Αν όμως δεν υπάρχει η Γη της Επαγγελίας και εσύ πρέπει μετά κάτι να πεις σε εκείνους που σε έχουν ακολουθήσει, τότε η γελοιοποίηση είναι αναπόφευκτη, όπως σε κάθε άλλη περίσταση όπου είναι υποχρεωτικό να δικαιολογήσεις το ψέμα και την ανεπάρκεια.
Σε αυτή τη δεινή θέση βρίσκεται σήμερα ο Αλέξης Τσίπρας: αναγκασμένος να εκστομίζει παιδαριώδεις σαχλαμάρες για να γεφυρώσει τον προ του Μνημονίου εαυτό του με τον μετά το Μνημόνιο.
Αν ήταν κανονικός άνθρωπος, αυτή η προεκλογική εκστρατεία θα έπρεπε να ήταν αληθινό μαρτύριο γι’ αυτόν. Προφανώς όμως δεν είναι, διότι ο Τσίπρας είναι πολιτικός και η δυνατότητα να μην αισθάνεσαι τίποτα, όταν λες πράγματα που δεν πιστεύεις, δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα ή, ακόμη χειρότερα, πράγματα εντελώς ανόητα, είναι προϋπόθεση για να κάνεις καριέρα στο επάγγελμα που διάλεξε ο Αλέξης.
Συνεπώς, ο ίδιος μάλλον δεν έχει πρόβλημα. Το πρόβλημα πρέπει να είναι του ακροατηρίου στο οποίο απευθύνεται· διότι εύκολα αφήνεσαι στην ανοησία όταν είναι ευχάριστη, πώς την καταπίνεις όμως όταν είναι δυσάρεστη;
Είμαστε ακόμη στην αρχή της προεκλογικής εκστρατείας και, σίγουρα, θα υπάρξουν προσαρμογές στην τακτική του ΣΥΡΙΖΑ όσο θα πλησιάζουμε προς τις κάλπες.
Είναι ήδη φανερό όμως, από την ομιλία του Τσίπρα στην Πανελλήνια Συνδιάσκεψη του ΣΥΡΙΖΑ, ότι η ρητορική του στρέφεται πια πρωτίστως στην προσπάθεια να αποδείξει ότι ο ίδιος και το κόμμα του διαφέρουν ηθικά από τους άλλους που διεκδικούν την ψήφο του ελληνικού λαού: είμαστε στην ίδια κατάσταση με τους άλλους, αλλά δεν είμαστε το ίδιο με αυτούς.
Σε αυτές τις δεκατέσσερις λέξεις συνοψίζεται ολόκληρη η δευτερολογία του στη συνδιάσκεψη, με τη διαφορά ότι εκείνος χρειάσθηκε κάπου 2.700 λέξεις για να πει το ίδιο.
Μας ζητεί να του εμπιστευθούμε την αναμόρφωση του συστήματος της οικονομίας μας (βάσει του Μνημονίου, ας μην ξεχνάμε), επειδή απλώς είναι ηθικά ανώτερος.
Τι είναι αυτό όμως στο οποίο στηρίζει την ανωτερότητα που διεκδικεί;
Πολύ απλά, η ανεπάρκειά του και τίποτε περισσότερο. «Και αυτοί που βύθισαν τη χώρα και μετά αποδέχτηκαν τα πάντα, όχι μόνο χωρίς αντίσταση, αλλά και με πολύ μεγάλη ευχαρίστηση αποδέχτηκαν τα πάντα, και εμείς που ματώσαμε, συγκρουστήκαμε, δώσαμε σκληρές μάχες για να αποτρέψουμε όσα περισσότερα αρνητικά σε αυτή τη συμφωνία, είμαστε το ίδιο;» διερωτήθηκε, με ένα μείγμα θυμού και παράπονου, στην ομιλία του.
Εν μέρει έχει δίκιο: ασφαλώς, δεν είναι το ίδιο! Διότι αυτός και οι δικοί του είναι πολύ χειρότεροι, εξαιτίας της άγνοιας ή της αδιαφορίας τους για τα πάντα: από τα στοιχειώδη στη λειτουργία της οικονομίας (π.χ. δεν είχαν υπολογίσει ότι τα capital controls θα τσάκιζαν όσες επιχειρήσεις τα καταφέρνουν ακόμα) μέχρι τους ευρωπαϊκούς θεσμούς.
Αρκεί να αναρωτηθεί κάποιος για το αποτέλεσμα του «αγώνα», για τον οποίο επαίρεται τώρα ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ, και αντιλαμβάνεται πόσο ψεύτικη είναι η αξία του: όχι μόνο το Μνημόνιο είναι το ίδιο, αλλά το πρόσθετο κόστος για την οικονομία υπερβαίνει τα 60 δισ. και επιπλέον σπαταλήθηκε ηλιθίως, με τις κόνξες και τα σκέρτσα του αγορίνου που είχαμε στο υπουργείο Οικονομικών, και όποιο διπλωματικό κεφάλαιο είχε συγκεντρωθεί. Στους επτά μήνες που κυβέρνησαν οι «καλύτεροι», το μόνο που πέτυχαν ήταν να αποδείξουν στον κόσμο ολόκληρο ότι η Ελλάδα ήταν, είναι και θα παραμείνει η βαθύτερα προβληματική χώρα της Ευρωζώνης.
Μόνον εφόσον πάσχει κάποιος από τον μαζοχισμό της Αριστεράς μπορεί να ανακαλύψει ανωτερότητα και μεγαλείο στην ήττα εξαιτίας ανικανότητας.
Στο βάθος, όμως, πρέπει και ο ίδιος ο Τσίπρας να καταλαβαίνει ότι η δήθεν ομορφιά της ματαιότητας του αγώνα δεν συγκινεί εύκολα, γι’ αυτό και εμβάθυνε λιγάκι ―όσο μπορούσε, όχι πολύ― στο ευαίσθητο θέμα:
«Οπως μας τιμά και είμαστε περήφανοι που δώσαμε τη δυνατότητα να εκφρασθεί αυτό το γαμώτο του ελληνικού λαού ―και επιτρέψτε μου την έκφραση― για όλα συνέβησαν τα τελευταία σαράντα χρόνια, που εκφράσθηκε με το 62 % του ΟΧΙ στο δημοψήφισμα», είπε. Προσπάθησε μεν, ανάγοντας το γαμώτο σε αξία, αλλά το επιχείρημα κάνει τη θέση του χειρότερη: διότι, αν το 62 % είναι το αποτέλεσμα σαράντα χρόνων συμμετοχής της χώρας στους ευρωπαϊκούς θεσμούς ―γιατί αυτό λέει―, τότε γιατί ο ίδιος το ερμήνευσε ως ΝΑΙ και προχώρησε στη σύναψη της συμφωνίας;
Σε τι διαφέρει, επ’ αυτού τουλάχιστον, από τους προηγούμενους;
Ο Τσίπρας ξεκίνησε την προεκλογική εκστρατεία του, προσπαθώντας να ισορροπήσει ανάμεσα σε μια Ευρώπη την οποία εξακολουθεί να θεωρεί ως αναγκαίο κακό για τη χώρα και σε μια συμφωνία την οποία υπέγραψε από φόβο. Ας μου επιτρέψετε, λοιπόν, να χρησιμοποιήσω και εγώ μια λέξη απρεπή για να περιγράψω την προσπάθειά του:
Και κερατάς και δαρμένος και από πάνω ωραίος;
Συγγνώμη, Αλέξη, δεν γίνεται.
Μόνο αν είσαι πολύ αριστερός τα χάφτεις αυτά ― και οι πολύ αριστεροί έφυγαν μαζί με τον Λαφαζάνη...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου