Κούραση. Είναι η πρώτη λέξη που σου έρχεται
στο μυαλό όταν σκέφτεσαι το ελληνικό τοπίο. Ας αφήσουμε κατά μέρος το
φυσικό τοπίο που αντιστέκεται στην κακοποίησή του τόσες δεκαετίες και ας
ρίξουμε μια ματιά στο ανθρώπινο. Ο καθένας από μας μπορεί να
οραματίζεται διάφορα για τη ζωή του και για τη ζωή των παιδιών του, όμως
όταν βρεθούμε όλοι μαζί, τι μας έρχεται στο μυαλό;
Ανασφάλεια, φόβος και η προσδοκία της επιβίωσης. Φοβόμαστε τον κόσμο μας, όπως φοβόμαστε και τον εαυτό μας. (...)
Ανθρώπινο συναίσθημα ο φόβος, πολύ ανθρώπινο. Ομως η ζωή ολόκληρη είναι μια πάλη με τον φόβο. Οπως έγραφε και ο Εμπειρίκος «Εις την οδόν των Φιλελλήνων», «η δόξα των Ελλήνων που πρώτοι αυτοί, θαρρώ, στον κόσμον εδώ κάτω έκαμαν οίστρο της ζωής τον φόβον του θανάτου». Πόσο μελάνι έχει χυθεί γι’ αυτό και πώς ο ποιητής το αναδεικνύει σε μία μόνον φράση. Γι’ αυτό είναι οι ποιητές, θα μου πείτε.
Φοβόμαστε τα γερατειά, γιατί ξέρουμε πως το κοινωνικό μας περιβάλλον τα αφήνει στο έλεος της αδυναμίας τους.
Φοβόμαστε τη νεότητα διότι ξέρουμε ότι το κοινωνικό περιβάλλον, σαθρό και αδυνατισμένο, δεν μπορεί να αντέξει το σφρίγος της.
Υπογεννητικότητα; Και σε ποιο σχολείο θα στείλεις το παιδί σου, και ποια περίθαλψη θα έχει το παιδί σου;
Αιμορραγία εγκεφάλων; Πόσοι νέοι γιατροί παλεύουν να γλιτώσουν από το κοινωνικό ναυάγιο; Και αν τους ακούσεις, δεν σου μιλούν για τις αμοιβές τους.
Το κοινωνικό ναυάγιο είναι το ναυάγιο της αναξιοκρατίας. Το μόνο αξιακό σύστημα που μας έχει απομείνει για να κρίνουμε εαυτούς και αλλήλους είναι οι συντάξεις.
Το όνειρο που κάνει τον δημόσιο υπάλληλο να ξυπνάει το πρωί για να περάσει μια ολόκληρη ημέρα διεκπεραιώνοντας έγγραφα που τρέφουν το αδηφάγο τέρας. Πόσους μήνες τώρα το μόνο θέμα της πολιτικής μας ζωής, ο Θεός να την κάνει πολιτική και ζωή, είναι το ύψος των συντάξεων;
Η κατάρρευση εγκαινιάστηκε με τον αγώνα για την επιβίωση των δημοσίων υπαλλήλων και γράφει τώρα τον επικήδειό της με το ύψος των συντάξεων των ιδίων.
Το εν τω μεταξύ διάστημα το βαφτίσαμε Κρίση για να αθωώσουμε εαυτούς από την ευθύνη.
Δεν ισχυρίζομαι ότι υπεύθυνες για την κατάρρευση είναι οι παρέες των Συριζανέλ που μας ταλαιπωρούν. Αλίμονο, αν πίστευα ότι έχει τέτοια δυνατότητα ο Φλαμπουράρης, δεν θα είχα τη δύναμη να γράψω ούτε γραμμή. Για να φτάσουμε στη σημερινή νεκροφάνεια μιας ολόκληρης κοινωνίας, δουλέψαμε όλοι μαζί για δεκαετίες. Η αναξιοκρατία έχει βαθιές ρίζες στην ψυχοσύνθεσή μας. Ο Γάλλος Εντμόν Αμπού γράφει το 1852 ότι οι Ελληνες έχουν τέτοια αντίληψη για την ισότητα που δεν ανέχονται κανέναν να ξεχωρίζει. Διαβάστε τον, κυκλοφορεί σε εξαιρετική μετάφραση από την Αναστασία Κομνηνέλλη με τίτλο «Η Ελλάδα του Οθωνα».
Αυτό που λέω όμως είναι ότι η άνοδος αυτού του μορφώματος στην εξουσία ανέδειξε σε κυρίαρχο στοιχείο της ελληνικής κοινωνίας όλο το κατακάθι της. Απέναντί τους είχαν πολιτικούς που δεν μπορούσαν πια να εμπνεύσουν ούτε τους ίδιους τους τούς εαυτούς. Η Αριστερά που επικαλέστηκαν ήταν προϊόν της αμάθειάς τους και του κυνισμού τους. Και κινητοποίησαν μια κοινωνία την οποία, δυστυχώς, οι προηγούμενοι πολιτικοί ταγοί της είχαν αφήσει έρμαιο της αμάθειας και η κρίση την είχε φέρει στα όρια του κυνισμού. Και την εξάντλησαν.
Ας μη γελιόμαστε. Αυτό που ζήσαμε τα χρόνια των Συριζανέλ δεν είναι μόνον η ακύρωση της πολιτικής ζωής στην οποία στηρίζεται η δημοκρατία. Είναι και...
η απονέκρωση όσων κοινωνικών ιστών είχαν απομείνει ζωντανοί.
Και τώρα τι γίνεται;
Αυτοί θα φύγουν. Θα έχουν αφήσει όμως πίσω τους μια δημόσια διοίκηση εμποτισμένη από τον κυνισμό της επιβίωσης, κοινώς τον τύραννο μιας κοινωνίας που δεν έχει καμιά προοπτική. Διότι σ’ αυτό συμποσούνται τα τρεισήμισι χρόνια των Συριζανέλ. Πάλεψαν να μας εθίσουν στις ελάχιστες δυνατές προσδοκίες, κοινώς πάλεψαν να μας εθίσουν στον κυνισμό της επιβίωσης.
Πώς θα απελευθερωθούμε όχι από τους ίδιους, αλλά από τη νοοτροπία τους;
«Τεράστιο σχέδιο», που είπε και ο στρατηγός Ντε Γκωλ όταν, παρελαύνοντας στο απελευθερωμένο από τους Γερμανούς Παρίσι, βρέθηκε μπροστά σ’ ένα πανό που έγραφε: «Θάνατος στους ηλίθιους».
Ανασφάλεια, φόβος και η προσδοκία της επιβίωσης. Φοβόμαστε τον κόσμο μας, όπως φοβόμαστε και τον εαυτό μας. (...)
Ανθρώπινο συναίσθημα ο φόβος, πολύ ανθρώπινο. Ομως η ζωή ολόκληρη είναι μια πάλη με τον φόβο. Οπως έγραφε και ο Εμπειρίκος «Εις την οδόν των Φιλελλήνων», «η δόξα των Ελλήνων που πρώτοι αυτοί, θαρρώ, στον κόσμον εδώ κάτω έκαμαν οίστρο της ζωής τον φόβον του θανάτου». Πόσο μελάνι έχει χυθεί γι’ αυτό και πώς ο ποιητής το αναδεικνύει σε μία μόνον φράση. Γι’ αυτό είναι οι ποιητές, θα μου πείτε.
Φοβόμαστε τα γερατειά, γιατί ξέρουμε πως το κοινωνικό μας περιβάλλον τα αφήνει στο έλεος της αδυναμίας τους.
Φοβόμαστε τη νεότητα διότι ξέρουμε ότι το κοινωνικό περιβάλλον, σαθρό και αδυνατισμένο, δεν μπορεί να αντέξει το σφρίγος της.
Υπογεννητικότητα; Και σε ποιο σχολείο θα στείλεις το παιδί σου, και ποια περίθαλψη θα έχει το παιδί σου;
Αιμορραγία εγκεφάλων; Πόσοι νέοι γιατροί παλεύουν να γλιτώσουν από το κοινωνικό ναυάγιο; Και αν τους ακούσεις, δεν σου μιλούν για τις αμοιβές τους.
Το κοινωνικό ναυάγιο είναι το ναυάγιο της αναξιοκρατίας. Το μόνο αξιακό σύστημα που μας έχει απομείνει για να κρίνουμε εαυτούς και αλλήλους είναι οι συντάξεις.
Το όνειρο που κάνει τον δημόσιο υπάλληλο να ξυπνάει το πρωί για να περάσει μια ολόκληρη ημέρα διεκπεραιώνοντας έγγραφα που τρέφουν το αδηφάγο τέρας. Πόσους μήνες τώρα το μόνο θέμα της πολιτικής μας ζωής, ο Θεός να την κάνει πολιτική και ζωή, είναι το ύψος των συντάξεων;
Η κατάρρευση εγκαινιάστηκε με τον αγώνα για την επιβίωση των δημοσίων υπαλλήλων και γράφει τώρα τον επικήδειό της με το ύψος των συντάξεων των ιδίων.
Το εν τω μεταξύ διάστημα το βαφτίσαμε Κρίση για να αθωώσουμε εαυτούς από την ευθύνη.
Δεν ισχυρίζομαι ότι υπεύθυνες για την κατάρρευση είναι οι παρέες των Συριζανέλ που μας ταλαιπωρούν. Αλίμονο, αν πίστευα ότι έχει τέτοια δυνατότητα ο Φλαμπουράρης, δεν θα είχα τη δύναμη να γράψω ούτε γραμμή. Για να φτάσουμε στη σημερινή νεκροφάνεια μιας ολόκληρης κοινωνίας, δουλέψαμε όλοι μαζί για δεκαετίες. Η αναξιοκρατία έχει βαθιές ρίζες στην ψυχοσύνθεσή μας. Ο Γάλλος Εντμόν Αμπού γράφει το 1852 ότι οι Ελληνες έχουν τέτοια αντίληψη για την ισότητα που δεν ανέχονται κανέναν να ξεχωρίζει. Διαβάστε τον, κυκλοφορεί σε εξαιρετική μετάφραση από την Αναστασία Κομνηνέλλη με τίτλο «Η Ελλάδα του Οθωνα».
Αυτό που λέω όμως είναι ότι η άνοδος αυτού του μορφώματος στην εξουσία ανέδειξε σε κυρίαρχο στοιχείο της ελληνικής κοινωνίας όλο το κατακάθι της. Απέναντί τους είχαν πολιτικούς που δεν μπορούσαν πια να εμπνεύσουν ούτε τους ίδιους τους τούς εαυτούς. Η Αριστερά που επικαλέστηκαν ήταν προϊόν της αμάθειάς τους και του κυνισμού τους. Και κινητοποίησαν μια κοινωνία την οποία, δυστυχώς, οι προηγούμενοι πολιτικοί ταγοί της είχαν αφήσει έρμαιο της αμάθειας και η κρίση την είχε φέρει στα όρια του κυνισμού. Και την εξάντλησαν.
Ας μη γελιόμαστε. Αυτό που ζήσαμε τα χρόνια των Συριζανέλ δεν είναι μόνον η ακύρωση της πολιτικής ζωής στην οποία στηρίζεται η δημοκρατία. Είναι και...
η απονέκρωση όσων κοινωνικών ιστών είχαν απομείνει ζωντανοί.
Και τώρα τι γίνεται;
Αυτοί θα φύγουν. Θα έχουν αφήσει όμως πίσω τους μια δημόσια διοίκηση εμποτισμένη από τον κυνισμό της επιβίωσης, κοινώς τον τύραννο μιας κοινωνίας που δεν έχει καμιά προοπτική. Διότι σ’ αυτό συμποσούνται τα τρεισήμισι χρόνια των Συριζανέλ. Πάλεψαν να μας εθίσουν στις ελάχιστες δυνατές προσδοκίες, κοινώς πάλεψαν να μας εθίσουν στον κυνισμό της επιβίωσης.
Πώς θα απελευθερωθούμε όχι από τους ίδιους, αλλά από τη νοοτροπία τους;
«Τεράστιο σχέδιο», που είπε και ο στρατηγός Ντε Γκωλ όταν, παρελαύνοντας στο απελευθερωμένο από τους Γερμανούς Παρίσι, βρέθηκε μπροστά σ’ ένα πανό που έγραφε: «Θάνατος στους ηλίθιους».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου