"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


ΤΟΥΡΚΙΑ: Το παράπονο του Ρωμιού

Του Ηρακλή Μήλλα 
(Γεννήθηκε το 1940 στην Τουρκία, έζησε στην Κωνσταντινούπολη μέχρι το 1971 και έκτοτε διαμένει στην Ελλάδα. Είναι απόφοιτος της Ροβερτείου, με διδακτορικό στην πολιτική επιστήμη από το Πανεπιστήμιο της Άγκυρας. Εργάστηκε ως μηχανικός στην Τουρκία, στην Ελλάδα και σε διάφορες αραβικές χώρες. )

Ένα μήνα πριν ήταν ο αναμφισβήτητος ηγέτης. Αναγνωρισμένος και στο εξωτερικό. Μετά «ξεχείλισε το ποτήρι» με τις επεμβάσεις του στην καθημερινότητα των πολιτών: γκρεμίζοντας μνημεία που δεν του άρεσαν, επιβάλλοντας «σεμνότητα» στα σήριαλ, περιορίζοντας τα οινοπνευματώδη, αποφασίζοντας ποιος θα είναι ο αρχιτεκτονικός ρυθμός ενός τεμένους που πάλι ο ίδιος αποφάσισε ότι πρέπει να κτιστεί, κρίνοντας πόσα παιδιά θα πρέπει να γενούν οι γυναίκες οι οποίες δεν πρέπει να κάνουν και καισαρική, επιβάλλοντας την αυτολογοκρισία στον Τύπο, κ.α. Τώρα βάλλεται και από το εξωτερικό για τη βία που ασκεί κατά των διαδηλωτών.

Υπήρξε τελευταία επιτυχημένος στο Κουρδικό με τα ανοίγματα που δρομολόγησε και θετικός στο θέμα των μειονοτήτων με ορισμένες παραχωρήσεις που έκανε. Αλλά στο πρώτο φαίνονται κάποια σύννεφα. Οι Κούρδοι αντάρτες εγκατέλειψαν την Τουρκία, αλλά οι συνταγματικές μεταρρυθμίσεις δεν πραγματοποιήθηκαν όπως είχε αρχικά συμφωνηθεί. Τώρα η «άλλη πλευρά» θέτει απειλητικά χρονικά περιθώρια στον πρωθυπουργό. Αλλά και οι μειονότητες δεν πείθονται πλέον όπως παλαιότερα. Παραθέτω μερικές παραγράφους από ένα άρθρο που κυκλοφόρησε στα τουρκικά στην Κων/πολη (εφημερίδa Agos):
«Μπορούν να επιστρέψουν οι Ρωμιοί που εγκατέλειψαν την Πόλη, να έρθουν, τους καλοδεχόμαστε, οι άνθρωποι αυτοί είναι δικοί μας πολίτες. Στο παρελθόν έγιναν λάθη, αλλά πλέον έχουμε αλλάξει. Όμως να γίνει το τζαμί στην Αθήνα για να επιτρέψουμε κι εμείς τη λειτουργία της Θεολογικής Σχολής. Επιστρέψαμε τα ακίνητα των βακουφίων. Στη Δυτική Θράκη να εκλέγει τον μουφτή η μειονότητα, εμείς δεν επεμβαίνουμε στην εκλογή του Πατριάρχη.».

Αυτά διαβάζω στον Τύπο της Τουρκίας. Αυτά λένε οι επίσημοι. Φαίνονται λόγια λογικά. Ωραία λόγια που χαϊδεύουν και την τουρκική εθνική υπερηφάνεια. «Για δες τι έχουμε επιτύχει εμείς! Ενώ οι "άλλοι" δεν ανταποκρίνονται!» Όμως σ’ εμένα (σ’ εμένα που είμαι ένας από αυτούς που έφυγαν) αυτά τα λόγια δεν δημιουργούν την ίδια εντύπωση, διότι έχουν αντιφάσεις.

Το μεγάλο μου παράπονο ως μέλος της μειονότητας, ίσως το μοναδικό μου παράπονο, ήταν και είναι ότι στην Τουρκία δεν θεωρήθηκα ισότιμος πολίτης… Ο,τι πάθαμε εγώ και η οικογένειά μου προέκυψαν από τον τρόπο που μας βλέπει το κράτος και η ευρύτερη κοινωνία. Με είδαν ως τον «άλλο» και με θεώρησαν «ξένο». Κοντολογίς, δεν με θεώρησαν πολίτη αυτής της χώρας.

Θα μπορούσα, και μπορώ ακόμη να αναφερθώ στη Συνθήκη της Λοζάνης και να μιλήσω για τα δικαιώματα που πρέπει να αναγνωριστούν στις μειονότητες. Τίποτε από αυτά που προβλέπουν τα άρθρα 37-44 δεν εφαρμόστηκαν. Προβλέπονταν τα εξής: Ουδείς νόμος θα ήταν αντίθετος με τα άρθρα αυτά, η ισότητα θα ήταν απόλυτη, η χρήση της μητρικής γλώσσας στα δικαστήρια και η εργασία στον δημόσιο τομέα θα θεωρείτο βασικό δικαίωμα, θα αναγνωρίζονταν στις μειονότητες το δικαίωμα να ιδρύσουν τους δικούς τους οργανισμούς και να λειτουργήσουν με αυτούς, θα τους παρέχονταν κάθε ευκολία στον τομέα της παιδείας, στα θέματα θρησκείας θα έχαιραν απόλυτου σεβασμού. Σε περίπτωση παραβίασης των δικαιωμάτων αυτών θα υπήρχε προσφυγή στα Ηνωμένα Έθνη (τότε Κοινωνία των Εθνών).

Το πλέον σημαντικό άρθρο και αυτό που παραβιάστηκε στην ολότητά του είναι το τελευταίο. Τα κράτη, αντί να επιδιώξουν να αντιμετωπίσουν τις παραβιάσεις που διαπίστωσαν ότι έπραξε η απέναντι πλευρά προσφεύγοντας στο «δικαστήριο», προτίμησαν να λύσουν το πρόβλημα χρησιμοποιώντας τη μειονότητα ως όμηρο. Η εφαρμογή αυτή θεωρήθηκε πιο αποτελεσματική, επέφερε άμεσο αποτέλεσμα. Δηλαδή οι μειονότητες θεωρήθηκαν ένα «μέσο». Πιθανόν ο τρόπος αυτός να είναι όντως πιο «πρακτικός» και πραγματιστικός, όμως αυτή η συμπεριφορά τελικά μετατρέπει τις μειονότητες -και εμένα- σε «αντικείμενο». Και φυσικά, αυτό τελικά σημαίνει την κατάργηση της έννοιας του «πολίτη»: «Θα συντηρούμε κάποιους ανθρώπους στην Πόλη και όταν οι ομοεθνείς μας στη Δυτική Θράκη θα έχουν προβλήματα θα προκαλούμε κάτι αντίστοιχο σ’ αυτούς. Όταν στην απέναντι πλευρά η κατάσταση διορθωθεί, τότε κι εμείς θα τους αφήσουμε ήσυχους. Εάν οι εκεί υποφέρουν, τότε θα φροντίσουμε να υποφέρουν κι αυτοί που κρατούμε εδώ!». Έτσι αντιλαμβάνονται την έννοια της «αμοιβαιότητας» και έτσι την έζησα εγώ.

Ομως, θα ήθελα να είμαι πολίτης. Όταν σε κάποια ξένη χώρα, οι άνθρωποι τουρκικής καταγωγής ταλαιπωρούνται, να μην πληρώνω εγώ, στη χώρα της οποίας είμαι πολίτης, το αντίτιμο. Και γιατί άλλωστε θα έπρεπε να το πληρώσω; Δεν είμαι «ισότιμος πολίτης» της χώρας αυτής; Δεν είναι δικαίωμά μου να θεωρούμαι ως τέτοιος; Γιατί να ευθύνομαι εγώ αν υπάρχει ή όχι τζαμί στην Αθήνα, αν εκλέγεται ή όχι ο μουφτής της Κομοτηνής; Αν η κατάσταση στην «άλλη πλευρά» δεν έχει αντίκτυπο στη ζωή του Χασάν και του Αχμέτ που ζουν στην Πόλη, αλλά επηρεάζει τη ζωή του Γιώργου, τότε τι παραμένει από την έννοια «πολίτης» και «ισότητα»;

Κι ένα ερώτημα εφιάλτης: 
 Εάν η απέναντι πλευρά εφαρμόσει σενάριο σαν τα «Σεπτεμβριανά» εγώ τι θα απογίνω; Πριν ειπωθεί το «ελάτε πίσω», θα πρέπει να καθορίσουμε με σαφήνεια και ειλικρίνεια το καθεστώς που θα διέπει αυτούς που θα επιστρέψουν. Εγώ, προσωπικά, δεν θέλω να επωμιστώ τον ρόλο του ομήρου.

Τα τελευταία χρόνια αναγνωρίστηκαν όντως κάποια δικαιώματα στις μειονότητες, όπως η επιστροφή κάποιων ακινήτων στα ευαγή ιδρύματα ή κάποιες θρησκευτικές ελευθερίες. Ευχάριστες εξελίξεις. Θα πρέπει να ληφθεί υπόψη η διαφορά μεταξύ των κυβερνήσεων που παραβιάζουν τα δικαιώματα και αυτών που τα επαναφέρουν… Δεν γνωρίζω πώς άλλοι αντιλαμβάνονται τέτοιου είδους παροχές, εγώ όμως πιστεύω ότι οι επιστροφές αυτές δεν πρέπει να γίνονται αντικείμενο εθνικής υπερηφάνειας, λόγος κομπασμού ή θέμα διαπραγμάτευσης. Η επαναφορά ενός δικαιώματος που παραβιάστηκε δεν αποτελεί ευεργεσία και δεν χρειάζεται να αισθάνεται κανείς «ευγνώμων» για αυτό.

«Ωραία! Τι πράττει όμως η Ελλάδα στο θέμα αυτό; Τα πράγματα εκεί είναι καλύτερα, είναι δικαιότερα;». 

Αυτή η ερώτηση δεν απευθύνεται στον Αχμέτ, αλλά στον Γιώργο! Ο ένας μόνο από τους δύο δήθεν ισότιμους πολίτες καλείται να λογοδοτήσει. Κι αυτός, όταν ξεκινά να θεωρεί τον εαυτόν του φυσικό αποδέκτη του ερωτήματος, παύει να είναι «πολίτης» και γίνεται ο «άλλος». Τελικά αποφασίζει να φεύγει. Ο πρώτος όρος για να επιστρέψει, είναι, κατά τη γνώμη μου, να πάψει να γίνεται αποδέκτης αυτού του ερωτήματος.

Εάν δεν υπάρχει ισότητα δεν υπάρχει ούτε ο πολίτης. Ο όρος πολίτης είναι μια έκφραση της σύγχρονης εποχής. Το να είσαι ραγιάς ή «μιλλέτ» -με την έννοια που είχε ο όρος επί οθωμανικής αυτοκρατορίας- ή κοινότητα, είναι κάτι διαφορετικό.

Δεν υπάρχουν σχόλια: