ΠΑΙΔΕΙΑ στην ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΠΑΝΑΝΙΑ: Κακό σχολείο, καλοί απόφοιτοι;

Του ΑΡΙΣΤΟΥ ΔΟΞΙΑΔΗ

Στον δημόσιο διάλογο συμβαίνει το εξής παράδοξο: Πολλοί διαπιστώνουν ότι στην Ελλάδα το εκπαιδευτικό σύστημα είναι χαμηλού επιπέδου και ταυτόχρονα ότι υπάρχει «εξαιρετικό ανθρώπινο δυναμικό».  


Οι συστηματικές διεθνείς συγκρίσεις δεν αφήνουν πολλές αμφιβολίες για το πρώτο. Οι μαθητές ηλικίας 15 ετών, σύμφωνα με τα στοιχεία του PISA, έχουν από τις χειρότερες επιδόσεις σε όλο τον ανεπτυγμένο κόσμο σε ανάγνωση, σε μαθηματικά και σε επιστήμες, από το 2003 έως και το 2018. Η δημόσια χρηματοδότηση είναι χαμηλή, η διακυβέρνηση των σχολείων και των πανεπιστημίων κάκιστη, τα ελληνικά ΑΕΙ στις διεθνείς κατατάξεις αρκετά κάτω από όσο αντιστοιχεί στο επίπεδο οικονομικής ανάπτυξης.

Με αυτές τις συνθήκες, πώς μπορεί να έχουμε εξαιρετικά ικανούς ανθρώπους στην αγορά εργασίας; 


Μια απάντηση είναι ότι πρόκειται για πλάνη. Είναι πολύ λίγοι αυτοί που έμαθαν καλά την επιστήμη τους, αλλά είναι διαθέσιμοι γιατί δεν υπάρχουν καλές δουλειές γι’ αυτούς στις επιχειρήσεις, που είναι μικρές ή οικογενειακές ή χαμηλής τεχνολογίας. Για τους λίγους εργοδότες που μπορούν να τους αξιοποιήσουν είναι ένας σημαντικός πόρος. Δεν αρκούν, όμως, για να κάνουν μεγάλη διαφορά στην οικονομία.

Συναφής απάντηση, λίγο πιο αισιόδοξη, είναι ότι ένα μέρος του εκπαιδευτικού συστήματος κάνει πολύ καλή δουλειά: ιδιωτικά σχολεία, μερικοί δάσκαλοι στα δημόσια, μερικά πανεπιστημιακά τμήματα. Αυτά βγάζουν τους καλούς αποφοίτους, που ίσως είναι το 20% του συνόλου. Το 80%, όμως, υφίσταται κακή εκπαίδευση, και έτσι ο μέσος όρος είναι πολύ χαμηλός.

 
Αλλη απάντηση είναι το «συγκριτικό πλεονέκτημα». Στη θεωρία του διεθνούς εμπορίου σημαίνει ότι μια χώρα μπορεί να είναι ανταγωνιστική σε κάποια δραστηριότητα όχι επειδή έχει καλύτερη τεχνολογία ή ανθρώπινο κεφάλαιο από τις υπόλοιπες χώρες, αλλά επειδή σε όλες τις άλλες δραστηριότητες η συγκριτική της ικανότητα είναι ακόμη χειρότερη. Δεν μπορούμε, π.χ., να απασχολήσουμε κόσμο σε εργοστάσια γιατί δεν υπάρχουν υποδομές για τη βιομηχανία, επομένως μπορεί να γίνουμε ανταγωνιστικοί σε εργασίες γραφείου, γιατί οι υπάλληλοι, για να μη μείνουν άνεργοι, θα αποδεχθούν αναγκαστικά πολύ χαμηλές αμοιβές. Αυτό δημιουργεί την οφθαλμαπάτη ότι το ανθρώπινο κεφάλαιο είναι καλό, ενώ είναι απλώς φθηνό.

Υπάρχει η άποψη ότι πράγματι έχουμε δεξιότητες που μας κάνουν ανταγωνιστικούς, αλλά τις αποκτούμε έξω από την επίσημη εκπαίδευση. Αν οι εξετάσεις του PISA ήσαν σε ηλικία 18 ετών, όταν οι περισσότεροι μαθητές έχουν περάσει από τα ιδιωτικά φροντιστήρια, η κατάταξη της χώρας μπορεί να ήταν πολύ υψηλότερη. Τα αγγλικά, όπου υπερέχουμε σε σύγκριση με πολλές ευρωπαϊκές χώρες, επίσης τα μαθαίνουμε σε φροντιστήρια.  


Τα φροντιστήρια, που τα πληρώνουν οι οικογένειες από το υστέρημα, δείχνουν κάτι ευρύτερο: την ισχυρή προσδοκία της κοινωνικής ανέλιξης στη χώρα (τουλάχιστον μέχρι πρόσφατα), πράγμα που δεν είναι αυτονόητο σε όλες τις κοινωνίες, ούτε καν στις πιο ανεπτυγμένες.

Υπάρχουν πολιτισμικοί παράγοντες που δεν έχουν μελετηθεί συστηματικά για την Ελλάδα των τελευταίων δεκαετιών, που ωθούν πολλά παιδιά να ερευνήσουν, να πειραματιστούν, να αμφισβητήσουν κανόνες, με τρόπο πιθανώς διαφορετικό από ό,τι στη βόρεια Ευρώπη. Η σύγκρουση, π.χ., των τυπικών κανόνων με τις άτυπες πρακτικές, που βιώνουν από μικρή ηλικία, ίσως είναι μια καλή προπόνηση για τη διοίκηση των ομάδων που παράγουν καινοτομία. Εργοδότες στην τεχνολογία μού έχουν πει ότι οι Ελληνες συχνά είναι εξαιρετικοί project managers.

Στον νέο νόμο για την αναβάθμιση του σχολείου εισάγονται τα «Εργαστήρια Δεξιοτήτων» από νηπιαγωγείο μέχρι λύκειο, με μια ευρεία θεματολογία, από σεξουαλική διαπαιδαγώγηση και σεβασμό στη διαφορετικότητα μέχρι ρομποτική και καινοτομία. Αν γίνουν σωστά σε πολλά σχολεία...


 αυτές οι τυχαίες και εξωσχολικές εμπειρίες που απέκτησαν μερικοί Ελληνες και έγιναν «εξαιρετικό δυναμικό» θα γίνουν κτήμα των πολλών.  


Τότε θα έχουμε κάνει ένα μεγάλο βήμα προς την «οικονομία της γνώσης».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου