Του Παντελή Σαββίδη
Ευτυχώς που υπάρχει και η Κύπρος για τους εκτελεστές της το 1974, τις ΗΠΑ, την Βρετανία και το Ισραήλ (φυσικά προεξάρχουσας της Τουρκίας) και σήμερα διευκολύνεται η πολιτική των τριών πρώτων στη Μέση Ανατολή.
Βυσσοδόμησαν εναντίον της, παρέδωσαν ένα μέρος της στους Τούρκους δημίους, της επισώρευσαν δεινά οι πληγές των οποίων ακόμη, χέουν, αλλά, σήμερα, αν δεν απέμενε αυτό το μικρό τμήμα του ελληνισμού τα πράγματα και για τις ΗΠΑ και για το Ισραήλ θα ήταν πολύ χειρότερα.
Θα αναθεωρήσουν την πολιτική τους ή θα επιμείνουν σε μια παθολογική σχέση αγάπης με την Τουρκία η οποία την εκμεταλλεύεται;
Πενήντα χρόνια συμπληρώνονται φέτος από την εισβολή. Ο πρόεδρος Χριστοδουλίδης έδωσε έμφαση στην ανακίνηση του προβλήματος ελπίζοντας να πετύχει κάτι. Οι πληροφορίες δεν είναι αισιόδοξες. Η Τουρκία έχει παγιώσει την κατοχή της και την θέση της. Δύο διαφορετικά κράτη αναγνωρισμένα από τη διεθνή κοινότητα τα οποία στη συνέχεια θα συμπτύξουν χαλαρή συνομοσπονδία. Η Τουρκία θα παραμείνει εγγυήτρια δύναμη, και τα στρατεύματά της θα παραμείνουν στο νησί μέχρι «να γίνουμε καλά παιδιά» όπως δήλωσε ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου, πρώην Υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας, στο Κράν Μοντανά.
Το πρόβλημα με την Κύπρο είναι πως δεν υπήρξε σχέδιο που θα μπορούσε να υποστηριχθεί από την Ελλάδα με την προβολή ισχυρής αποτροπής. Ούτε και το casus belli σε περίπτωση ανακήρυξης τουρκοκυπριακού κράτους (1983) απέτρεψε την Άγκυρα να το ανακηρύξει. Κάτι πήγε να γίνει με το Δόγμα του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου αλλά εγκαταλείφθηκε από μια Αθήνα παρακμάζουσα με γρήγορους ρυθμούς.
Ένα νέο σχέδιο μετά τον πόλεμο στη Γάζα και στην Ουκρανία πρέπει να διαμορφωθεί. Συμφέρει ολόκληρη τη Δύση η λύση να αποκαταστήσει το πριν την εισβολή καθεστώς.
Δεν υπήρξε, επίσης, καμιά ευκαιρία λύσης του προβλήματος. Ό,τι θεωρήθηκε από τον ελλαδικό ενδοτισμό ως ευκαιρία, ήταν πρόταση διάλυσης της κρατικής υπόστασης του νησιού που αποσπούσε το κράτος από τα χέρια της ελληνικής πλειοψηφίας.
«Παρέλαβα κράτος δεν θα παραδώσω κοινότητα», δήλωσε σε εκείνο το δραματικό μήνυμά του με το οποίο καλούσε τους κύπριους να καταψηφίσουν το Σχέδιο Ανάν ο τότε πρόεδρος της Κύπρου Τάσσος Παπαδόπουλος.
Στηρίζουμε την επανένωση της Κύπρου με λειτουργικές και δημοκρατικές διαδικασίες που βασίζονται στις αρχές του Διεθνούς Δικαίου, τερματίζουν την κατοχή και τον εποικισμό. Ένα κράτος που διασφαλίζει διεθνώς αναγνωρισμένα δικαιώματα σε όλους τους πολίτες του, χωρίς διακρίσεις λόγω εθνότητας, θρησκείας και γλώσσας. Αλλά η Τουρκία δεν θέλει ένα τέτοιο κράτος. Θέλει ένα συνομοσπονδιακό μόρφωμα στο οποίο θα συνυπάρχουν δύο ανεξάρτητα κράτη. Δεν θέλει να προσαρτήσει τον κατεχόμενο βορρά διότι επιδιώκει να ελέγχει το σύνολο του νησιού και διότι θα χρησιμοποιεί τα κατεχόμενα, όπως κάνει και σήμερα, ως την πίσω αυλή των παρανομιών της.
Δυστυχώς, 50 χρόνια μετά, το κυπριακό δεν προβάλλεται ως θέμα εισβολής και κατοχής.
Έχουμε μπλέξει στον κυκεώνα των διαπραγματεύσεων στις οποίες η μεν Τουρκία έχει χαράξει τον τελικό στόχο και τα ενδιάμεσα βήματα, η δε ελλαδική και ελληνοκυπριακή πλευρά συνεχώς προσαρμόζονται σε νέες υποχωρήσεις.
Έτσι, σήμερα, 50 χρόνια μετά, δεν γνωρίζουμε που πάμε.
Εξισώσαμε και υποβαθμίσαμε την Κυβέρνηση και τον Πρόεδρο της διεθνώς αναγνωρισμένης Κυπριακής Δημοκρατίας με τις παράνομες αρχές του ψευδοκράτους.
Αποδεχθήκαμε τη διακριτή ταυτότητα των δυο κοινοτήτων που έμμεσα αποκτούν το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης.
Αποδεχθήκαμε τη συνταγματική σοφιστεία της «Διζωνικής-Δικοινοτικής Ομοσπονδίας», που στην πραγματικότητα είναι μια συνομοσπονδία δυο αυτόνομων πολιτειών.
Και άλλα πολλά.
Τα λάθη του παρελθόντος δυστυχώς επαναλαμβάνονται.
Όλες οι προτάσεις λύσεων ήταν δυσλειτουργικές
Και από δυσλειτουργίες η Κύπρος γνωρίζει καλά και υπέφερε από αυτές.
Δυσλειτουργικό ήταν το ιδρυτικό πλαίσιο της Κυπριακής Δημοκρατίας που προέκυψε από τις Συμφωνίες της Ζυρίχης και ανάγκασε τον Μακάριο να παρουσιάσει τα περίφημα 13 σημεία.
Πιστοί στα σχέδιά τους να αποδομήσουν την Κυπριακή Δημοκρατία η Τουρκία και οι Τουρκοκύπριοι τα απέρριψαν και άρχισαν τις ανταρσίες και την συγκέντρωσή τους σε θυλάκους σύμφωνα με το σχέδιο του Νιχάτ Ερίμ ενός τούρκου ακαδημαϊκού που το 1956 υπέβαλε τις προτάσεις του στον τούρκο πρωθυπουργό Μεντερές.
Ένα σχέδιο έξι σημείων που τα πέντε από αυτά έχουν επιτευχθεί. Μένει το έκτο που είναι ο πλήρης έλεγχος της Κύπρου από την Τουρκία. Όχι, μόνο, των κατεχομένων.
Στο σημερινό τραγικό σημείο φθάσαμε λόγω του πραξικοπήματος κατά του Μακαρίου και της εισβολής του 1974 την οποία πραγματοποίησε η Τουρκία αφού διασφάλισε ότι όλα θα διεξαχθούν όπως σχεδιάστηκαν με την βοήθεια κυρίως των ΗΠΑ αλλά και του Ισραήλ.
Ο νεκροθάφτης της Κύπρου ήταν ο Κισιγκερ μια απαράδεκτη προσωπικότητα με ακραία ωμό ρεαλισμό.
Αυτός σχεδίασε και υποστήριξε την εισβολή παραπλανώντας τους αφελείς δικτάτορες της Αθήνας.
Είχε την αρχή και τη διατύπωσε πως δεν θα χάσει τίποτε η Αμερική αν ένα μέρος της Κύπρου περάσει στα χέρια της Τουρκίας.
«Δεν υπάρχει αμερικανικός λόγος για τον οποίο οι Τούρκοι δεν πρέπει να έχουν το ένα τρίτο της Κύπρου», είπε ο Κίσινγκερ στον Πρόεδρο Τζέραλντ Φορντ, που διαδέχθηκε τον Νίξον μετά το σκάνδαλο Γουώτεργκέιτ.. «Η τουρκική τακτική είναι σωστή – αρπάξτε ό,τι θέλετε και μετά διαπραγματευτείτε με βάση την κατοχή».
Παρόλο που τον θεωρούν μάγο της διπλωματίας ήταν τόσο κοντόθωρος που δεν μπορούσε να προβλέψει αν κάποια στιγμή τα συμφέροντα των ΗΠΑ και του Ισραήλ αποκλίνουν από τα τουρκικά, πως θα τα εξυπηρετήσουν οι ΗΠΑ στην περιοχή.
Σήμερα είναι μια τέτοια στιγμή.
Το Ισραήλ έχει την Ελλάδα μόνη σύμμαχο στην περιοχή η οποία του παρέχει και στρατηγικό βάθος προς τα δυτικά. Έχει και την Κύπρο στο έδαφος της οποίας συχνά πραγματοποιεί ασκήσεις. Με τίμημα να απειληθεί από τον ηγέτη της Χεζπολάχ Χασάν Νασράλα και Ιρανούς αξιωματούχους.
Πέραν του Ισραήλ και οι ΗΠΑ έχουν μεταφέρει στην Ελλάδα πλήθος στρατιωτικών αναγκών τους, οι βάσεις δε που τους έχουν παραχωρηθεί δίνουν διέξοδο στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν και στην Ουκρανία και στην ευρύτερη περιοχή.
Για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος της υπονόμευσης της Ελλάδας από τον Κίσιγκερ αρκεί να αναφερθεί τούτο:
Οι Τούρκοι προελαύνουν στην Κύπρο. Ο Κίσιγκερ μέσω του Σίσκο που έστειλε στην Αθήνα και με δικές του τηλεφωνικές παρεμβάσεις προσπαθεί να σταματήσει οποιαδήποτε ενέργεια αντίδρασης της δικτατορίας. Παρά τις διαβεβαιώσεις που παίρνει, επειδή εξακολουθεί να ανησυχεί ότι μπορεί να υπάρξει κάποια αντίδραση από την Αθήνα, δίνει εντολή να σταματήσει οποιοσδήποτε εξοπλισμός των ελληνικών δυνάμεων (αν σταματήσει ο εξοπλισμός και εξαντληθεί ό,τι έχεις, δεν μπορείς να κάνεις πόλεμο).
Σε ερώτηση υφισταμένων του στο State Department αν το ίδιο ισχύει και για την Τουρκία η απάντησή του ήταν: δεν βλέπω τον λόγο να ισχύει και για την Τουρκία. (Αλέξης Παπαχελάς «Ένα σκοτεινό δωμάτιο»)
Και οι Τούρκοι προήλαυναν στην Κύπρο. Ο ίδιος Κίσιγκερ διαβεβαίωνε την χούντα πως οι Τούρκοι δεν θα πυροβολήσουν αν δεν δεχθούν πυροβολισμούς. Η χούντα τον πίστεψε αλλά οι Τούρκοι άρχισαν την απόβαση με βομβαρδισμό κρίσιμων σημείων της κυπριακής άμυνας και στη συνέχεια του συνόλου των κυπριακών πόλεων.
Τραγικές μορφές ήταν και οι δύο δικτάτορες.
Στα σύγχρονα αφηγήματα των υποστηρικτών τους ο Παπαδόπουλος διαχωρίζεται από τον Ιωαννίδη.
Αλλά ήταν ο Παπαδόπουλος που απέσυρε την μεραρχία από την Κύπρο μετά την απαίτηση του Ντεμιρέλ στη συνάντηση που είχαν στη Κεσάνη το φθινόπωρο του 1967. Και όχι, μόνο, αυτό. Πρότεινε στην Τουρκία την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα έναντι ανταλλάγματος μιας βάσης που θα παραχωρούσε στην Τουρκία (Σχέδιο Άτσεσον) αλλά, όπως ήταν φυσικό, ο Ντεμιρέλ απέρριψε την πρόταση. Την επομένη, στη συνέχεια της συνάντησης στην Αλεξανδρούπολη, πρότεινε την διπλή Ένωση. Να πάρει δηλαδή η Τουρκία το κομμάτι της και η Ελλάδα το δικό της και να τα ενώσουν με τα κράτη τους. Και πάλι η πρόταση απερρίφθη.
Την ίδια θέση ως προς την Ένωση είχε και ο Ιωαννίδης. Ο εθνικισμός και των δύο λύγιζε μπροστά στην Τουρκία.
Ο Ιωαννίδης είναι ο κύριος υπεύθυνος της τραγωδίας της Κύπρου με το παθιασμένο μίσος που είχε κατά του Μακαρίου.
Με τα πρωτοπαλίκαρά του έκανε το πραξικόπημα. Την ώρα που αποβιβάζονταν οι Τούρκοι οι πραξικοπηματίες καταδίωκαν τους μακαριακούς!
Ενώ ήταν ο αόρατος δικτάτορας που τα ήλεγχε όλα, μετά την εισβολή και τις συνέπειές της έριχνε τις ευθύνες στους αρχηγούς των κλάδων και στους Αμερικανούς που τον πρόδωσαν. Θεωρούσε πως τον ξεγέλασε ο Κίσιγκερ και ο Σίσκο (ο υφυπουργός εξωτερικών που ο Κίσιγκερ έστειλε ως διαμεσολαβητή μετά την εισβολή) αλλά σίγουρα δεν συνομιλούσε μαζί του ο Κίσιγκερ και ο Σίσκο εμφανίσθηκε μετά το πρόβλημα.
Η επαφή που είχε ο Ιωαννίδης ήταν με τον αγροίκο ελληνοαμερικανό πράκτορα της CIA Γκάς Αβρακότο ο οποίος αφού παρέσυρε τον Ιωαννίδη στο εγκληματικό πραξικόπημα εξαφανίσθηκε από την Αθήνα.
Ήταν ο Αμερικανός πράκτορας που εκπαίδευε τους ισλαμιστές του Οσάμα Μπιν Λάντεν για να πολεμήσουν τους Ρώσους στο Αφγανιστάν. Και αργότερα γύρισαν εναντίον της Αμερικής. Έχει γυριστεί και ταινία γι αυτόν.
Αφέλεια ή προδοσία;
Και τα δύο μαζί.
Τα ελληνικά υποβρύχια που βρίσκονταν ανοικτά της Κύπρου και θα μπορούσαν να βουλιάξουν τα τουρκικά αποβατικά πήραν εντολή να αποχωρήσουν και δόθηκε διαταγή να μην υπάρξει καμιά στρατιωτική αντίδραση επειδή οι Τούρκοι έκαναν άσκηση.
Όταν οι εισβολείς με ασφάλεια άρχισαν να αποβιβάζονται και επιτίθεντο κατά των ελληνικών θέσεων άρχισε και η ελληνική αντίδραση αλλά ήταν πλέον αργά. Ακολούθησαν λάθη επί λαθών. Ακόμη και αεροπλάνο της ελληνικής πολεμικής αεροπορίας κατερρίφθη επειδή δεν υπήρξε ενημέρωση.
Οι αέναες διαπραγματεύσεις που ακολούθησαν έχουν οδηγηθεί στο σημερινό αδιέξοδο.
Η Τουρκία έχει πετύχει σχεδόν όλους τους στόχους της και «παίζει» σήμερα με την Ελλάδα και την Κύπρο.
Για λόγους όχι και τόσο ακατανόητους η Αθήνα έχει βγάλει έξω από την ατζέντα των ελληνοτουρκικών το κυπριακό για να μην χαλάσει το κλίμα των ήρεμων νερών και έχει διαμηνύσει στον κύπριο πρόεδρο να πορευθεί μόνος.
Όσο εργαζόμουν στην ΕΡΤ3 κάθε καλοκαίρι επισκεπτόμουν την Κύπρο τις ημέρες του πραξικοπήματος και της εισβολής. Συνομίλησα επανειλημμένως με το σύνολο της κυπριακής ηγεσίας.
Σε μια από τις συνεντεύξεις που πήρα από τον πρόεδρο, τότε, Κληρίδη και είναι αναρτημένη και στο διαδίκτυο (https://www.youtube.com/watch?v=XWioMP6nVQ0&t=29s)
τον ρώτησα ποια θεωρεί σημαντικότερη στιγμή της πολιτικής του σταδιοδρομίας.
Μου είπε πως όταν άρχισαν οι διαπραγματεύσεις στη Γενεύη μετά την εισβολή, καθώς επέστρεφε στην Κύπρο σταμάτησε στην Αθήνα και είδε τον Καραμανλή. Ρώτησε τον Καραμανλή αν είναι δυνατόν το άνοιγμα μετώπου στη Θράκη και από την απάντηση που πήρε κατάλαβε πως ένα κομμάτι της πατρίδας του είναι πια χαμένο οριστικά.
Είναι τραγική μια τέτοια στιγμή και πολύ οδυνηρό το συναίσθημα.
Σε μια άλλη συνέντευξη με τον Γιαννάκη Μάτση, αδελφό του κύπριου ήρωα, μου είπε πως όταν ήταν πρόεδρος του Δημοκρατικού Συναγερμού συναντήθηκε το 1996 με τον Αμερικανό υφυπουργό εξωτερικών Ρίτσαρντ Χόλμπρουκ. Ο Χόλμπρουκ τον κάλεσε στην Ουάσιγκτον και του είπε πως αν η Κύπρος γίνει μέλος του ΝΑΤΟ θα έλυνε ευνοϊκά για την ελληνική πλευρά το κυπριακό. Μετέφερε την συνομιλία στον Κληρίδη και ο Κληρίδης απάντησε αρνητικά.
Αν οι Αμερικανοί ήθελαν μπορούσαν να δώσουν λύση. Προφανώς δεν θέλησαν. Θα το επιδιώξουν τώρα;
Το κυπριακό είναι ένα σύνθετο πρόβλημα από γεννησιμιού του. Ούτε οι Άγγλοι, ούτε οι Αμερικανοί διέκειντο ευνοϊκά απέναντι στην Ένωση που ήταν η πρώτη απαίτηση των Ελληνοκυπρίων μετά τον Εμφύλιο.
96% των ελληνοκυπρίων ψήφισε υπέρ της Ένωσης στο δημοψήφισμα της Εθναρχίας το 1950.
Ορισμένοι θεωρούν πως οι Έλληνες βιάστηκαν και δεν εκτίμησαν σωστά την συγκυρία και τις διεθνείς ισορροπίες.
Η προσφυγή στον ΟΗΕ το 1954 είχε αρνητική κατάληξη. Η Τουρκία φάνηκε περισσότερο ευέλικτη. Από την αρχή οι Άγγλοι φρόντισαν να την βάλλουν στο παιχνίδι.
Το 1954 οι βρετανοί εξεδιώχθησαν από τη Αίγυπτο και θα μετέφεραν τις στρατιωτικές δυνάμεις τους στην Κύπρο. Ήταν αδύνατο να εγκαταλείψουν το νησί.
Κι οι Αμερικανοί ήταν κατά της διεθνοποίησης του ζητήματος.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες την 1 Απριλίου 1955 ξεκίνησε ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας της ΕΟΚΑ. Αρκετοί σήμερα κάνουν κριτική στην επιλογή του ως μέσου για την Ένωση με την Ελλάδα ή, στη συνέχεια, για την ανεξαρτησία του νησιού.
Υποστηρίζουν πως έπρεπε να περιμένουν καταλληλότερες συνθήκες.
Οι Τούρκοι από την αρχή είχαν διχοτομικά σχέδια μέσα από διαδικασίες διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας.
Το κυπριακό εξελίσσεται σύμφωνα με τα σχέδια και τις επιθυμίες της Τουρκίας.
Μιας Τουρκίας που σήμερα οι Αμερικανοί αδυνατούν να ελέγξουν. Η Τουρκία έχει αποκτήσει βαθμούς αυτονομίας στην εξωτερική της πολιτική.
Υπάρχουν, ωστόσο, Αμερικανοί αναλυτές που υποστηρίζουν πως ο Κίσινγκερ απέτυχε να αναγνωρίσει ότι ο κόσμος δεν ήταν στατικός και ότι οι χώρες που θεωρούνταν λιγότερο σημαντικές στην εποχή του θα μπορούσαν αργότερα να γίνουν κρίσιμοι σύμμαχοι, ενώ εκείνες που θεωρούσε κομβικά κράτη θα μπορούσαν να γίνουν παθητικό. Όπως η Τουρκία.
Και πιστεύουν πως…
το status quo στο νησί δεν μπορεί πλέον να διατηρηθεί.
ΗΠΑ και Ισραήλ πρέπει να συνειδητοποιήσουν πως η Τουρκία δεν είναι, πλέον, σύμμαχός τους. Και πρέπει να βοηθήσουν να αποκατασταθεί η ιστορική, ηθική, δικαιϊκή και γεωπολιτική τάξη.
50 χρόνια ήταν πολλά. Καιρός να σοβαρευτούμε.
Το πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε και Κύπρος και Ελλάδα είναι υπαρξιακό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου