"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


ΚΟΙΝΩΝΙΑ και ΠΟΛΙΤΙΚΗ: Σύνταγμα κι ευημερία

EΞΑΙΡΕΤΙΚΟ
Καθηγητή της Πολιτικής Επιστήμης, κατόχου της έδρας Anatol Rapoport στο Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν (ΗΠΑ).

Καθώς σε λίγες εβδομάδες λήγει η υποχρεωτική πενταετής αδράνεια από προηγούμενη συνταγματική αναθεώρηση, η συζήτηση για το Σύνταγμα αναμένεται να φουντώσει. Μερικά κρίσιμα συγκριτικά στοιχεία μπορεί να βοηθήσουν την ανταλλαγή επιχειρημάτων. Και να επιβεβαιωθεί ότι, και σε αυτό το πεδίο, η λαϊκή σοφία «τα πολλά λόγια είναι φτώχεια» είναι στην κυριολεξία της ορθή.

Για το πόσο κατά μέσον όρο πρέπει να διαρκεί η ζωή των Συνταγμάτων, υποστηρίζονται δύο απόψεις. 

Σύμφωνα με την πρώτη, τα μακρόβια Συντάγματα είναι καλύτερα, γιατί αυτό που προέχει είναι η συνταγματική σταθερότητα. Κατ’ εξοχήν παράδειγμα εν προκειμένω είναι το αμερικανικό Σύνταγμα. 

Σύμφωνα με τη δεύτερη, οι σημερινοί άνθρωποι δεν πρέπει να ζουν με Συντάγματα που συνέταξαν πεθαμένοι. Το παράδειγμα αυτής της άποψης είναι η Γαλλία, που έχει αλλάξει 13 Συντάγματα από το 1789. Το σχετικό ανέκδοτο αναφέρει ότι είναι δύσκολο να βρεις το γαλλικό Σύνταγμα εκεί όπου δεν έχουν περιοδικά! 

Ανάμεσα στα δύο αυτά άκρα, το μέσο Σύνταγμα (σε όλες τις χώρες του κόσμου) έχει διάρκεια ζωής περίπου 19 χρόνια. Αυτό σημαίνει ότι, στατιστικά τουλάχιστον, ήρθε η ώρα να αλλάξει το ισχύον Σύνταγμα της Ελλάδας.
 
Ομως, το σημαντικότερο είναι ότι μια συζήτηση για το Σύνταγμα χωρίς τέλος θα μας αποπροσανατόλιζε από το καίριο: ότι η τήρηση του Συντάγματος και των νόμων και όχι η συζήτηση γι’ αυτά είναι το πρώτο πρόβλημα της σημερινής Ελλάδας

Η παράμετρος στην οποία υστερούμε διεθνώς είναι το μέγεθος του Συντάγματος. Λίγα συγκριτικά στοιχεία αρκούν για να διαφωτισθεί ο αναγνώστης: 

Ας αρχίσουμε από τα άκρα: το αμερικανικό Σύνταγμα έχει 4.500 λέξεις και το ινδικό 78.000. Το πρώτο έχει εξαιρετική μακροζωία, ενώ το δεύτερο αλλάζει πάρα πολύ συχνά. Αλλά αυτές είναι ακραίες περιπτώσεις.

Ιδού μερικά συμπεράσματα που προκύπτουν από τη συγκριτική ανάλυση του μήκους των Συνταγμάτων. Τα Συντάγματα δημοκρατικών χωρών είναι μακρύτερα από τα Συντάγματα δικτατοριών. Οι προεδρικές δημοκρατίες και τα ομοσπονδιακά κράτη έχουν μεγαλύτερα Συντάγματα, προφανώς διότι ρυθμίζουν πιο λεπτομερειακά τις σχέσεις των εξουσιών. 

Ας περάσουμε τώρα στα καθ’ ημάς: Το δημοσιευόμενο γράφημα απεικονίζει τη σχέση ανάμεσα στο μέγεθος του Συντάγματος και το κατά κεφαλήν εθνικό προϊόν των κρατών–μελών της Ε.Ε. πριν από τη διεύρυνση του 2003, πλην του Λουξεμβούργου που έχει εξαιρετικά υψηλό κατά κεφαλήν εισόδημα και της Μεγάλης Βρετανίας, που δεν έχει τυπικό Σύνταγμα. Οι δύο αυτές χώρες, σημειωτέον, αν συνυπολογίζονταν, θα καθιστούσαν ακόμη ισχυρότερους τους συσχετισμούς που θα δείξουμε.

Το Σύνταγμά μας είναι ιδιαίτερα μακροσκελές σε σύγκριση με τα ευρωπαϊκά. Είναι πολύ κοντά στα Συντάγματα της Πορτογαλίας και της Αυστρίας και απέχει πολύ από το γαλλικό, το ιταλικό, το φινλανδικό, το σουηδικό, το δανικό και άλλα. Ακόμη και η Ομοσπονδιακή Γερμανία, η Ισπανία και η Ελβετία έχουν σημαντικά μικρότερα Συντάγματα από το δικό μας.

Πιο ενδιαφέρον όμως είναι ότι το μήκος του Συντάγματος στις ευρωπαϊκές χώρες είναι αντιστρόφως ανάλογο του κατά κεφαλήν εισοδήματος. Η ίδια αντιστροφή προκύπτει αν λάβουμε υπ’ όψιν και όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ.

Μπορεί όμως η σύνδεση Συντάγματος και εθνικού εισοδήματος να είναι σχέση αιτίου και αιτιατού; 

Αν πιστέψουμε τους αυτοαναγγελλόμενους ως υποψήφιους συντάκτες του (νέου;) Συντάγματος από τη συμπολίτευση και την αντιπολίτευση, αυτό που προέχει είναι το τι λέει το Σύνταγμα (ασχέτως του γεγονότος ότι δεν συμφωνούν στο τι πρέπει να λέει) και όχι το πόσο μεγάλο είναι. Κανένας τους, εξ όσων γνωρίζω, δεν έχει μιλήσει για τον ελέφαντα που έχουμε μέσα στο σπίτι μας (εξαίρεση, ο Πάσχος Μανδραβέλης στην «Καθημερινή» 6/3/11). Και επειδή αυτή η άποψη φαίνεται λογική, μπορεί να μας οδηγήσει σε ατέρμονες συζητήσεις όχι μόνο περί του ιδανικού εκλογικού νόμου, περί δεύτερης Βουλής, περί άμεσης εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας, αλλά και περί δημόσιας ή ιδιωτικής εκπαίδευσης, περί δασών, περί μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων και ποιος ξέρει πόσα θέματα ακόμη, μιας και κανείς δεν νοιάζεται για το πόσο μελάνι θα χυθεί και για ποιον λόγο.

Ας το σκεφτούμε όμως λίγο περισσότερο


Το άρθρο 16 του ορίζει ότι τα πανεπιστήμια είναι μόνο δημόσια. Μπορεί να εξηγείται γενετικά γιατί μια τέτοια διάταξη περιλήφθηκε στο Σύνταγμα, ύστερα από μια δικτατορία, πολύ λίγοι ωστόσο σήμερα αμφισβητούν ότι πρόκειται για αναχρονισμό, ο οποίος εμποδίζει τις αναγκαίες εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις. Πρέπει αυτές οι μεταρρυθμίσεις να συζητηθούν; Ναι, αλλά να μην προκαταλάβουμε το αποτέλεσμά τους με το Σύνταγμα.

Αλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το άρθρο 18. Είναι ατέλειωτη η σειρά των θεμάτων που αναφέρει, παραπέμποντας στον νόμο. Είναι άραγε εξίσου απαραίτητο για όλα;

Κατά παγκόσμια πρωτοτυπία, το άρθρο 24 περιέχει τον ορισμό του δάσους. Είναι αυτό αναγκαίο; Οχι.

Το άρθρο 25 παρ. 1 κατοχυρώνει την αρχή της αναλογικότητας, χωρίς βέβαια να την προσδιορίζει ειδικότερα. Απ’ ό,τι πληροφορήθηκα, τα δικαστήρια την εφάρμοζαν και πριν από την πανηγυρική κατοχύρωσή της, που έγινε το 2001. Ανεξάρτητα με το πιστεύει επί της ουσίας ο καθένας μας, φρονώ ότι δεν ανήκει στο Σύνταγμα να κατοχυρώνει νεφελώματα.

Το άρθρο 103, εξάλλου, καθιερώνει τη μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων, την οποία η Ελλάδα σήμερα δεν μπορεί να χρηματοδοτήσει. Οι πάντες αναγνωρίζουν ότι τα πράγματα θα ήταν καλύτερα χωρίς αυτήν. Στη θέση της, θα ήταν ορθότερο το Σύνταγμα να αναφερόταν στην αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων (όπως ο νόμος ορίζει).

Δεν ζητώ να κοπούν από το Σύνταγμα πάνω από τις μισές λέξεις του. Πιστεύω απλώς ότι είναι χρήσιμο, σε μια συζήτηση για το Σύνταγμα, να αρχίσει κανείς από την επισήμανση διατάξεων, όπως οι ανωτέρω, που θα ήταν καλύτερο να λείπουν.

Αυτό πρώτ’ απ’ όλα θα μας απήλλασσε από δεσμά που δεν ανταποκρίνονται στη σημερινή (ούτε ακόμη λιγότερο στην αυριανή) πραγματικότητα (ώστε να χρειαζόμαστε κάθε τόσο νέες αναθεωρήσεις). Και δεύτερον, θα εξοικονομούσε χρόνο για τη σχετική συζήτηση, που διαφορετικά θα ήταν πιθανότατα ατέλειωτη.

Δεν υπάρχουν σχόλια: