Ο διαχρονικά πολύτιμος «Ελληνικός κινηματογράφος» (Ελληνικά Γράμματα, 2005) των Αγγελου Ρούβα – Χρήστου Σταθακόπουλου μας υπενθυμίζει το «αρχέτυπο» του κομματόσκυλου, όπως αυτό αποτυπώνεται σε δύο κλασικές πια κωμωδίες από τη χρυσή περίοδο της Φίνος Φιλμ: «Υπάρχει και φιλότιμο» και «Τζένη-Τζένη». Οι ταινίες βγήκαν στις αίθουσες με χρονική διαφορά τριών… μηνών (τον Δεκέμβριο του 1965 η πρώτη, τον Φεβρουάριο του 1966 η δεύτερη, στα απόνερα των Ιουλιανών και στα προεόρτια της δικτατορίας), σημείωσαν μεγάλη εμπορική επιτυχία και συνδέονται με μια σειρά από συμπτώσεις/ομοιότητες που παραείναι πολλές για να τις παραβλέψει κανείς. Αμφότερες φέρουν τη σεναριακή υπογραφή δύο εξαιρετικά δημοφιλών θεατρικών διδύμων της εποχής: των Αλέκου Σακελλάριου – Χρήστου Γιαννακόπουλου η πρώτη, των Ασημάκη Γιαλαμά – Κώστα Πρετεντέρη η δεύτερη. Και στις δύο πρωταγωνιστεί ο Λάμπρος Κωνσταντάρας στον ρόλο του ισχυρού πολιτικού παράγοντα, ενώ ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος ερμηνεύει το κομματόσκυλο. Ακόμη και τα επώνυμα των χαρακτήρων με την πιο έντονη αρνητική φόρτιση -«Γκρούεζας» στην πρώτη, «Γκόρτσος» στη δεύτερη- είναι παρόμοια αστεία/κακόηχα.
Από εκεί κι έπειτα αρχίζουν οι διαφορές που (με τη συνδρομή της ερμηνείας του Παπαγιαννόπουλου, μιας λεπτής ερμηνείας αποχρώσεων) μας αποκαλύπτουν πολύ περισσότερα για το «αρχέτυπο» του κομματόσκυλου από όσα θα μας αποκάλυπτε μια απλή κωμική σεναριακή σύμβαση.
Το ακριβώς αντίστροφο ισχύει στο «Υπάρχει και φιλότιμο». Εδώ ο Παπαγιαννόπουλος δεν είναι το τσιράκι κάποιου «κακού»· είναι ο «κακός», ο Γκρούεζας αυτοπροσώπως. Δηλώνει τυφλή υποταγή στο κόμμα και στα εκάστοτε «αφεντικά» του, τη στιγμή που δεν κουράζεται να δουλεύει αποκλειστικά για πάρτη του, να εξυπηρετεί την προσωπική του «ατζέντα» -με outsourcing λοβιτούρες, καθώς θα λέγαμε σήμερα- φροντίζοντας ώστε η «ατζέντα» του να επικαλύπτεται ή τουλάχιστον να μην έρχεται σε αντίθεση με την «ατζέντα» του κόμματος. Υφίστανται πραγματικά διάλογοι σε αυτήν την ταινία του 1965 που, είτε προέρχονται από την πένα των Σακελλάριου – Γιαννακόπουλου είτε από απομαγνητοφωνημένη μυστική καταγραφή του 2016, μα την Παναγία, ούτε που το παίρνουμε χαμπάρι.
Οπως κάθε άνθρωπος που έρχεται κάποτε σε επαφή με έναν ή περισσότερους κομματικούς μηχανισμούς, έτυχε κι εγώ να γνωρίσω κάμποσα από τα παιδιά του κομματικού σωλήνα. Δεν γίνεται να μη βρεθείς στο διάβα τους· θα ισοδυναμούσε με το να επισκεφθείς μια δημόσια υπηρεσία δίχως να πέσεις πάνω σε κάποιον δημόσιο υπάλληλο. Η δημοσιοϋπαλληλική μενταλιτέ -«εδώ ήρθα για να μείνω, δεν πρόκειται να με κουνήσει κανείς»- ίσως να είναι και το πιο αγαθό από τα γνωρίσματα που σου χτυπούν αμέσως στο μάτι. Το πιο ενοχλητικό είναι η έπαρση. Ανάλογα με την ιδιοσυγκρασία τους, τη νοημοσύνη τους ή τον συνδυασμό αμφοτέρων, η έπαρσή τους μπορεί να είναι συγκαλυμμένη, μεταμφιεσμένη σε ευγενική συγκαταβατικότητα ή απροκάλυπτη και αναίσχυντη: «Εγώ έχω τα κλειδιά του Παραδείσου, σε αυτό το «μαγαζί» οι ένοικοι έρχονται και παρέρχονται, μόνος σταθερός παραμένει ο διαχειριστής».
Από πού αντλούν το θράσος;
Εάν είσαι επίσης αρκετά ασήμαντος, διακριτικός, χαμηλότονος ή και απλώς επαρκής ταρτούφος ώστε να επιζήσεις αλλεπάλληλων ενδοκομματικών εκκαθαρίσεων, μπαίνεις στον πειρασμό να πιστέψεις ότι εσύ μονάχα αφουγκράζεσαι τη «βάση», εσύ είσαι ο άγρυπνος φρουρός του κόμματος, ο θεματοφύλακας και γνήσιος εκφραστής της κομματικής ιδεολογίας, έστω και αν το πέρασμά σου από σαράντα κύματα σε έχει υποχρεώσει να καταπιείς αμάσητες αναρίθμητες ιδεολογικές «μεταλλάξεις» και «αναπροσαρμογές» και «επικαιροποιήσεις»…
Εντέλει, τα παιδιά του κομματικού σωλήνα είναι...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου