Οι σικελιάνοι μαφιόζοι που γνωρίζουν ότι μια λέξη μπορεί να σκοτώσει όσο και μια σφαίρα ντουμ-ντουμ, έχουν τη σοφή ρήση που λέει: «Ποτέ δεν είναι μια κακή ευκαιρία να το βουλώσεις».
Ο γλαφυρά ανεκδιήγητος κ. Τραμπ, όμως, δεν μπόρεσε να κρατηθεί, διότι δεν είναι πολιτικός και δεν έχει ασκηθεί στο ευγενές άθλημα της αυτοσυγκράτησης και της αυτολογοκρισίας, κάτι στο οποίο εθίζονται οι διπλωμάτες και γενικώς όσοι ασκούν δημόσιο λόγο. Αν αφεθείς και μιλήσεις ορμονικά κι αυθόρμητα είναι πολύ εύκολο να πέσεις στον γκρεμό, ουρλιάζοντας, βέβαια, πως φταίνε οι άλλοι.
Παρότι ο Τραμπ φάνηκε να διαθέτει κάποια επιδεξιότητα λέγοντας αυτό και εννοώντας το αντίθετό του και είναι ρητορικής ουκ άπειρος (ως παλιός πωλητής τάπερ και άλλων προϊόντων), το παραλήρημα και το πάθος του για εξουσία τον ξεπέρασε κι έτσι έφτασαν δυο-τρεις φράσεις του για να τον καταστρέψουν οριστικά. (Δεν είναι ο πρώτος, ούτε και ο έσχατος). Κι αυτό γιατί στην πολιτική ο λόγος είναι εκδοχή της πράξης, είναι πράξη, και παροτρύνει σε πράξεις ή τις επιβάλλει ως διαταγή, οπότε μια κουβέντα αρκεί για να σε ανεβάσει στα ουράνια, ή να σε στείλει στο έρεβος. Ειδικά όταν είσαι πρωθυπουργός, ή πρόεδρος, και μια λέξη σου μπορεί να εμπνεύσει, ή να καταστρέψει ένα έθνος. (Ή, εσένα τον ίδιο).
Οταν κατέχεις τέτοιες θέσεις εξουσίας δεν μπορείς να πετάς δημοσίως πυρότουβλα, εφόσον αυτό είναι ιερό δικαίωμα μόνο στο καφενείο και στο μπαρ. (Αλλά κι εκεί υπάρχουν όρια).
Σκέψου πόσοι πολιτικοί διαφόρων βαθμίδων (αλλά όχι μόνο πολιτικοί) παρασύρθηκαν από μια διάθεση της στιγμής, από οργή, φανατισμό, ή επιπολαιότητα, έγραψαν μια φράση στο φέισμπουκ, ή στο τουίτερ, και την πλήρωσαν ακριβά: εξαναγκάστηκαν σε παραίτηση, αφού προηγουμένως διασύρθηκαν από τα ίδια τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Είναι μια ζημιά που παθαίνουν αρκετοί, είτε μη συνηθισμένοι στα όρια του δημόσιου λόγου, είτε αγενείς εκ χαρακτήρος, είτε γιατί όταν γράφουν στο φέισμπουκ, ή ρητορεύουν στην τηλεόραση, νομίζουν πώς παραμιλούν μόνοι τους στην πλατεία του χωριού.
Τα μέσα δικτύωσης αποτελούν μεγάλη παγίδα, είναι ο θάνατος της αλεπούς, γιατί σου παρέχουν την ευχέρεια να γράψεις, ή να πεις ότι σου κατέβει, την ίδια στιγμή, ανεξέλεγκτα. Εκσφενδονίζεις το κείμενο βιαστικά, ελαφρά τη καρδία αλλά, πια, αυτό είναι δημόσιος λόγος και όχι ιδιωτική κουβέντα, αρχίζει να ταξιδεύει και από εκεί και πέρα, όσοι σε περιμένουν στη γωνία, όσοι καραδοκούν να σου καρφώσουν το σουβλί, ή όσοι ενδεχομένως προσβάλλονται, θεωρούν πως θα βγάλουν κέρδος, πως θα σε πολεμήσουν πιο άνετα, ή μπορούν πια να σε εκδικηθούν, δεν χάνουν την ωραία ευκαιρία. Γενικώς στο φέισμπουκ και στο τουίτερ πολλοί την έχουνε στημένη. Ξέρουν πόσο εύκολα γίνεται το στραβοπάτημα. Πώς το κορόιδο θα παρασυρθεί, έστω μια φορά, και θα εκτεθεί ανεπανόρθωτα.
Αλλά το χειρότερο είναι πως ό,τι αποτυπωθεί στα μέσα δικτύωσης δεν ξεγράφεται. Και μια ανοησία να έχεις γράψει προ δεκαετίας δικαιολογημένη λόγω πιθανής νεότητας, ή λόγω του ότι δεν κατείχες τότε δημόσια θέση, θα σε κυνηγάει διά βίου σαν λυσσασμένο σκυλί. Είναι, πια, μέρος του φακέλου σου. Του προφίλ σου. Θα την χρησιμοποιήσουν, θα την εκμεταλλευτούν, ή θα χάσεις μελλοντικές ευκαιρίες και πιθανές θέσεις εξαιτίας της - ταυτόχρονα και αντίστροφα, μπορεί να βοηθήσει τις Αρχές να σε αποκαλύψουν αν διαπράξεις μελλοντικά κάποια παρανομία, ή κάνεις ζημιά: το είδαμε τώρα με τους κερασφόρους του Τραμπ που μπήκανε στο Καπιτώλιο. Ψάχνει η αστυνομία και το FBI τι έγραφε προηγουμένως ο καθείς τους στο φέισμπουκ και αναλόγως τους μπουζουριάζουν. Και αν πριν αυτά που δημοσίευαν ήταν ανεκτά καθεαυτά, τώρα, μετά την κατάληψη, εκείνες οι φράσεις αποτελούν αναδρομικό κατηγορητήριο και τους διώκουν, πλέον, από μόνες τους λες κι έχουν κυνηγετικό φάλτσο.
Αρκετοί το βλέπουν ανάποδα, και μάλλον έχουν δίκιο: λένε πως τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, η δυνατότητα να γράφει ο οποιοσδήποτε, πια, την παρόλα του, αποκάλυψε το βάθος και την έκταση της ανθρώπινης μαλακίας. Κι έτσι όλη η γλυκερή μυθολογία που καλλιεργήθηκε τόσους αιώνες περί του ιερού λαού, του σοφού λαού, ένας υπεράγαν ανθρωπισμός (απ' τον οποίο τρώνε ψωμί ουκ ολίγοι) και η θηριώδης αυταπάτη που είχαμε άπαντες σχετικώς, όλα αυτά κατέπεσαν, δυστυχώς, με πάταγο. Η μιζέρια, ο φθόνος, η μοχθηρία, η μικρολογία, η τιποτολογία, η συνωμοσιολογία, τα βρισίδια, η χολερική αντιζηλία, το κατινάμπλ κουτσομπολιό, η προπέτεια, η χθαμαλή ροπή προς τη συκοφαντία, τη διαστρέβλωση, τη μικροπολιτική και πλείστα άλλα, φάνηκε πως είναι τα κυρίαρχα στοιχεία στις ψυχές και στο μυαλό ευρέων μαζών. Το φωτοστέφανο, η υπερούσια διάσταση και το γλυκό μυστήριο έχουν χαθεί. Η φενάκη απέπτη.
Τα μέσα δικτύωσης μετά από πολλούς αιώνες, έκαναν αυτήν την αποκάλυψη που διέφευγε απ' τους φιλοσόφους, τις ιδεολογίες και τους πολιτικούς.
Συν το απέραντο, παγκόσμιο φακέλωμα που έχει προκύψει, εθελούσιο πλέον, και την επιπλέον αυτοπροαίρετη παραχώρηση προσωπικών δεδομένων σε αδιανόητη έκταση - μιλάμε για κοσμογονικές ανατροπές σχετικά με τις μέχρι τώρα ακλόνητες βεβαιότητές μας.
Τα γεγονότα στο Καπιτώλιο, οι εμβολιομάχοι, οι αμφισβητούντες την ύπαρξη του Covid που φτάνουν σε ένα πολύ μεγάλο ποσοστό, αντανακλούν αυτά που γράφονται στα μέσα δικτύωσης και αντίστροφα. Ελαφρολαϊκός λόγος, ελαφρολαϊκή σκέψη, μοχθηρία, λαϊκισμός κι αφρόλουτρο. Μένος και φανατισμός.
Το έρκος οδοντών δεν υπάρχει.
Η σοφία των μαφιόζων της Σικελίας για δικούς τους λόγους, και η σοφία των αρχαίων Ελλήνων που δίδαξαν το βάρος της λέξης στη ρητορική και στον δημόσιο λόγο, ξεχάστηκαν.
Ο χωριάτης ανέβηκε ήδη στο κρεβάτι. Φταίει ο ίδιος; Φταίμε όλοι εμείς; Φταίνε οι πολιτικοί; Κάποιοι άλλοι;
Η απάντηση...
μάλλον είναι ιστορική και πολυσύνθετη. Και θα υπάρξει εφόσον όλοι συνειδητοποιήσουμε καταρχήν την άγρια κατάσταση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου