Οταν κάποιος ασκεί κάτι επαναλαμβανόμενα και σε μόνιμη βάση, δεν μπορεί:
έστω και τυχαία, κάτι σωστό θα το κάνει. Ετσι δεν είναι;
Παρακολουθώντας τις πολιτικές περιπέτειες του ΣΥΡΙΖΑ τις τελευταίες
εβδομάδες, δεν είμαι και πολύ σίγουρος.
Πριν από λίγο καιρό, ας πούμε,
συζητήθηκε στη Βουλή το πολυνομοσχέδιο. Ηταν μια λαμπρή ευκαιρία για την
αξιωματική αντιπολίτευση να ξεδιπλώσει όλο το αντιμνημονιακό της
οπλοστάσιο, να το βροντοφωνάξει από το βήμα και τα έδρανα, με την
εκλογική αναμέτρηση λιγότερο από δύο μήνες μακριά και το ενδεχόμενο των
βουλευτικών εκλογών να μην έχει αποκλειστεί ακόμη. Αντ’ αυτού, είδαμε το
αλλόκοτο και αδέξιο τέχνασμα μιας παράλογης -και τελικά και παράτυπης-
πρότασης δυσπιστίας κατά του (άσχετου με το πολυνομοσχέδιο) υπουργού
Οικονομικών, κι έτσι κανείς δεν συζήτησε σοβαρά για τον τρόπο
ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών. Ηταν μια ντροπιαστική, αδέξια ήττα,
εντός έδρας, αλλά τέλος πάντων, είναι δύσκολα τα κοινοβουλευτικά
τεχνάσματα, επικοινωνιακά ή μη, μπορεί να σκάσουν στη μούρη μερικές
φορές.
Ας πάμε παρακάτω.
Ενα από τα πιο καίρια και αυτονόητα καθήκοντα ενός κόμματος είναι το να
συμμετέχει σε εκλογές. Δεν υπάρχουν και πολλά πιο σημαντικά πράγματα που
έχει να κάνει. Ο ΣΥΡΙΖΑ όμως μοιάζει να δυσκολεύεται και σ’ αυτό.
Ενδείξεις υπήρχαν από τις αρχές του χρόνου, όταν επέλεξε για υποψήφιο
περιφερειάρχη Δυτικής Μακεδονίας έναν κύριο Θεόδωρο Καρυπίδη, οι
αντισημιτικές και ακροδεξιές απόψεις του οποίου ήταν κρυμμένες μόνο πίσω
από ένα Google search. Αλλά το κυρίως πιάτο ήρθε με τη λίστα των 42
υποψηφίων ευρωβουλευτών, ένα θέμα που απ’ ό,τι φαίνεται ζόρισε την
Κουμουνδούρου πολύ.
Μέχρι πριν από τρεις ημέρες οι ψηφοφόροι της χώρας είχαν τρία θέματα στο
μυαλό τους σχετικά με τις ευρωεκλογές: ότι με τη Νέα Δημοκρατία
κατεβαίνει ο Ζαγοράκης, ότι με το κόμμα του Βύρωνα Πολύδωρα κατεβαίνει ο
Μάκης Χριστοδουλόπουλος (και επίσης: ότι έχει κόμμα ο Βύρων Πολύδωρας)
και ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα κόμμα που τρώει χυλόπιτες. Πιο προβεβλημένοι
από αυτούς που τελικά συμπεριλήφθηκαν στο ψηφοδέλτιο ήταν αυτοί που
αρνήθηκαν, κι αυτό, επειδή τις υποθέσεις τους ο ΣΥΡΙΖΑ τις χειρίστηκε
χειρότερα κι από τον επικοινωνιολόγο εκείνου του δημάρχου από το Τορόντο
που κάπνιζε κρακ. Οταν κατεβαίνεις με σκοπό να βγεις πρώτο κόμμα σε μια
εκλογική μάχη και το μόνο που συζητιέται τριάντα πέντε ημέρες πριν από
τις εκλογές είναι οι λόγοι για τους οποίους δεν θέλουν να κατέβουν
υποψήφιοι για σένα ένας λαοπρόβλητος οικονομολόγος (επειδή θέλει να
μείνει στις καπιταλιστικές ΗΠΑ) κι ένας πιο λαοπρόβλητος ηθοποιός
(επειδή έχει πολύ σημαντικότερες επαγγελματικές υποχρεώσεις στα
συστημικά ΜΜΕ που καταδικάζεις), έχεις σοβαρό επικοινωνιακό πρόβλημα. Κι
όταν το μόνο που συζητιέται τριάντα μέρες πριν από την εκλογική μάχη
είναι όχι μία αλλά δύο καταστροφικές επιλογές εκπροσώπων μειονοτήτων σε
ψηφοδέλτια, ε, κάπου αρχίζει κανείς να αναρωτιέται τι σου συμβαίνει.
Ακόμα κι οι Ανεξέλεγκτοι Ελληνες βρήκαν υποψηφίους πιο ανώδυνα.
Βάλτε στο μείγμα και την άρνηση του Αλέξη Τσίπρα να συμμετάσχει στο
debate των υποψηφίων για την προεδρία της Κομισιόν στο Μάαστριχτ την
ερχόμενη Δευτέρα επειδή έχει «προγραμματισμένη περιοδεία στην Ευρώπη»
και «του το είπαν τελευταία στιγμή», και αντιλαμβάνεται κανείς ότι το
κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης έχει κάποια πολύ σοβαρά οργανωτικά
και επικοινωνιακά προβλήματα. Δεν είναι καν τα αναμενόμενα
μπουρδουκλώματα ενός κόμματος του 5% που καλείται να φτιάξει μηχανισμό
για να κατέβει σε όλους τους δήμους και τις περιφέρειες ή ενός πολιτικού
μορφώματος που μέχρι πριν από λίγους μήνες ήταν πρακτικά συνομοσπονδία
13 κομμάτων κάποια εκ των οποίων διέφεραν μεταξύ τους όσο διαφέρει η
ΑΝΤΑΡΣΥΑ από το ΚΚΕ. Είναι πιο σοβαρό το πρόβλημα. Εδώ δεν έχουν άνθρωπο
να ψάξει τους υποψηφίους στο Google να δει ποιοι είναι.
Δεν μπορεί. Πρέπει να το κάνουν επίτηδες.
Στο ντοκιμαντέρ «Στο νήμα», το οποίο παρακολούθησε τον πρόεδρο του
ΣΥΡΙΖΑ κατά τη διάρκεια της προηγούμενης προεκλογικής περιόδου, υπάρχουν
σκηνές που δείχνουν ανθρώπους του κόμματος, αμέσως μετά την ανακοίνωση
του εκλογικού αποτελέσματος του Ιουνίου του 2012, που λένε «ευτυχώς που
δεν κερδίσαμε».
Ακούγονται ακόμα και οι λέξεις «καυτή» και «πατάτα».
Δεν ξέρω. Μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να θέλει να χάσει πάλι.
Γιατί μόνο αυτά τα δύο ενδεχόμενα υπάρχουν:
Είτε ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να
κερδίσει στις επερχόμενες εκλογές υλοποιώντας την καλύτερη προεκλογική
στρατηγική που μπορεί είτε προσπαθεί να μην κερδίσει.
Η πρώτη περίπτωση
είναι εξαιρετικά ανησυχητική, γιατί αν δεν μπορούν να υλοποιήσουν
υποτυπωδώς ένα σχέδιο για μια -έστω διπλή- εκλογική αναμέτρηση, ποιος
περιμένει ότι θα μπορέσουν να υλοποιήσουν οτιδήποτε ως κυβέρνηση;
Η
δεύτερη περίπτωση, δε, είναι κάπως ακατανόητη.
Γιατί τον Μάιο, δημάρχους, περιφερειάρχες κι ευρωβουλευτές θα εκλέξουμε.
Δεν θα τους βάλει κανένας να κυβερνήσουν τίποτα με το ζόρι.
Βλέποντας
τις τελευταίες εξελίξεις, δεν είμαι σίγουρος ότι το έχουν καταλάβει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου