Του ΔΗΜΗΤΡΗ ΕΥΘΥΜΑΚΗ
Ο γείτονάς μου στην απέναντι μονοκατοικία σκέπασε με ένα λευκό τούλι πέντε-έξι δεντράκια που είχε φυτέψει πέρυσι την άνοιξη στον κήπο του. Φοβήθηκε τη «Μήδεια», η οποία κάποτε σκότωνε τα παιδιά της, αλλά τώρα πια γέρασε και απειλεί μόνο μικρούλες νεραντζιές και πορτοκαλιές. Δεν ξέρω τι είδους προστασία μπορεί να δώσει ένα αραχνοΰφαντο τούλι, πάντως ο χιονιάς κατέφθασε στον κήπο του Θόδωρου νωρίτερα από τις προβλέψεις των μετεωρολόγων. Ετσι σκεπασμένα τα δεντράκια απέναντι απ’ το μπαλκόνι μου, μοιάζουν σαν να είναι πράγματι χιονισμένα.
Η Αθήνα είναι γκρίζα πόλη. Και βρώμικη. Αν και καλύτερη από την Αθήνα του ’70 και του ’80 που πρωτογνώρισα, παραμένει άσχημη. Παλεύουν ομολογουμένως οι δήμαρχοι κι οι περιφερειάρχες, έχουν πια και περισσότερα λεφτά από παλιότερα, όμως πόσο να ομορφύνει το άσχημο;
Μια πόλη χωρίς ανοικτούς χώρους, χωρίς κόχες, χωρίς στρογγυλάδες, γεμάτη με γωνίες από γερασμένα τσιμέντα που τα διαπερνούν σκοτεινές ραγάδες (προϊόν εκρήξεων από σκουριασμένα σίδερα στα σπλάχνα τους), πόσο πια να σουλουπωθεί για να γίνει πιο φιλική στο μάτι και πιο ανεκτή στην ψυχή;
Γι’ αυτό περιμένουμε το χιονάκι με τόση αδημονία. Γιατί λαχταρά το μάτι μας να δει την πόλη μας αλλιώς. Οχι υποχρεωτικά πιο όμορφη με την κυριολεκτική σημασία του όρου, αλλά λιγότερο σκούρα, λιγότερο γκρίζα. Να έρθει απαλά το άσπιλο λευκό και να σκεπάσει τις κηλίδες της ασφάλτου, τις πατημένες τσίχλες των πεζοδρομίων, να καλύψει τα χρόνια τραύματα των σοβάδων, να ξαναδώσει χρώμα στα άβαφα κάγκελα. Να γαντζωθεί πάνω στα μίζερα κλαδιά των ασθενικών θάμνων, να φτιάξει κουκούλια ευεργετικής σιωπής, να μας δημιουργήσει επιτέλους μιαν αίσθηση άνωθεν ευεργεσίας, έστω και απατηλής, έστω και προσωρινής.
Αυτό το χιονάκι, που όλο το περιμένουμε κι όλο κινάει για να ‘ρθει κι όλο συντρίμμι χάνεται στο γύρισμα των κύκλων (κατά που λέει κι ο Παλαμάς), είναι ό,τι μας έχει απομείνει ως προσμονή για ανάταση ψυχής.
Κι ας λένε οι βόρειοι επαρχιώτες και οι ορεινοί «σιγά το πράμα».
Εμείς, οι της κακομοιριασμένης Αθήνας, ξέρουμε.
Μόνο ένα χιονάκι είναι πια ικανό...
να μας χαρίσει μια καλή μέρα, γι’ αυτό το καρτερούμε.
Αυτό, και μια βελονίτσα που με τη μανία ναρκομανούς αδημονούμε να καρφωθεί στο μπράτσο μας.
Τι μίζερος και τι σαχλός συνάμα έγινε ο κόσμος μας μέσα σε ένα δέκατο του δευτερολέπτου, ε;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου