Πέρυσι γνωρίσαμε τους «αγανακτισμένους», όμως την προηγούμενη εβδομάδα ακούσαμε, πρώτη φορά οι περισσότεροι, για τους «αποθαρρυμένους».
Ετσι χαρακτηρίζει η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας (ILO), στην ετήσια έκθεσή της («Παγκόσμιες Τάσεις στην Απασχόληση»), εκείνους που έχουν πάψει να αναζητούν εργασία, όχι από νωθρότητα, αλλά γιατί το θεωρούν μάταιο.
Οι αποθαρρυμένοι εργαζόμενοι (discouraged workers) πιστεύουν ότι δεν πρόκειται να προσληφθούν ποτέ και πουθενά. Ο αριθμός τους, σύμφωνα με την ΙLO, φτάνει τα 29 εκατ. παγκοσμίως και αν κάποιος τους προσέθετε στο σύνολο των επισήμως ανέργων, τότε το παγκόσμιο ποσοστό ανεργίας θα έφτανε από 6% σε 6,9%, ένα νούμερο που αντιστοιχεί σε περίπου 225 εκατ. ανθρώπους παραγωγικής ηλικίας.
Οι αποθαρρυμένοι είναι οι παραιτημένοι όχι από την εργασία τους αλλά από την ελπίδα να βρουν οποιαδήποτε δουλειά, οι αόρατοι, οι μη καταγεγραμμένοι άνθρωποι που δεν θεωρούνται κάτοικοι ούτε του παράδεισου της απασχόλησης ούτε της κόλασης της επίσημης ανεργίας. Οι ειδικοί επιστήμονες μπορούν να υπολογίσουν το πλήθος τους, όχι όμως να τους μετρήσουν κεφάλι το κεφάλι.
Οι αποθαρρυμένοι δεν στέλνουν βιογραφικά, δεν χτυπούν πόρτες, δεν αναζητούν «κονέ», δεν συνωστίζονται στο γραφείο του κομματάρχη, ο οποίος, έτσι κι αλλιώς, είναι ένα απολίθωμα του παρελθόντος.
Τι κάνουν, δεν ξέρω, όμως αυτός ο χαρακτηρισμός τους, στην έκθεση της ΙLO, μου θύμισε τα άλογα του Εσκί Σεχίρ, μια παλιά ιστορία από τη Μικρασιατική Εκστρατεία, όπως την έχω ακούσει από δεύτερο, τρίτο χέρι:
Ενα φορτηγό πλοίο ξεκίνησε από την Ελλάδα με άνδρες της ταξιαρχίας ιππικού, με το αμπάρι του γεμάτο άλογα και με προορισμό τον πόλεμο στην απέναντι στεριά. Ομως το ταξίδι κράτησε πολλές μέρες, οι ζωοτροφές εξαντλήθηκαν και τα άλογα άρχισαν να πεινούν και να δυσανασχετούν. Ολο το πλοίο σειόταν σαν να ’χε ξεσπάσει τρικυμία, καθώς οι πολεμικοί ίπποι χτυπούσαν βίαια με τις οπλές τους τον πάτο του πλοίου, κανείς δεν μπορούσε να τα κάνει καλά. Τότε ο πλοίαρχος διέταξε τον σαλπιγκτή να παίξει τον σκοπό που σήμαινε ότι φτάνει η ώρα του ταΐσματος των αλόγων. Εύπιστα εκείνα, μόλις άκουσαν τη γνώριμη μελωδία, ηρέμησαν. Πολλές φορές ξεγελάστηκαν τα πεινασμένα ζωντανά, μέχρι που το τέχνασμα αποδείχτηκε περιττό. Αποθαρρυμένα και εξαντλημένα, τα άλογα δεν είχαν πια κουράγιο να διαμαρτυρηθούν, να ζητήσουν με αυτόν τον τρόπο τροφή. Τα πιο πολλά ξεψύχησαν, ενώ εκείνα τα λίγα που επέζησαν έφτασαν ετοιμοθάνατα στις ακτές της Μικράς Ασίας όπου τα τάισαν, τα πότισαν και ύστερα τα έστειλαν να πολεμήσουν στο Εσκί Σεχίρ.Μάλλον θρύλος είναι αυτή η ιστορία και όχι ιστορικό γεγονός. Το Αιγαίο δεν είναι απέραντο σαν τον Ατλαντικό, ενώ εκείνα τα χρόνια τα πολεμικά σκάφη δεν ήταν πρωτόγονα. Οπως συχνά συμβαίνει με τις ιστορίες που επινοούν οι άνθρωποι, έτσι και η αλληγορία για τα άλογα του Εσκί Σεχίρ είναι περισσότερο όμορφη ή μάλλον διδακτική παρά αληθινή. Ομως πέρα ώς πέρα αληθινή είναι η αποθάρρυνση που αντικρίζουμε γύρω μας, η παραίτηση, η αδιαφορία για τις υποσχέσεις και τα λόγια της παρηγοριάς. Και η σιωπή, η ακινησία των αλόγων μπορεί να είναι εξ ίσου ανησυχητική με την οργή τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου