Του ΑΓΓΕΛΟΥ ΚΩΒΑΙΟΥ
Το περίεργο με το Ολυμπιακό Στάδιο δεν είναι ότι έκλεισε μέχρι νεωτέρας. Είναι ότι δεν είχε κλείσει εδώ και χρόνια.
Οι εκατοντάδες (ίσως και χιλιάδες) πολίτες που καθημερινώς και κυρίως τα Σαββατοκύριακα επισκέπτονται τους γύρω χώρους για άθληση, περιπάτους και όποιες άλλες δραστηριότητες, διαπίστωναν δια γυμνού οφθαλμού την ερειπιώδη κατάσταση του στεγάστρου, τις εκτεταμένες φθορές και τις σκουριές και απορούσαν πώς είναι δυνατόν να λειτουργεί μία τέτοια εγκατάσταση.
Κάποιοι μπορεί να υπέθεταν ότι «δεν μπορεί, κάποιος θα έχει ασχοληθεί».
Κι όμως, δεν είχε ασχοληθεί κανείς. Όπως και σε πολλά άλλα πεδία, τα πράγματα είχαν αφεθεί στην τύχη τους. Και προφανώς, από τύχη δεν είχε συμβεί το μοιραίο.
Ασχέτως του πώς, γιατί και πότε έγιναν ή δεν έγιναν κάποιες μελέτες και τι διαπιστωνόταν ή γνωμοδοτούνταν σε αυτές, η περίπτωση του Ολυμπιακού Σταδίου είναι ένα χαρακτηριστικό δείγμα της εκτεταμένης σήψης, παράλυσης και διάλυσης του ελληνικού κράτους και του δημόσιου τομέα, που υποτίθεται ότι διαφυλάσσει την ύπαρξη και λειτουργία του.
Δεν πρέπει κανείς να αυταπατάται. Είναι και αυτό ένα δείγμα της παρακμής, που έρχεται να προστεθεί στο δυστύχημα των Τεμπών, στις διαπιστώσεις για το πώς και με ποιους όρους λειτουργεί η ακτοπλοΐα, στην νωχελική λειτουργία της αστυνομίας που φάνηκε στη Νέα Φιλαδέλφεια και σε τόσα άλλα με τα οποία έρχονται καθημερινώς αντιμέτωποι οι πολίτες στις επαφές τους με το Δημόσιο.
Είναι βέβαιο ότι θα ακολουθήσουν και άλλα, περισσότερο ή λιγότερο σοβαρά.
Υπό αυτές τις συνθήκες και όσο στην πολιτική σκηνή εξελίσσονται διάφορα κωμικοτραγικά, οφείλει κανείς να είναι ρεαλιστής.
Και πρώτος και καλύτερος ο Πρωθυπουργός και η κυβέρνηση της οποίας προΐσταται: το πρόταγμα του εκσυγχρονισμού του κράτους είναι ανεδαφικό ή, αν θέλει κανείς να είναι λιγότερο απόλυτος, ασύμβατο με τις πραγματικές συνθήκες. Το κράτος δεν χρειάζεται εκσυγχρονισμό. Για την ακρίβεια, δεν επιδέχεται εκσυγχρονισμό. Χρειάζεται πολύ απλά να λειτουργήσει. Ξεκινώντας από τα στοιχειώδη και προχωρώντας στα πιο δύσκολα.
Ο εκσυγχρονισμός προϋποθέτει μία συνθήκη: ότι κάτι γενικώς λειτουργεί με όρους απαρχαιωμένους και απλώς πρέπει, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, να το προσαρμόσουμε στις απαιτήσεις της νέας εποχής.
Εδώ δεν λειτουργεί τίποτε, το ξεχαρβάλωμα είναι βαθύ και εκτεταμένο και οι ευθύνες όλο αναζητούνται και ποτέ δεν βρίσκονται και δεν αποδίδονται.
Με αυτούς τους όρους, το στέγαστρο Καλατράβα είναι μία οδυνηρή αλληγορία για την κατάσταση του ελληνικού κράτους.
Και επειδή δεν πρέπει να υπάρχουν κι άλλες αυταπάτες:
Ούτε το στέγαστρο επισκευάζεται, ούτε το Ολυμπιακό Στάδιο πρόκειται να επαναλειτουργήσει στο ορατό μέλλον.
Με αυτές τις βάσιμες υποθέσεις, μπορεί κανείς να κάνει τους παραλληλισμούς του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου