η αίτησή σας απορρίφθηκε. Είστε παράνομος μετανάστης.
Τζιχαντιστής – Παράνομος; Και τώρα τι θα μου κάνετε;
Υπάλληλος – Τίποτα, κύριέ μου. Τι να σας κάνουμε; Απλώς θα είστε παράνομος.
Τζιχαντιστής – Κι αυτό τι συνέπειες θα έχει;
Υπάλληλος – Καμία συνέπεια κύριε, τι άλλη συνέπεια να έχει; Δεν αρκεί που θα είστε παράνομος;
Τζιχαντιστής – Δηλαδή θα μπορώ να κυκλοφορώ ελέυθερα όπως πριν;
Υπάλληλος – Βεβαίως, κύριέ μου. Τι, επειδή είστε παράνομος θα σας περιορίσουμε; Για όνομα του Θεού. Τι είναι αυτά που λέτε; Πηγαίντε να σκοτώσετε κανέναν άπιστο.
Με λίγα λόγια, αν αναρωτιέστε πόσο προστατευμένοι είμαστε απέναντι στους τζιχαντιστές η απάντηση είναι μία:
ΟΧΙ και πολύ.
Και το χειρότερο είναι ότι...
αυτό συμβαίνει από επιλογή. Και μπράβο μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου