Tου Aποστολου Δοξιαδη
Δεν ήμουν την περασμένη Κυριακή στην Παλιά Βουλή, στην εκδήλωση «Για την Ελλάδα, τώρα», αλλά γράφτηκε ότι η πιο ενδιαφέρουσα ομιλία ήταν της Αννας Διαμαντοπούλου και η πιο καλή παρέμβαση του Στέφανου Μάνου.
Η υπουργός Παιδείας χειροκροτήθηκε θερμά από το κοινό, επειδή κατήγγειλε ξεκάθαρα συμπτώματα της πολιτικής μας παθολογίας αλλά, κυρίως, πρότεινε τολμηρές αλλαγές. Στη συνέχεια όμως ο Στέφανος Μάνος τής επεσήμανε: «Συμφωνώ απολύτως με τις αλλαγές που προτείνατε, αλλά θέλω να πω ότι αν, πιστεύοντάς τες, μένετε στο ΠΑΣΟΚ, αμφισβητώ την αξιοπιστία σας. Αν όμως μένετε γιατί νομίζετε ότι το ΠΑΣΟΚ μπορεί να τις υλοποιήσει, τότε αμφισβητώ την ευθυκρισία σας».
Η Αννα Διαμαντοπούλου απετόλμησε γενναίες τομές με τον νέο νόμο για την ανώτατη παιδεία, και καθώς οι πολιτικοί που επιδεικνύουν τόλμη στις μέρες μας μετριούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού, δεν θέλω να αμφισβητήσω ούτε την αξιοπιστία ούτε την ευθυκρισία της. (Αν θέλουμε να καταγγείλουμε πολιτικούς, προηγούνται πολλοί άλλοι στη λίστα.) Θέλω όμως να πω ότι, παρά ταύτα, συντάσσομαι απολύτως με την ουσία αυτού που είπε ο Στέφανος Μάνος, επιβεβαιώνοντας παράλληλα πόσο sui generis περίπτωση Ελληνα πολιτικού είναι ο ίδιος, γιατί ενώ, όπως κάθε άνθρωπος, έχει τα κουσούρια του, δεν έχει κανένα από τα κουσούρια που χαρακτηρίζουν τον τυπικό Ελληνα πολιτικό. Αρα, εν προκειμένω, σαφώς «δικαιούται διά να ομιλεί», διατηρώντας το ηθικό δικαίωμα να προκαλεί την κ. Διαμαντοπούλου, τον κ. Χατζηδάκη και όποιον άλλο δηλώνει εκσυγχρονιστής ή μεταρρυθμιστής, να το αποδείξει φεύγοντας από το κόμμα του.
Ιδανικά, βέβαια, η προτροπή θα έπρεπε να απευθυνθεί στα ίδια τα κόμματα, που τόσο πολύ κακό έχουν κάνει στην Ελλάδα. Θα ταίριαζαν εδώ θαυμάσια οι φράσεις που απηύθυνε ο Ολιβερ Κρόμγουελ στο «Μισερό Κοινοβούλιο» της Αγγλίας, το 1653 (το «Rump Parliament», που δημιουργήθηκε από την αναχώρηση της πλειοψηφίας), και επανέλαβε επακριβώς ο Λίο Εϊμερι, στη βρετανική Βουλή, τον Μάιο του 1940, λέγοντας στην κυβέρνηση του Νέβιλ Τσάμπερλαϊν: «Καθήσατε στις θέσεις σας πολύ περισσότερο από ό,τι άξιζε το όποιο καλό κάνατε. Φύγετε, να τελειώνουμε με εσάς. Για όνομα του Θεού, φύγετε!» (Λίγες μέρες μετά η κυβέρνηση του Τσάμπερλαϊν παραιτήθηκε, και ορκίστηκε ο Ουίνστον Τσώρτσιλ, επικεφαλής της κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας που κέρδισε τον Πόλεμο.)
Η προτροπή ταιριάζει κουτί στα ελληνικά κόμματα σήμερα. Εδώ δεν έχουμε κόμματα-θεσμούς, όπως έχουν η Αμερική ή η Αγγλία. Αλλα τα κόμματα των αρχών του 20ού αιώνα, άλλα του Μεσοπολέμου, άλλα των πρώτων μεταπολεμικών χρόνων, άλλα του ’50 - ’60, άλλα της Μεταπολίτευσης. Δεν πρέπει όμως να δούμε τις συνεχείς αλλαγές αρνητικά, αλλά ως προσαρμογές που προσπαθούν να εκφράσουν καλύτερα τη δική μας ρευστή πραγματικότητα. Με αυτή την οπτική, τα σημερινά κόμματα παράζησαν πολύ, και για το δικό τους το καλό και, κυρίως, το δικό μας.