"Κόμμα = Ομάς ανθρώπων, ειδότων ν' αναγιγνώσκωσι και ν' αρθογραφώσιν εχόντων χείρας και πόδας υγιείς, αλλά μισούντων πάσαν εργασίαν, οίτινες ενούμενοι υπο ένα οιονδήποτε αρχηγόν, ζητούσι ν' αναβιβάσωσιν αυτόν δια παντός μέσου εις την έδραν πρωθυπουργού, ίνα παρέχη αυτοίς τα μέσα να ζώσι χωρίς να σκάπτωσι"
Εμμανουήλ Ροΐδης , Έλληνας πεζογράφος και κριτικός (1836-1904)


ΚΟΙΝΩΝΙΑ στην ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΠΑΝΑΝΙΑ: Δώστε σουβλάκια στον λαό

Της ΡΙΚΑΣ ΒΑΓΙΑΝΗ

Από την αστακομακαρονάδα στη σουβλακοφαγία ο δρόμος ήταν δύσκολος. Ενα στερητικό το περάσαμε, αλλά προσαρμοστήκαμε. Αλλά υπήρχε και πιο κάτω. Μελαγχόλησα όταν έμαθα ότι έπεσαν οι σουβλακοπωλήσεις κατά τριάντα τοις εκατό. 

«Φούσκα» και το σουβλάκι, το τελευταίο αποκούμπι;

Αρχισα να το ψάχνω. Δεν είναι ότι έχουμε ακριβώς στερηθεί τη δεύτερη μεγαλύτερη ελληνική απόλαυση. Απλώς «περιορίζουμε» την κατανάλωσή της σε επίπεδα λογικά.

Καθόταν (παλιά) μία παρέα πέντε ατόμων και παράγγελνε, έξω καρδιά, διακόσια εξήντα οκτώ καλαμάκια «να παίζουν». Διότι καλύτερα να περισσέψουν, παρά να ξεμείνουμε.  

Τώρα μετράμε πόσο πεινάμε, με πόσα θα χορτάσουμε και παραγγέλνουμε. «Τόσο, όσο». Οπως οι τουρίστες που κοροϊδεύαμε.

Μουρμουράγαμε μεταξύ μας οι Ελληνες:  

«Κοίτα τους, ρε, παίρνουν δύο σουβλάκια και μία χωριάτικη και τη βγάζουν τρεις ώρες στο μαγαζί. Μίζεροι άνθρωποι αυτοί οι ξένοι, ρε παιδάκι μου».  

Την ίδια στιγμή, στα δικά μας τραπέζια, τα ελληνικά, γινόταν της Αποκαλύψεως, ραγίζανε οι τάβλες από τα φέρε φέρε.

Τώρα, ο «μίζερος» που κοροϊδεύαμε -αυτός με τα δύο σουβλάκια- γελάει τελευταίος. Λογιστικά το αντιλαμβάνομαι, ήταν επόμενο. Αλλά ψυχολογικά μου τη δίνει! Θέλω πίσω την ανέμελη σουβλακο-κραιπάλη μου. Ηταν η τελευταία ψευδαίσθηση.
Εκτός αν υπάρχει και πιο κάτω.

Δεν υπάρχουν σχόλια: