Παρότι το ποδόσφαιρο δρα χωριστικά, μοιράζοντάς μας σε ομάδες ή έθνη, ένα πράγμα παραμένει κοινό για όλους. Είτε στενοχωρημένοι είναι είτε ευτυχισμένοι, οι φίλαθλοι ξεχνούν πάραυτα οτιδήποτε άλλο και χαίρονται όταν διαπιστώνουν ότι στα μάτριξ δεν εμφανίζονται παίκτες αλλά αυτοί οι ίδιοι. Με τις σημαίες, τα κασκόλ, τα σύμβολα, τα μουσικά τους όργανα. Με το πρόσωπο ή το μισό κορμί τους ζωγραφισμένο στα χρώματα της πατρίδας τους, σαν καταδήλωση της ολόθερμης και ολόδερμης συμπαράστασής τους. Παρέες που μπήκαν σε έξοδα (εκτός πια και οι χορηγοί βάζουν κι εκεί το χεράκι τους, για να εξασφαλίσουν την εμπορικώς αποδοτική ποικιλοχρωμία του θεάματος) για να δουν, να φωνάξουν, να χειροκροτήσουν.
Σαν παιδιά κάνουν βλέποντας τον εαυτό τους στα μάτριξ. Οποια κι αν είναι η ηλικία, το χρώμα, η καταγωγή τους. Πετιούνται πάνω. Γελάνε. Δείχνουν ο ένας στον άλλον την εικόνα, για να μη χάσει κανείς τη μαγική στιγμή. Χαιρετούν τους δικούς τους στην πατρίδα. Οι καλύτερα οργανωμένοι, όσοι ελπίζουν ότι θα τους προτιμήσει η κάμερα αν υπερβούν τον μέσο όρο παραδοξότητας, έχουν ήδη έτοιμο το χάρτινο μήνυμά τους· όπως οι δύο Αγγλοι με την εξής πινακίδα: «Παρακαλούμε μη μας δείξετε γιατί είπαμε στις γυναίκες μας ότι πάμε για ψάρεμα».
Ολοι, στιγμιαία απαθανατιζόμενοι, νιώθουν ότι μπαίνουν εκείνη τη στιγμή σε αμέτρητους δέκτες όπου γης. Οτι από την ανωνυμία της μάζας υψώνονται σε κάτι ξεχωριστό, διακριτό, επώνυμο. Οτι εισέρχονται στην Ιστορία. Ψευδαίσθηση;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου