Οι ύβρεις δεν έχουν πολιτικό υπόβαθρο. Είναι αυτό που είναι: βολές που δεν τεκμηριώνουν κάτι ευρύτερο της ίδιας τους της μικρότητας· τσιμπήματα με μοναδικό τους σκοπό να τσούξουν τον αντίπαλο γρήγορα και εύκολα. Οταν πια εκπίπτουν σε τσιτάτα, δηλαδή σε ατάκες που περνούν άκριτα από αναρίθμητα στόματα ως λεκτική μόδα, χάνουν και την όποια δυναμική τους· γίνονται πια νερόβραστες διατυπώσεις που κάποτε κάτι σήμαιναν, αλλά τώρα υπάρχουν μόνο για λόγους παράδοσης, μέχρι να βρεθεί μια νέα σαχλαμάρα να τις αντικαταστήσει.
Αν ο πρωθυπουργός και οι ψηφοφόροι του προσβάλλονται από τη γνωστή υβριστική φράση που κυκλοφορεί τον τελευταίο χρόνο εναντίον του πρώτου, καλό θα ήταν να ωριμάσουν· η διασημότητα και η πολιτική εξουσία τα έχουν αυτά – ειδικά σε υπανάπτυκτα περιβάλλοντα.
Τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά για όσους χρησιμοποιούν την υβριστική φράση ως πολιτική δήλωση ή χιούμορ: γι’ αυτούς, η ωρίμαση θα απαιτήσει μεγαλύτερες, ψυχαναλυτικού τύπου θυσίες. Να υπερβούν έναν εαυτό που έχει σφυρηλατηθεί από τον λαϊκισμό, την ανοησία και το μίσος.
Η αλήθεια είναι ότι από το Φεστιβάλ Νεολαίας του ΣΥΡΙΖΑ δεν περιμένει κανείς πολλά σε ό,τι έχει να κάνει με τον πολιτικό ή τον γενικότερο πολιτισμό. Είναι δύσκολο, άλλωστε, να σε εκπλήξει ευχάριστα μια διοργάνωση που το 2022 πιστεύει ακόμη ότι η λέξη «νεολαία» έχει οποιαδήποτε σχέση με τους νέους. Ενας ταλαίπωρος φουκαράς με στολή τσολιά, που από χλιαρό τηλεοπτικό αστείο για λυκειόπαιδα προηγούμενων δεκαετιών κατέληξε κομματικό φερέφωνο, μερικά σάπια αντικυβερνητικά ευφυολογήματα και η γνωστή αντιμητσοτακική ύβρις-φετίχ είναι, λοιπόν, αναμενόμενα μέρη μιας προπαγανδιστικής σύνθεσης χαμηλών αξιώσεων.
Το πρόσωπο, όμως, του Πούτιν ως μέρος της παράστασης δεν είναι· αυτό είναι κάτι πολύ πιο σκοτεινό.
Είναι ένας σφαγέας αστείος; Ακόμα κι αν είναι, είναι αστείος την ώρα που σφάζει; Ποια σάτιρα μπορεί να εξυπηρετεί η χρήση του ως αντιπολιτευτικού συμβόλου;
Υπάρχουν δύο ενδεχόμενα:
Το ένα είναι πως ο ΣΥΡΙΖΑ και η Νεολαία του, μυωπικοί και βουτηγμένοι όπως είναι στην κομματική μονομανία και κακόνοια, δεν κατάλαβαν τι έκαναν. Στο μυαλό τους, το ηθικό πλεονέκτημα είναι μια αναλλοίωτη σταθερά που λειτουργεί ως γενικό άλλοθι: εφόσον δηλώσεις αριστερός μπορείς μετά να γίνεις ό,τι χειρότερο –χυδαίος, αμετροεπής, ψεύτης, υβριστής, σεξιστής, φιλοπόλεμος– κι όμως να διατηρήσεις την πεποίθηση ότι το πρόβλημα δεν το έχεις εσύ, αλλά εκείνοι που σε καταγγέλλουν.
Το άλλο ενδεχόμενο, το πιο ζοφερό, είναι πως ο ΣΥΡΙΖΑ και η Νεολαία του κατάλαβαν πολύ καλά τι έκαναν. Η χρήση της εικόνας του Πούτιν δεν τους προβληματίζει, επειδή στην πραγματικότητα δεν τους προβληματίζει ούτε ο ίδιος ο Πούτιν. Η χρήση της ύβρεως εναντίον του πρωθυπουργού δεν τους ενοχλεί, επειδή τους αντιπροσωπεύει ηθικά. Και η ιδέα να τοποθετήσουν «σατιρικά» τη βρισιά εναντίον του Μητσοτάκη στα χείλη του Ρώσου προέδρου είναι ενδεικτική των πολιτικών τους ταυτίσεων και αποκλίσεων.
Η σάτιρα είναι πολλά πράγματα: επιθετική, ασεβής, σουρεαλιστική, άβολη, εύστοχη, άστοχη. Σίγουρα όμως δεν είναι τυχαία. Τα εργαλεία της διαλέγονται με προσοχή. Οι στόχοι της καταστρώνονται με ορισμένη λογική. Και, προφανώς, δεν είναι ουρανοκατέβατη. Φτιάχνεται από ανθρώπους για ανθρώπους. Ειδικά μάλιστα στο πλαίσιο ενός κομματικού φεστιβάλ, το να λογιστεί η σάτιρα ως άδολο καλλιτέχνημα που απλώς προέκυψε είναι παραπάνω από αφελές· είναι μάλλον ειρωνικό. Το αν ο ΣΥΡΙΖΑ υιοθετεί ένα αγοραίο σύνθημα-τρολ εναντίον του Κυριάκου Μητσοτάκη, το οποίο αντιπροσωπεύει μια ολόκληρη κουλτούρα δηλητηριώδους κακεντρέχειας (επικίνδυνη και για τον ίδιο τον ΣΥΡΙΖΑ), είναι κάτι που, στο τέλος της ημέρας, δεν έχει και πολλή σημασία. Οι ύβρεις είναι χαμένος κόπος που ζημιώνει όποιον τον καταβάλλει. Αυτό που έχει σημασία είναι...
η θέση του κόμματος και των παραφυάδων του (επίσημων και ανεπίσημων) απέναντι στον πουτινισμό και όλα όσα αυτός συνεπάγεται, τόσο στην παρούσα, πολεμική συγκυρία όσο και γενικότερα.
Σε μια χώρα με μεγάλη παράδοση στην εμφυλιοπολεμική εχθροπάθεια, οι αβρότητες μεταξύ πολιτικών, κομμάτων και εκλογέων ίσως είναι πολυτέλεια. Ισως τα χρυσαυγίτικα επικοινωνιακά ήθη να είναι μια αναπόφευκτη ενδημική πραγματικότητα. Μπορεί, τελικά, να είναι σημαντικότερο να ρυθμιστούν πρώτα άλλου τύπου παραδοξότητες, από τα ιλαροτραγικά δικαστικά αδιέξοδα (βλ. το σκάνδαλο Novartis) μέχρι την πολιτικώς ομιχλώδη και συνταγματικώς προβληματική λειτουργία της ΕΥΠ. Ο,τι όμως κι αν αποφα-σίσουμε να διευθετήσουμε και με οποιαδήποτε σειρά, θα είναι εξαιρετικά δύσκολο –ίσως και ακατόρθωτο– αν οι βασικές πολιτικές δυνάμεις της χώρας δεν τα βρουν σε μερικές στοιχειώδεις δημοκρατικές παραδοχές: Δεν παίζουμε με δικτάτορες· δεν μετατρέπουμε το νερό του κατακτητικού πολέμου σε κρασί μικροκομματικής ψυχαγωγίας.
Αν κάποια στιγμή δημοσιευθεί η λίστα των προσώπων στα οποία, σύμφωνα με το Στέιτ Ντιπάρντμεντ, ο Ρώσος πρόεδρος διέθεσε από το 2014 πάνω από 300 εκατομμύρια δολάρια για να εξασφαλίσει πολιτική επιρροή, θα έχουμε μια πολύ καλύτερη εικόνα ως προς τις παθογένειές μας: κάποιες ενδέχεται πράγματι να επιδέχονται ρύθμιση, ενώ κάποιες άλλες μπορεί απλώς να απαιτούν φραγή εμβασμάτων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου