"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


200 ΧΡΟΝΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΕΛΛΑΔΑ: Παίζουμε πόλεμο;

Του ΗΛΙΑ ΜΑΓΚΛΙΝΗ

Στο Δημοτικό, στα διαλείμματα, παίζαμε πόλεμο. Πολεμούσαμε πάντοτε εναντίον των Γερμανών. Δεν χωριζόμασταν σε δύο ομάδες όπου κάποιοι «έκαναν» τους Γερμανούς. Ημαστε όλοι Ελληνες και πολεμούσαμε κατά των Γερμανών. Απλά πράγματα.

Πολύ σπάνια το παιχνίδι να είχε μέσα Τούρκους (για Ιταλούς ούτε λόγος – κι ας μας έβαζαν να τραγουδήσουμε το «Κορόιδο Μουσολίνι» κάθε 28η Οκτωβρίου). Οχι, οι Τούρκοι μάς ήταν αδιάφοροι, κι ας απείχαμε δύο-τρία χρόνια από την εισβολή στην Κύπρο, κι ας στήναμε θεατρικά σκετς κάθε 25η Μαρτίου.

Σε μια τέτοια γιορτή απήγγειλα μηχανικά ένα ποίημα για τον Παπαφλέσσα. Σε μιαν άλλη, συμμετείχα σε ένα σκετς φορώντας γκοφρέ φουστανέλα, υποδυόμενος ένα «παλικάρι» που πεθαίνει από «τούρκικο βόλι». Τα κορίτσια αναπαριστούσαν τον χορό του Ζαλόγγου: κάθε μία που υποτίθεται ότι έπεφτε στον γκρεμό άνοιγε απλώς μια πόρτα, στο πλάι της μικρής αίθουσας, και αναχωρούσε για τον άλλο κόσμο (έβγαινε στον διάδρομο, δηλαδή).

Στα διαλείμματα, όμως, τίποτα δεν μπορούσε να συγκριθεί με τους Γερμανούς.  

Είναι γνωστός ο αφορισμός του Αμερικανού συγγραφέα Κερτ Βόνεγκατ, αιχμαλώτου των Γερμανών και αυτόπτη μάρτυρα στον βομβαρδισμό της Δρέσδης, ο οποίος διατεινόταν ότι «ο Β΄ Παγκόσμιος πόλεμος δεν πρόκειται ποτέ να βγει εκτός σόου μπίζνες χάρη στις στολές των Γερμανών».

Δεν είχαν πέραση μόνο στο Χόλιγουντ αλλά και στους μπόμπιρες της δεκαετίας του ’70, που έβλεπαν το σίριαλ «Μάχη», με τον αδικοχαμένο Βικ Μόροου να υποδύεται τον λοχία Σόντερς στη Γαλλία του 1944.

Το 1821 το ζούσαμε και αυτό μέσα από την τηλεόραση, αλλά δεν ήταν το ίδιο. Οι ταινίες της χούντας (αν και τότε δεν ξέραμε ότι ήταν «της χούντας») ακόμα και στα άγουρα, παιδικά μας μάτια είχαν μια γραφικότητα, με τα «ωρέ!» και τους Τούρκους να μιλούν άπταιστα ελληνικά.

Πού να συναγωνιστούν το Αντζιο, το Αρνεμ, τη Μάχη της Αγγλίας;  

Τα Δερβενάκια, η Αλαμάνα, το Ναυαρίνο ηττούνταν κατά κράτος μέσα στην παιδική φαντασία μας. Χρειάστηκε να προβληθεί η σειρά «Ολοκαύτωμα», όπως και η σειρά ντοκιμαντέρ «Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα», για να αντιληφθούμε (κάποιοι εξ ημών) τη φρίκη του πολέμου…

Οι Τούρκοι όμως επέμεναν. Πολλά χρόνια μετά τα αθώα σχολικά διαλείμματα, στη βασική στρατιωτική εκπαίδευση της Αεροπορίας, Ιανουάριο του 1993, ο εκπαιδευτής μάς φώναζε, κάνοντας βήμα: «Δι-ψά-τε;», κι εμείς απαντούσαμε, με ρυθμό: «Για-αί-μα!», «Τι-αί-μα;» ρωτούσε ξανά. «Τουρ-κι-κό!» φωνάζαμε εμείς. Λέγαμε ψέματα φυσικά. Επρεπε κάπως να βγει μία ακόμα ημέρα στην Τρίπολη. Και, για να είμαι ειλικρινής, νοσταλγούσα τους αόρατους Γερμανούς των σχολικών διαλειμμάτων.

Στα πενήντα μας πια, ξέρουμε ότι...

 

 ο λοχίας Σόντερς δεν ήταν τόσο άτρωτος. Και ότι οι «φουστανέλες» είχαν και αυτές σάρκα και οστά. Το «ωρέ!» είχε και αυτό έναν πόνο και ένα πάθος. 

Δύο αιώνες τώρα. 

Χρόνια μας πολλά λοιπόν.



Δεν υπάρχουν σχόλια: