Μεγαλώνοντας κανείς κάνει συνήθως παρέα με συμμαθητές του,
συμφοιτητές του, γείτονες, κλπ. Δηλαδή με άτομα με τα οποία ταιριάζουν
οι τρόποι ζωής, οι απόψεις, τα μουσικά και άλλα γούστα, με αποτέλεσμα ο
μέσος νέος να θεωρεί ότι όλοι οι συνομήλικοί του είναι ίδιοι με αυτόν
και έχουν τις ίδιες πάνω κάτω κοσμοθεωρίες.
Μετά πάει στον στρατό,
κι εκεί συνειδητοποιεί ότι αυτός και οι φίλοι του αποτελούν μειοψηφία
μιας και γνωρίζει συνομήλικούς του που καμία μα καμία σχέση δεν έχει η
ζωή τους ή τα βιώματά τους με την δική του ζωή και τις δικές του
εμπειρίες.
Αυτό ακριβώς έπαθα εγώ όταν πήγα φαντάρος και γνώρισα
παιδιά που δεν ήξεραν να οδηγούν, δεν είχαν ανέβει ποτέ σε αεροπλάνο,
δεν είχαν πάει ποτέ ταξίδι στο εξωτερικό, δεν ήξεραν καν ποιοι ήταν οι
Doors ή ο Bowie. Χώρια που δεν είχαν ακουστά κανέναν Μαρκούζε και
κανέναν Καστοριάδη. Ήξεραν όμως να κόβουν ξύλα, να μαγειρεύουν μέσα στο
κράνος με λιωμένο χιόνι, να ξυρίζονται «ξερά», γενικά ήταν πρώτοι στις
στρατιωτικές κακουχίες. Εν ολίγοις ήταν ιδανικοί στρατιώτες και ήμουν
σίγουρος πως εκείνοι θα έβγαζαν το φίδι απ’ την τρύπα αν γίνονταν καμιά
στραβή και πηγαίναμε σε πόλεμο, κι όχι εγώ ο «φλούφλης» που ναι μεν είχα
διαβάσει Σαρτρ και είχα δει ζωντανά τους Rolling Stones, αλλά στις
νυχτερινές πορείες και ενέδρες στα βουνά δεν μπορούσα να πάρω τα πόδια
μου.
Εκείνη ήταν μια ευχάριστη αποκάλυψη της διαφορετικότητας, που
μου πρόσφερε πολλά και με έκανε να βλέπω τους γύρω μου με άλλο μάτι.
Μια παρόμοια αποκάλυψη, αρνητική αυτή τη φορά, ένιωσα τον Ιανουάριο του 2015.
Τότε που σούμπιτη η Ελλάδα ψήφισε τον γελαστό και άφθαρτο Αλέξη για να
την σώσει. Για να καταργήσει το μνημόνιο, τα ΜΑΤ, τα διόδια, τον ΕΝΦΙΑ,
τα άδικα χαράτσια, για να ξαναζήσουμε ελεύθεροι κι ωραίοι χωρίς
«μπροδότες γερμανοτσολιάδες» να μας ρουφάνε το αίμα με καλαμάκι.
Και
εκεί συνειδητοποίησα ότι ακόμη και στην πέμπτη δεκαετία της ζωής μου,
ζούσα σε μια πλάνη, σε μια παράλληλη με του μέσου Έλληνα πραγματικότητα.
Κοιμόμουν δηλαδή σε «λάθος σεντόνια»…
Μα είναι δυνατόν έλεγα;
Μόνο εγώ το βλέπω;
Δεν καταλαβαίνει ο κόσμος ότι όλα αυτά τα ημιμαθή και
εγωπαθή ανθρωπάκια, οι μπαχαλάκηδες, οι καταληψίες, οι αργόσχολοι, οι
άεργοι, οι φυγόστρατοι με μόνη εμπειρία εκείνη των «κινημάτων», των
«συλλογικοτήτων» είναι αδύνατον να χειριστούν την τύχη της χώρας στην
πιο κρίσιμη μεταπολεμική της φάση; Που ο καλύτερός τους είναι ζήτημα αν
τελείωσε κάποιο ΙΕΚ;
Κι όμως! Ο λαός αυτούς επέλεξε για να τον σώσουν!
Η συνέχεια είναι γνωστή, ας μην την επαναλάβω.
Και
τι έβγαλα σαν τελικό συμπέρασμα από αυτή την οδυνηρή εμπειρία, που με
χτύπησε στο μέτωπο σαν διαμαντένια σφαίρα, αποκαλύπτοντας την εγγενή
βλακεία που μας δέρνει;
Ότι τελικά...
μόνοι μας ερχόμαστε σε αυτόν τον κόσμο και μόνοι μας φεύγουμε. Όλα τα ενδιάμεσα είναι για να κοροϊδευόμαστε.
Μπορεί
η Ελλάδα να πήγε πίσω μερικές δεκαετίες σε όλα μα όλα τα επίπεδα,
μπορεί να φοβόμαστε να κοιμηθούμε χάρη στον Τόσκα και τον
Παρασκευόπουλο, μπορεί να κινδυνεύουμε με πόλεμο, αλλά τουλάχιστον εγώ
βγήκα πιο δυνατός.
Κατάλαβα επιτέλους ότι όλα είναι μάταια. Το
μυαλό, η σύνεση, η γνώση, η πειθαρχία, το διάβασμα, η συγκρότηση, όλα
εκείνα με τα οποία μας πιπιλάνε τα μυαλά από μικρά παιδιά.
Τίποτα
δεν ισχύει. Όλα είναι πάπαλα. Ανεβάζεις σημαία; Είσαι φασίστας
προβοκάτορας. Καις σημαία; Διορίζεσαι μετακλητός σύμβουλος στο υπουργείο
Άμυνας. Και πάει λέγοντας.
Είμαστε στο έλεος του αγράμματου πολτού που ψάχνει σωτήρες εκεί που δεν υπάρχουν. Ιθαγενείς που θαμπώνονται από τις χάντρες του κάθε Μπαρουφάκη και τις παπάτζες του κάθε Κατρούγκαλου. Παιχνίδια στα χέρια ενός μοχθηρού θηρίου που μας πλάθει σαν πλαστελίνη.
Άξιοι της μοίρας μας.
Πάω να πλύνω τα σεντόνια μου…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου