Του ΝΙΚΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ
Διάβασα το ποίημα ξανά, αφού πρώτα μου θύμισε μια φίλη τον τελευταίο στίχο. Ήθελε η δόλια να μου περιγράψει τις εντυπώσεις της από τη συζήτηση στην Ολομέλεια της Βουλής για το σκάνδαλο. Είδε και αποείδε και τελικά κατέληξε στον Σεφέρη, σωσίβιο για να κρατηθεί. Πώς θα τη γλίτωνε (προσωρινά) άλλωστε;
Μετά από εκείνο το «Θα λογοδοτήσετε» του Σαμαρά με το προτεταμένο δάκτυλο, μετά από την παρανοϊκή αναφορά του Αδώνιδος με το κοριτσάκι το τετράχρονο και την ξαδέρφη του Πολάκη, μετά τη στοιχειωμένη μορφή του δικαστή που λύγισε πάνω στο βήμα αλλά και τη σφιγμένη, σκληρή έκφραση του Στουρνάρα, μία μία οι λέξεις γεμάτες προειδοποιήσεις. Τέλος, ο Βενιζέλος, λόγος θεσμικός, λόγος πολιτικός, φοβόσουνα που τον άκουγες, όχι γιατί είχε άδικο, αλλά γιατί είχε δίκιο. Φοβόσουνα για τα μελλούμενα.
Και από την άλλη οι πεπονόφλουδες, η μία πίσω από την άλλη, μια Αριστερά να γλιστρά πάνω στη γλίτσα, καλά τα γράφει ο Σεφέρης. Και η κοινωνία, αχ αυτή, να κοιτά ψηλά τις ξεθωριασμένες πινακίδες της ζωής της να κρέμονται από λασκαρισμένα σχοινιά.
Ποια Αριστερά, ποια αριστερή αναφορά;
Μέρες τ’ Απρίλη ’43
Τρουμπέτες, τραμ, βορβορυγμοί, τρίξιμο φρένων
χλωροφορμίζουν το μυαλό του όπως μετράς
όσο βαστάς κι έπειτα χάνεσαι
στη νάρκη και στο έλεος του χειρούργου.
Στους δρόμους περπατά με προσοχή, να μη γλιστρήσει
στις πεπονόφλουδες που ρίχνουν αδιαφόρετοι αραπάδες
ή πρόσφυγες πολιτικάντηδες και το σινάφι,
παραμονεύοντας: θα τηνε πατήσει;—δε θα την πατήσει;
Όπως μαδάς μια μαργαρίτα·
προχωρεί κουνώντας μιαν υπέρογκη αρμαθιά ανωφέλευτων κλειδιών·
το στεγνό γαλάζιο μνημονεύει
ρεκλάμες ξεβαμμένες της Ελληνικής Ακτοπλοΐας,
παράθυρα μανταλωμένα πάνω σε πρόσωπα ακριβά,
ή λίγο καθαρό νερό στη ρίζα ενός πλατάνου.
Προχωρεί πηγαίνοντας στη δουλειά του καθώς
χίλια λιμάρικα σκυλιά τού κουρελιάζουν τα μπατζάκια
και τον γυμνώνουν.
Προχωρεί, παραπατώντας, δαχτυλοδειχτούμενος,
κι ένας πηχτός αγέρας φέρνει γύρα
σκουπίδια, καβαλίνα, μπόχα και καταλαλιά.
Κάιρο, Σάρια Εμάντ ελ Ντιν, 24 Ιουνίου 1943
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής κάποτε εν είδει συμβουλής είχε προειδοποιήσει τους στενούς συνεργάτες του: «Τους πρωθυπουργούς δεν τους στέλνεις στα Δικαστήρια. Τους στέλνεις σπίτι τους».
Ο άνθρωπος ήξερε. Ο Κώστας Μητσοτάκης και η Αριστερά δεν τον άκουσαν και έστειλαν τον Ανδρέα Παπανδρέου να δικαστεί. Ο Ανδρέας κέρδισε τις εκλογές. Η Αριστερά υπέστη το σοκ του «βρόμικου '89» και έκανε 25 χρόνια να συνέλθει. Το ΚΚΕ διασπάστηκε. Ο Μητσοτάκης έπεσε.
Ο Καραμανλής είχε καταλάβει πως, αν κυνηγήσεις πρωθυπουργό, πρώην ή νυν, και μάλιστα με πολιτικά επιχειρήματα χωρίς στοιχεία που να καταδεικνύουν με αναμφισβήτητο νομικά τρόπο την ενοχή του, τότε η υπόθεση επιστρέφει ως μπούμερανκ. Ο κυνηγημένος πρωθυπουργός αναδεικνύεται σε μάρτυρα και συσπειρώνει. Ακόμη και οι εσωκομματικοί αντίπαλοί του συστρατεύονται.
Προφανώς οι παραπάνω σκέψεις δεν αφορούν τον κ. Πικραμμένο, ο οποίος είναι θύμα παράπλευρης απώλειας.
Αφορούν τον Αντώνη Σαμαρά, ο οποίος από τη σκιά στην οποία βρισκόταν επανέρχεται και διεκδικεί ρόλο και πολιτικό μερτικό αλλά και παρεμβαίνει με ύφος ηγετικό και λόγο επιθετικό.
Ο Αντώνης Σαμαράς την Τετάρτη στη Βουλή ήταν ο πραγματικός εαυτός του. Παιδί του Ευάγγελου Αβέρωφ, εξέφραζε το μεδούλι της αβερωφικής μετεμφυλιακής Δεξιάς απαγγέλλοντας αράδες από το «Φωτιά και Τσεκούρι». Διχαστικός, απειλητικός, εμφαντικά υπερδεξιός, εκκωφαντικά προκλητικός. Η φράση κλειδί στην ομιλία του ήταν η «Θα λογοδοτήσετε». Μια απειλή ασυγκάλυπτη, διαχρονική. Η φράση επαναλήφθηκε δεκάδες φορές σε όλους τους τόνους, αλλά με ύφος συνωμοτικό, ξεκάθαρα απειλητικό, απροκάλυπτα ρεβανσιστικό.
Δεν ήταν πολιτική ομιλία. Ήταν σύνθημα. Ενδεχομένως και κάτι παραπάνω, Διεκδίκηση. Αισθάνθηκε πως πιθανώς η συγκυρία να τον ευνοεί. Μια το Μακεδονικό, μια τα Ελληνοτουρκικά, μια το Κυπριακό, λίγο το Αλβανικό, κυρίως τα συλλαλητήρια, όλα αυτά μαζί του έδωσαν την εντύπωση πως μπορεί να ξεμυτίσει. Η παρουσία του στη Βουλή ήταν ηγετική. Μιλούσε σε προσωπικό, πρώτο ενικό, με σιγουριά, και προφανώς απευθυνόταν στον Κυριάκο Μητσοτάκη. Διεκδικούσε αρχηγιλίκι εκεί πάνω στο βήμα της Βουλής.
Δεν είναι ξεκάθαρο αν στο τέλος αυτής της ιστορίας τα στοιχεία θα στείλουν στη Δικαιοσύνη τον πρώην πρωθυπουργό. Δεν είναι καθόλου σίγουρο, ακόμη και εάν η Προανακριτική αποφασίσει να κατηγορήσει τον Αντώνη Σαμαρά, πως η δικαστική έρευνα θα καταλήξει σε κάτι χειροπιαστό. Ενδεχομένως η υπόθεση νομικά να καταλήξει σε αδιέξοδο. Μπορεί και όχι.
Σε περίπτωση ωστόσο που δεν θα υπάρξουν στοιχεία που θα «δέσουν» χειροπιαστή ενοχή, τότε...
κάποιοι ενδεχομένως να θυμηθούν τη ρήση του Κωνσταντίνου Καραμανλή.
Και η Αριστερά ίσως να χρειαστεί άλλα 25 χρόνια για να συνέλθει. Οι «σκιές» μπορούν να επανέλθουν όταν οι συνθήκες επωάζουν τα αυγά του φιδιού. Όποιος θυμάται τα παλιά και παρακολούθησε τον Αντώνη Σαμαρά μπορεί να καταλάβει. Την Τετάρτη από το βήμα της Βουλής διεκδίκησε με στόμφο τον ρόλο του αρχηγού της νέας ελληνικής λαϊκής Υπερδεξιάς, όπως αυτή εμφανίζεται και προκαλεί δέος στην Κεντρική Ευρώπη.
Δεν είναι ακριβώς ακροδεξιά, δεν είναι ακριβώς «Χρυσή Αυγή», εμπεριέχει και τα δύο και είναι επιθετική.
Ποιος νομιμοποίησε αυτόν τον πολιτικό λόγο άραγε;
Με θλίψη θα παραδεχτεί ο αναγνώστης των στίχων «Μα η υπαρκτή Αριστερά».
Στη Novartis μαθαίνω έχουν στήσει πάρτι. Η εταιρεία ξέφυγε από τη σέντρα. Το πλήθος παρακολουθεί το τσίρκο στη Βουλή βλέπετε. Φρουζής; Ποιος Φρουζής;
Διάβασα το ποίημα ξανά, αφού πρώτα μου θύμισε μια φίλη τον τελευταίο στίχο. Ήθελε η δόλια να μου περιγράψει τις εντυπώσεις της από τη συζήτηση στην Ολομέλεια της Βουλής για το σκάνδαλο. Είδε και αποείδε και τελικά κατέληξε στον Σεφέρη, σωσίβιο για να κρατηθεί. Πώς θα τη γλίτωνε (προσωρινά) άλλωστε;
Μετά από εκείνο το «Θα λογοδοτήσετε» του Σαμαρά με το προτεταμένο δάκτυλο, μετά από την παρανοϊκή αναφορά του Αδώνιδος με το κοριτσάκι το τετράχρονο και την ξαδέρφη του Πολάκη, μετά τη στοιχειωμένη μορφή του δικαστή που λύγισε πάνω στο βήμα αλλά και τη σφιγμένη, σκληρή έκφραση του Στουρνάρα, μία μία οι λέξεις γεμάτες προειδοποιήσεις. Τέλος, ο Βενιζέλος, λόγος θεσμικός, λόγος πολιτικός, φοβόσουνα που τον άκουγες, όχι γιατί είχε άδικο, αλλά γιατί είχε δίκιο. Φοβόσουνα για τα μελλούμενα.
Και από την άλλη οι πεπονόφλουδες, η μία πίσω από την άλλη, μια Αριστερά να γλιστρά πάνω στη γλίτσα, καλά τα γράφει ο Σεφέρης. Και η κοινωνία, αχ αυτή, να κοιτά ψηλά τις ξεθωριασμένες πινακίδες της ζωής της να κρέμονται από λασκαρισμένα σχοινιά.
Ποια Αριστερά, ποια αριστερή αναφορά;
Μέρες τ’ Απρίλη ’43
Τρουμπέτες, τραμ, βορβορυγμοί, τρίξιμο φρένων
χλωροφορμίζουν το μυαλό του όπως μετράς
όσο βαστάς κι έπειτα χάνεσαι
στη νάρκη και στο έλεος του χειρούργου.
Στους δρόμους περπατά με προσοχή, να μη γλιστρήσει
στις πεπονόφλουδες που ρίχνουν αδιαφόρετοι αραπάδες
ή πρόσφυγες πολιτικάντηδες και το σινάφι,
παραμονεύοντας: θα τηνε πατήσει;—δε θα την πατήσει;
Όπως μαδάς μια μαργαρίτα·
προχωρεί κουνώντας μιαν υπέρογκη αρμαθιά ανωφέλευτων κλειδιών·
το στεγνό γαλάζιο μνημονεύει
ρεκλάμες ξεβαμμένες της Ελληνικής Ακτοπλοΐας,
παράθυρα μανταλωμένα πάνω σε πρόσωπα ακριβά,
ή λίγο καθαρό νερό στη ρίζα ενός πλατάνου.
Προχωρεί πηγαίνοντας στη δουλειά του καθώς
χίλια λιμάρικα σκυλιά τού κουρελιάζουν τα μπατζάκια
και τον γυμνώνουν.
Προχωρεί, παραπατώντας, δαχτυλοδειχτούμενος,
κι ένας πηχτός αγέρας φέρνει γύρα
σκουπίδια, καβαλίνα, μπόχα και καταλαλιά.
Κάιρο, Σάρια Εμάντ ελ Ντιν, 24 Ιουνίου 1943
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής κάποτε εν είδει συμβουλής είχε προειδοποιήσει τους στενούς συνεργάτες του: «Τους πρωθυπουργούς δεν τους στέλνεις στα Δικαστήρια. Τους στέλνεις σπίτι τους».
Ο άνθρωπος ήξερε. Ο Κώστας Μητσοτάκης και η Αριστερά δεν τον άκουσαν και έστειλαν τον Ανδρέα Παπανδρέου να δικαστεί. Ο Ανδρέας κέρδισε τις εκλογές. Η Αριστερά υπέστη το σοκ του «βρόμικου '89» και έκανε 25 χρόνια να συνέλθει. Το ΚΚΕ διασπάστηκε. Ο Μητσοτάκης έπεσε.
Ο Καραμανλής είχε καταλάβει πως, αν κυνηγήσεις πρωθυπουργό, πρώην ή νυν, και μάλιστα με πολιτικά επιχειρήματα χωρίς στοιχεία που να καταδεικνύουν με αναμφισβήτητο νομικά τρόπο την ενοχή του, τότε η υπόθεση επιστρέφει ως μπούμερανκ. Ο κυνηγημένος πρωθυπουργός αναδεικνύεται σε μάρτυρα και συσπειρώνει. Ακόμη και οι εσωκομματικοί αντίπαλοί του συστρατεύονται.
Προφανώς οι παραπάνω σκέψεις δεν αφορούν τον κ. Πικραμμένο, ο οποίος είναι θύμα παράπλευρης απώλειας.
Αφορούν τον Αντώνη Σαμαρά, ο οποίος από τη σκιά στην οποία βρισκόταν επανέρχεται και διεκδικεί ρόλο και πολιτικό μερτικό αλλά και παρεμβαίνει με ύφος ηγετικό και λόγο επιθετικό.
Ο Αντώνης Σαμαράς την Τετάρτη στη Βουλή ήταν ο πραγματικός εαυτός του. Παιδί του Ευάγγελου Αβέρωφ, εξέφραζε το μεδούλι της αβερωφικής μετεμφυλιακής Δεξιάς απαγγέλλοντας αράδες από το «Φωτιά και Τσεκούρι». Διχαστικός, απειλητικός, εμφαντικά υπερδεξιός, εκκωφαντικά προκλητικός. Η φράση κλειδί στην ομιλία του ήταν η «Θα λογοδοτήσετε». Μια απειλή ασυγκάλυπτη, διαχρονική. Η φράση επαναλήφθηκε δεκάδες φορές σε όλους τους τόνους, αλλά με ύφος συνωμοτικό, ξεκάθαρα απειλητικό, απροκάλυπτα ρεβανσιστικό.
Δεν ήταν πολιτική ομιλία. Ήταν σύνθημα. Ενδεχομένως και κάτι παραπάνω, Διεκδίκηση. Αισθάνθηκε πως πιθανώς η συγκυρία να τον ευνοεί. Μια το Μακεδονικό, μια τα Ελληνοτουρκικά, μια το Κυπριακό, λίγο το Αλβανικό, κυρίως τα συλλαλητήρια, όλα αυτά μαζί του έδωσαν την εντύπωση πως μπορεί να ξεμυτίσει. Η παρουσία του στη Βουλή ήταν ηγετική. Μιλούσε σε προσωπικό, πρώτο ενικό, με σιγουριά, και προφανώς απευθυνόταν στον Κυριάκο Μητσοτάκη. Διεκδικούσε αρχηγιλίκι εκεί πάνω στο βήμα της Βουλής.
Δεν είναι ξεκάθαρο αν στο τέλος αυτής της ιστορίας τα στοιχεία θα στείλουν στη Δικαιοσύνη τον πρώην πρωθυπουργό. Δεν είναι καθόλου σίγουρο, ακόμη και εάν η Προανακριτική αποφασίσει να κατηγορήσει τον Αντώνη Σαμαρά, πως η δικαστική έρευνα θα καταλήξει σε κάτι χειροπιαστό. Ενδεχομένως η υπόθεση νομικά να καταλήξει σε αδιέξοδο. Μπορεί και όχι.
Σε περίπτωση ωστόσο που δεν θα υπάρξουν στοιχεία που θα «δέσουν» χειροπιαστή ενοχή, τότε...
κάποιοι ενδεχομένως να θυμηθούν τη ρήση του Κωνσταντίνου Καραμανλή.
Και η Αριστερά ίσως να χρειαστεί άλλα 25 χρόνια για να συνέλθει. Οι «σκιές» μπορούν να επανέλθουν όταν οι συνθήκες επωάζουν τα αυγά του φιδιού. Όποιος θυμάται τα παλιά και παρακολούθησε τον Αντώνη Σαμαρά μπορεί να καταλάβει. Την Τετάρτη από το βήμα της Βουλής διεκδίκησε με στόμφο τον ρόλο του αρχηγού της νέας ελληνικής λαϊκής Υπερδεξιάς, όπως αυτή εμφανίζεται και προκαλεί δέος στην Κεντρική Ευρώπη.
Δεν είναι ακριβώς ακροδεξιά, δεν είναι ακριβώς «Χρυσή Αυγή», εμπεριέχει και τα δύο και είναι επιθετική.
Ποιος νομιμοποίησε αυτόν τον πολιτικό λόγο άραγε;
Με θλίψη θα παραδεχτεί ο αναγνώστης των στίχων «Μα η υπαρκτή Αριστερά».
Στη Novartis μαθαίνω έχουν στήσει πάρτι. Η εταιρεία ξέφυγε από τη σέντρα. Το πλήθος παρακολουθεί το τσίρκο στη Βουλή βλέπετε. Φρουζής; Ποιος Φρουζής;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου