Αφιερωμένο στα "συντρόφια" του Περισσού και στους οπαδούς τους...
Toυ ΝΙΚΟ AGO
(Γεννήθηκε σε ένα χωριό στο Τεπελένι και μεταφέρει εμπειρίες απο την Αλβανία που γνωρισε)
Σκέφτομαι τα δικά μου χρόνια. Τα δικά μου, σχεδόν 22 χρόνια, που έζησα
κάτω από πραγματική δικτατορία. Η οποία, μάλιστα, καμάρωνε και έλεγε
τον εαυτό της «δικτατορία του προλεταριάτου».
Σε ακούω να λες ότι κι εσύ
«ζεις σε μια χούντα» και αναρωτιέμαι, πόσα λίγα γνωρίζεις για τις
πραγματικές δικτατορίες και τη χούντα. Σε αυτές, είτε του
«προλεταριάτου» είτε στρατιωτική, τα πράγματα είναι κάπως διαφορετικά,
από αυτά που ζεις εσύ κι εγώ σήμερα.
Εκεί, δεν έχεις το δικαίωμα να
(αντι)μιλάς στο κράτος. Αν το κάνεις, η απάντηση είναι «φυλακή και
εξορία». Δεν έχεις δικαίωμα να γιουχάρεις και γιαουρτώσεις πολιτικό
διότι, αντί για «ζήτω» και «μπράβο, ρε μάγκα, λεβέντη και
καραμπουζουκλή» περνάς για τα περαιτέρω από την Ασφάλεια «δια υπόθεσίν
σου». Βασανιστήρια, κελιά, κράτηση, στρατοδικείο, εξορία. Όλα αυτά τα
απλά και φυσιολογικά (για τη χούντα). Α, και να σου πω ότι η «δικτατορία
του προλεταριάτου», θεωρεί περιττή και την παρουσία του δικηγόρου. Το
κράτος, λέει, ξέρει και προστατεύει καλύτερα. Δεν υπάρχει καν ως
επάγγελμα, και ας έχεις όσα λεφτά θέλεις.
Στη χούντα, ή τη «δικτατορία του προλεταριάτου», δεν έχεις το δικαίωμα
να γράφεις δημόσια αυτά που θέλεις- και κυρίως να γράφεις εναντίων
τους- διότι απλώς, και να έχεις τα κότσια, δεν έχεις που να τα
γράψεις
. Στις δικτατορίες, τα μέσα είναι στα χέρια του κράτους και
γράφουν μόνο ο,τι υπαγορεύει αυτό. Τότε όλα ανήκουν στο κράτος. Και οι
άνθρωποι. Το «σας ανήκω και μου ανήκετε», που είπε κάποτε ο
δικτάτορας-χουντικός Παπαδόπουλος στους εφοπλιστές, είναι σωστό κατά το
ήμισυ. Η δικτατορία ανήκει σε πολύ λίγους και «της ανήκουν» όλοι.
Δεν σου τα λέω αυτά από διηγήσεις. Ούτε από ντοκιμαντέρ, από γυαλιστερά
λευκώματα, από σχολικά εγχειρίδια
. Γεννήθηκα στο «μαιευτήριο» της
«δικτατορίας του προλεταριάτου» και είδα μέλη της οικογένειάς μου να
στέλνονται εξορία για απίθανα πράγματα.
Είτε επειδή κάποιος δεν ήπιε
«άσπρο πάτο» ένα ποτήρι ρακί στην υγεία του πρωθυπουργού, είτε επειδή ο
άλλος δεν έστειλε το παιδί του σε (καταναγκαστική) εθελοντική εργασία,
είτε, ένας τρίτος, επειδή ήθελε να σωθεί από τα καθημερινά βάσανα και
αποπειράθηκε να περάσει τα σύνορα παράνομα. Οι τόποι εξορίας γεμίζουν
στις χούντες και τις δικτατορίες με όλους αυτούς που το καθεστώς δεν
συμπαθεί και όχι αναγκαστικά με αυτούς που δεν συμπαθούν το καθεστώς. Οι
δικτατορίες και οι χούντες, έχουν τον τρόπο να τιμωρούν ακόμα και τη
σιωπή. Τις ενοχλητικές φωνές, απλώς τις «σβήνουν» χωρίς πολλή σκέψη.
Η δικτατορία δεν δέχεται να «περπατάει» κανένας έξω από τα όρια που
εκείνη χαράζει.
Εσύ, μπορεί να το θεωρείς απλώς προσβλητικό για την
δημοκρατία, όταν βλέπεις ότι οι απόγονοι της χούντας, ανακοινώνουν τα
ψηφοδέλτιά τους την 21η Απριλίου όλως τυχαίως(;) αλλά εγώ που έζησα τη
δικτατορία, τρέμω στην ιδέα να τους δω μια μέρα να ζητούν από το βήμα
της Βουλής, να καθιερωθεί η μέρα ως «εθνική γιορτή». Ικανούς τους έχω.
Όπως τους έχω ικανούς να ζητούν «κρεμάλες για τους προδότες πολιτικούς».
Αν και κάτι τέτοιο, το έχουν ζητήσει και μερικοί που βιώσαν στο πετσί
τους τη χούντα και τις εξορίες και με τα χρόνια, φαίνεται να ξέχασαν.
Κλείνοντας, επειδή εσύ που μου μιλάς για χούντα, είσαι συνήθως νέα ή
νέος, να σου πω ότι, στις δικτατορίες, όλες τις δικτατορίες, αν τύχει
και ερωτευτείς κάποια ή κάποιον που «δεν είναι δικός μας», μπαίνεις στη
«μαύρη λίστα». Ενίοτε και στη φυλακή. Για αυτό, όταν μου μιλάς για
δικτατορία και χούντα, σκέψου απλώς ότι, αν πραγματικά ζούσες σε χούντα,
δεν θα μπορούσες να το πεις. Θα το βίωνες και θα υπέφερες.
Πριν πω για τις εκλογές που διοργάνωνε η δικτατορία του προλεταριάτου-
αντίθετα με τη Χούντα, που απ’ όσο ξέρω, δεν είχε τέτοιες σκοτούρες-
να συνεχίσω λίγο με το προηγούμενο θέμα, απαντώντας έτσι και σε μερικούς
φίλους.
Όταν ήρθα να ζήσω στην Ελλάδα, το μόνο που δεν σκεφτόμουν ήταν
μια δεύτερη οικονομική κατάρρευση και μια δεύτερη δικτατορία. Το δις
εξαμαρτείν, ουκ ανδρός σοφού. Μήτε και μετανάστη. Έχοντας περάσει από το
έρεβος της δικτατορίας και το τούνελ της χρεοκοπίας, μπορώ να πω με
μια σχετική σιγουριά ότι , η σημερινή κατάσταση στην Ελλάδα δεν μπορεί
να συγκριθεί με εκείνες τις εποχές, πολλώ δε μάλλον, δεν είναι ίδια.
Στο
ερώτημα «ποια είναι η πρότασή σου;», δεν έχω εύκολη απάντηση. Τείνω να
πιστέψω, όμως, ότι, ενώ φωνάζουμε πως πρέπει να αλλάξουν τα πράγματα,
μας λείπει η προθυμία να χάσουμε τα κεκτημένα μας. Μάλλον εννοούμε να
αλλάξουν όλα των άλλων, αλλά τίποτα από τα δικά μας.
Να πω τώρα για της «εκλογές» της δικτατορίας του προλεταριάτου. Την
ημέρα των εκλογών - μόνο τότε καταλάβαινες ότι έχει εκλογές - οι πόλεις,
τα χωριά, τα εργοτάξια, τα στρατόπεδα, τα σχολεία και παντός είδους
κτήρια, τα ντύναμε γιορτινά. Ο μοναδικός υποψήφιος δεν ερχόταν καν για
υποσχέσεις. Στο Συνέδριο του Κόμματος αποφασιζόταν ποιοι θα είναι οι
βουλευτές (όχι οι υποψήφιοι), χειροκροτούσαν οι σύνεδροι, λέγανε και τα
συνθήματα για τον μεγάλο Ηγέτη και το κόμμα και, από δω παν’ κι άλλοι.
Δεν υπήρχε μόνιμη εθνική αντιπροσωπία για να νομοθετεί και να συζητάει
για νομοσχέδια. Αυτά τα έλυνε από μόνο του το κόμμα. Δικαίωμα ψήφου
είχαν όλοι, εκτός από τους κουλάκους, εννοείτε και τους εχθρούς του
κόμματος. Λίγοι, βέβαια αυτοί που είχαν ξεφύγει από τις φυλακές και την
εξορία. Οι πολλοί ήταν «μαντρωμένοι».
Πρώτα ψήφιζαν τα μέλη του
κόμματος. Μετά, με τη σειρά όλοι οι άλλοι. Ανοιχτή η ψήφος, φυσικά.
«Ζήτω το κόμμα, ζήτω ο Ηγέτης μας, κάτω ο καπιταλισμός, κάτω οι
Αμερικανοί , κάτω το ΝΑΤΟ» και πανηγυρικά μέσα το ψηφοδέλτιο. Συνήθως το
Κόμμα… κέρδιζε με 99,99%. Το 0,01% ήταν η απόδειξη της αντίθετης
«ελεύθερης» άποψης. Η δικτατορία του προλεταριάτου «θριάμβευε» και
κατατρόπωνε άλλη μια φορά τους αντιπάλους της.
Μαζευόταν μετά στη Βουλή ή Προεδρείο του Λαού, όπως λεγόταν, οι
«εκλεγμένοι», που ουσιαστικά ήταν οι εκλεκτοί διορισμένοι του Κόμματος,
διακήρυσσαν με τη σειρά τους τη μεγάλη νίκη του Κόμματος ενάντια στον
εξωτερικό και εσωτερικό εχθρό και περίμεναν να μιλήσει ο Μεγάλος Ηγέτης.
Αυτός μιλούσε στο τέλος και ανακοίνωνε το αποτέλεσμα των εκλογών. Έλεγε
για το θρίαμβο σε αυτές αλλά και στις επόμενες εκλογές και συνήθως, με
την μοναδική ικανότητα που έχει ο ηγέτης της δικτατορίας τους
προλεταριάτου, έβρισκε 3-4 εσωτερικούς εχθρούς στα στελέχη του κόμματος
και τους έστελνε για τουφεκισμό. Στους βουλευτές δεν έλεγε καν
συγχαρητήρια. Ήξερε ότι, και γαϊδούρια να έβαζε στη θέση τους, με το
ίδιο θριαμβευτικό ποσοστό θα εκλεγόντουσαν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου