"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


ΣΥΡΙΖΟΑΛΗΤΑΡΟΚΑΘΑΡΜΑΤΑΔΙΚΟ: Το σκήνωμα του Κουφοντίνα


Α​​ν ο Κουφοντίνας είχε εργασθεί ως εκτελεστής μιας απλής εγκληματικής οργάνωσης, όπως η Κόζα Νόστρα ή η Kαμόρα, μιας απ’ αυτές που δεν σκοτώνουν επειδή έχουν ανθρώπινα ιδανικά σαν τη «17 Νοέμβρη», είναι βέβαιο πως δεν θα κυκλοφορούσε με τέτοια χαλαρότητα στο κέντρο της πρωτεύουσας. Θα φοβόταν πολύ απλά την εκδίκηση των συγγενών, φίλων ή συντρόφων των θυμάτων του. Εντεκα δεν είναι και λίγα. Θα φρόντιζε πάντα να περάσει απαρατήρητος και να κυκλοφορεί, όποτε κυκλοφορούσε, με προστασία.  


Αυτός περπάτησε με την παρέα του, χωρίς μπράβους, χωρίς καν τη στοιχειώδη αστυνομική προστασία που δικαιούται ως διασημότης. Υποθέτω ότι θα ξενάγησε τον γιο του στα σημεία όπου έδρεψε τις δάφνες του όταν πυροβόλησε τον Μπακογιάννη ή τον Μομφερράτο, θα του εξήγησε ότι πριν αποφασίσει να τραβήξει θα πρέπει να βεβαιωθεί ότι το θύμα του είναι άοπλο και ανυποψίαστο και, πηγαίνοντάς τον ώς το σημείο όπου σκοτώθηκε ο Αξαρλιάν, θα του είπε ότι το έκανε για να μην του στερήσει τις καλοκαιρινές του διακοπές. Ρίγη υπερηφάνειας μάλιστα θα αισθανόταν ο γιος του όταν διεπίστωνε ότι οι περαστικοί αναγνώριζαν τον διάσημο πατέρα του. Ρίγη υπερηφάνειας και κάποιο σφίξιμο ψυχικού τύπου. Ολοι ξέρουμε πόσο δύσκολο είναι να είσαι γιος διάσημου πατέρα.

 
Από την όλη παράσταση όμως ας κρατήσουμε τη χαρακτηριστική άνεση του κατά συρροήν δολοφόνου, άνεση που του παρέχει η πολλαπλή ασυλία που απολαμβάνει.  

Οπως ήξερε όταν σκότωνε ότι ο ίδιος δεν κινδύνευε να υποστεί την «ποινή» που επέβαλε στα θύματά του, έτσι και τώρα ξέρει ότι όσο κρατάει το ιερό Γκράαλ της «17 Νοέμβρη», το πιστόλι, κανείς δεν θα τολμήσει να τον αγγίξει. Κρατάει ακόμη το μονοπώλιο του φόνου και το μοιράζει ο ίδιος, έστω διά της ακτινοβολίας του, σε όσους επιθυμούν να σταδιοδρομήσουν ως μιμητές του.  


Απολαμβάνει και ένα είδος κοινωνικής ασυλίας. Ποιος θα τολμήσει να προπηλακίσει ή έστω να χλευάσει έναν Κουφοντίνα, ένα από τα ιερά τέρατα της κοινωνίας μας; Ποιος θα τολμήσει να του φωνάξει «Ουστ από δω δολοφόνε»;  


Ως γνωστόν, την αγανάκτησή της η δημοκρατική κοινή γνώμη την κρατάει για τους πολιτικούς, τους δημοσιογράφους ή τους «μπάτσους».


Η περιφορά του σκηνώματος Κουφοντίνα δεν συνοδεύθηκε από εκδηλώσεις λατρείας. Ας πούμε πως ήταν μια δοκιμή, κάτι σαν έρευνα της κοινής γνώμης, και πως εν ευθέτω χρόνω θα έχουμε την ευκαιρία να απολαύσουμε κάτι πιο μεγαλειώδες, αντάξιο της φήμης του ανδρός


Το μόνο βέβαιο συμπέρασμα είναι πως...


 ο Κουφοντίνας εξακολουθεί να απασχολεί τη χώρα και τη δημοκρατία μας. Κι όσο τις απασχολεί, το σκήνωμά του αντιμετωπίζεται ως θαυματουργό από πολλούς, δυστυχώς περισσότερους από όσο θα περίμενε κανείς ύστερα από τόσα χρόνια.



Δεν υπάρχουν σχόλια: