Με λίγα λόγια, ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει να μας πει πως εθνικό
συμφέρον είναι το δικό του συμφέρον. Αλλά το ερώτημα το δικό μας είναι
γιατί να πληρώνουμε.
Οι φόροι είναι υπέρογκοι, και όταν από αυτούς τους υπέρογκους φόρους
τους οποίους καταβάλλουμε με τεράστιο κόπο δημιουργείται ένα πλεόνασμα
το οποίο θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για κάποιες αλλαγές στην ελληνική
οικονομία, έστω και μικρού επιπέδου, η κυβέρνηση το διανέμει
εξαγοράζοντας, ουσιαστικά, ψήφους ενόψει των εκλογών.
Από τους φόρους που καταβάλλουμε πληρώνεται η αστυνομία. Χωρίς να έχω
τίποτε με την αστυνομία, –και, πολύ περισσότερο, με τους αστυνομικούς–,
και χωρίς να επιρρίπτω στο θεσμό την ευθύνη, η αστυνομία δεν μας
παρέχει καμιά προστασία. Οποιοσδήποτε θέλει μπορεί να βιαιοπραγήσει σε
βάρος μας χωρίς να έχει καμία επίπτωση.
Πολλές φορές, μάλιστα, στην προσπάθειά μας να αμυνθούμε, μπορεί να βρεθούμε κατηγορούμενοι.
Οποιοσδήποτε μπορεί να μπει στο σπίτι μας και να μας ληστέψει. Αν
είμαστε εκεί καλύτερα να υποστούμε τα βασανιστήρια στα οποία θα μας
υποβάλουν γιατί διαφορετικά μπορεί να βρεθούμε κατηγορούμενοι για
υπερβολική αντίδραση, αν επιβιώσουμε. Απλώς, θα περάσουμε στη ρουτίνα
του αστυνομικού δελτίου. Αν μας ληστέψουν το σπίτι ή το κατάστημα εν τη
απουσία μας, η αστυνομία θα μας ζητήσει να δηλώσουμε τα αντικείμενα που
μας πήραν και, αν τα βρει, θα μας ειδοποιήσει να τα παραλάβουμε. Αν δεν
τα βρει, πάνε χαμένα. Σε ερώτηση αν θα κάνουν κάτι, η απάντηση είναι: τι
να κάνουμε;
Η αστυνομία είναι απούσα από την καθημερινή ζωή του πολίτη. Είναι
όμως πολυπληθής στις φρουρές των δημόσιων προσώπων.
Όταν η πολιτεία δεν
μας προσφέρει τίποτε στο επίπεδο της ασφάλειας, για ποιο λόγο να
καταβάλλουμε τους φόρους μας;
Ποιες υπηρεσίες μας προσφέρει η αστυνομία
για να την πληρώνουμε;
Δεν υπάρχει κανένας έλεγχος στους διορισμούς στον στενό ή
ευρύτερο δημόσιο τομέα. Οι κυβερνήσεις, όποτε θέλουν, διορίζουν και
εκεί που το προσωπικό είναι υπεράριθμο. Γιατί να πληρώνουμε τα
κυβερνητικά ρουσφέτια;
Οργανωμένες ομάδες όποτε θέλουν εισέρχονται στα πανεπιστήμια ή άλλους
δημόσιους χώρους και καταστρέφουν. Το φαινόμενο είναι επαναλαμβανόμενο.
Η κυβέρνηση δεν παίρνει κανένα μέτρο προφύλαξης της δημόσιας
περιουσίας. Προφανώς, το υλικό που καταστρέφεται πρέπει να
αντικατασταθεί. Γιατί να το ξαναπληρώσουμε από τους φόρους μας, όταν δεν
λαμβάνεται καμιά μέριμνα διαφύλαξής του;
Υπάρχει ένα δόγμα ότι τα έργα που γίνονται στην πρωτεύουσα μπορούν να
χρηματοδοτούνται και από τον προϋπολογισμό. Αλλά για τις τεράστιες
ανάγκες της περιφέρειας πρέπει να βρεθούν χρήματα από ευρωπαϊκά ή άλλα
προγράμματα. Για ποιο λόγο να πληρώνουμε όλοι οι άλλοι Έλληνες πολίτες
που ζούμε εκτός πρωτευούσης για να απολαμβάνουν οι κάτοικοι του
λεκανοπεδίου;
Δούλοι τους είμαστε; Γιατί δεν εφαρμόζεται η αρχή της
τοπικής αξιοποίησης των φόρων;
Έχουμε αντιληφθεί πως η δομή των
σύγχρονων ευρωπαϊκών κρατών αλλάζει και τείνει προς τη λειτουργία της
κρατικής οντότητας με βάση την πόλη και τις ανάγκες της;
Η κυβέρνηση έκρινε σκόπιμο να αναλάβει το κράτος την αστική
συγκοινωνία της Θεσσαλονίκης. Πέραν του γεγονότος ότι τα δρομολόγια
αραίωσαν και κάποιες ώρες θα προτιμούσες να εργάζεσαι σαν δούλος σε
ορυχεία παρά να μετακινείσαι με τον ΟΑΣΘ, από πού και ως πού δεν γίνεται
κανένας έλεγχος για το ποιος πληρώνει εισιτήριο; Γιατί το έλλειμμα
πρέπει να καλυφθεί από τον προϋπολογισμό, διότι αυτό θα γίνει, ώστε να
κάνει την εκλογική της πολιτική η κυβέρνηση με δικά μας χρήματα;
Ο κατάλογος ανάλογων περιπτώσεων θα μπορούσε να συνεχιστεί. Αλλά δεν έχει καμιά σημασία διότι δεν ενδιαφέρει κανέναν.
Την ποιότητα της δημοκρατίας και την ποιότητα της καθημερινής μας
ζωής τις διαμορφώνουμε εμείς οι ίδιοι. Δεν υπάρχει καμιά αντίδραση στα
φαινόμενα που περιγράφηκαν, που σημαίνει πως ο κόσμος, έστω και σιωπηρά,
τα αποδέχεται.
Η λογική τού «τι να κάνουμε» είναι για κοινωνίες
μοιρολατρικές. Τα 500 χρόνια σκλαβιάς μάς έμαθαν μια υπακοή στο ντοβλέτι
εκτός των περιπτώσεων που μπορούμε να χαθούμε μέσα στη μάζα.
Αλλά τα προβλήματα δεν περιορίζονται εδώ. Στην Ελλάδα υπάρχει πολύ
σοβαρό πρόβλημα...
προάσπισης των ατομικών δικαιωμάτων και ελευθεριών από
την πολιτεία. Τα δικαιώματα αυτά δεν καταπατούνται μόνο με την περιστολή
τους, αλλά και από την απροθυμία της πολιτείας να τα υπερασπίσει.
Οργανωμένες μειοψηφίες μπορούν να διακόψουν με βίαιο τρόπο μαθήματα
στα πανεπιστήμια, να εισβάλουν σε χώρους μέσων ενημέρωσης και να
καταστρέψουν τις υποδομές τους, να βιαιοπραγήσουν κατά πολιτών που δεν
τους είναι αρεστοί λόγω της ενδυμασίας τους ή του κουρέματός τους. Και
καμιά προστασία δεν παρέχεται από τη συντεταγμένη πολιτεία.
Σ’ αυτόν τον κόσμο που προβάλλεται ως δημοκρατικός κυριαρχούν οι ισχυροί, ή οι μειοψηφίες που χρησιμοποιούν βία.
Η κρίση επιδείνωσε ενδημικά φαινόμενα της ελληνικής πολιτείας. Ένας
άτυπος φασισμός και ολοκληρωτισμός είναι διάχυτος στην ατμόσφαιρα, ο
οποίος καλύπτεται από την ολοκληρωτική αρχή «ο καθένας κάνει ό,τι
θέλει». Αλλά ο καθένας κάνει ό,τι θέλει στη ζούγκλα. Και συνήθως, με
αυτήν την –υποτίθεται– δημοκρατική αρχή, κυριαρχούν οι ισχυροί.
Δεν έχουμε άλλα περιθώρια αναβολής. Χρειάζεται να αντιδράσουμε. Αλλά
και για την αντίδραση απαιτείται κάποια πρωτοβουλία για συλλογική δράση.
Εκτός και αν από ένα χαοτικό φαινόμενο προκύψει μια αναπάντεχη
σύγκλιση.
Μήπως δεν πρέπει να πληρώνουμε για να προβληματιστεί το σύστημα;
Και
μήπως δεν πρέπει να ψηφίζουμε για να εκδηλώσουμε την αντίθεσή μας στον
τρόπο που λειτουργεί;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου