Του ΜΙΧΑΛΗ ΤΣΙΝΤΣΙΝΗ
Για να παίξεις μπιλιάρδο δεν χρειάζεται να ξέρεις ποιους νόμους της Φυσικής εφαρμόζεις επί της τσόχας. Το είχε πει περίπου έτσι ένας στοχαστής πολύ φιλελεύθερος για να έχει αξιωθεί μια θέση στη βιβλιοθήκη του Αλέξη Τσίπρα.
Με αυτό το σχήμα, του παίκτη που μπορεί να είναι δεινός χωρίς επίγνωση, μόνο από ένστικτο, ερμήνευαν τον Τσίπρα πολλοί πρώιμοι απολογητές του.
Δεν πείραζε, έλεγαν, που φαινόταν να μην έχει εξοικείωση με την ευρωπαϊκή πραγματικότητα. Δεν τη χρειαζόταν. Είναι πολιτικό ζώο. Είχε το ταλέντο που θα του επέτρεπε να αποδώσει ως πρωθυπουργός, χωρίς ντε και καλά να έχει μάθει πριν απέξω όλη την προπαίδεια.
Αυτός ο κλάδος της τσιπρολογίας –που καλλιεργήθηκε εκτός ΣΥΡΙΖΑ και σε ορισμένες διακεκριμένες περιπτώσεις εκτός Ελλάδος– έβλεπε στον πρωθυπουργό έναν νέο πολιτικό, που είχε τις προδιαγραφές να ωριμάσει κυβερνώντας. Που άρχιζε κιόλας να απαγκιστρώνεται από τις δογματικές προκαταλήψεις του και εξελισσόταν σε ρεαλιστή κυβερνήτη κράτους–μέλους της Ευρωζώνης.
Αντανακλώντας αυτές τις προσδοκίες, ο Τσίπρας κατάφερε να περάσει τον εκλογικό κάβο του Σεπτεμβρίου του 2015 – είχε ήδη «λογικευτεί», έλεγαν τότε. Κατάφερε όχι μόνο να ρυμουλκήσει υπέρ του ένα μέρος της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, αλλά και να επιστρατεύσει «επιχειρησιακά» ένα μέρος της ελληνικής Δεξιάς.
Το πόσο δικαιώθηκαν οι προσδοκίες, μπορεί κανείς να το αναζητήσει στον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεται σήμερα ο Τσίπρας την Ευρώπη και τη θέση της Ελλάδας σε αυτήν. Το περασμένο Σάββατο, στην Κεντρική Επιτροπή, έλεγε ότι «η προοπτική μιας αριστερής εναλλακτικής στην Ευρώπη και στον κόσμο παραμένει απολύτως ανοιχτή». Οτι η Γαλλία και η Γερμανία μπορεί σε λίγους μήνες να κυβερνώνται από συνασπισμούς Σοσιαλδημοκρατών και Αριστερών. Ηταν στην ίδια συνεδρίαση που κάλεσε την καγκελάριο «να αποθαρρύνει τον υπουργό των Οικονομικών της».
Το κρίσιμο σε αυτές τις προβλέψεις δεν είναι, βέβαια, οι πιθανότητές τους να επαληθευτούν. Το κρίσιμο είναι ότι πίσω τους κρύβεται αλώβητη η θεμελιώδης πρωθυπουργική αντίληψη πως η εθνική κρίση που ανέλαβε να διαχειριστεί θα λυθεί απ’ έξω. Οτι ο χρόνος λειτουργεί υπέρ μας, γιατί στο μέλλον μάς περιμένουν για να μάς λυτρώσουν από μηχανής θεοί. Στην αρχή ήταν ο Πούτιν, μετά το Ποδέμος, μετά ο Ομπάμα, ο Ολάντ και ο Μοσκοβισί. Τώρα είναι ο Σουλτς και –σταθερή αξία– ο Μοσκοβισί.
Αυτή η αντίληψη δεν έχει σημασία μόνο για να βαθμολογήσει κανείς την εξέλιξη του Τσίπρα. Εχει σημασία γιατί καθοδηγεί τις αποφάσεις του. Γιατί τον βάζει πάλι στον πειρασμό να κωλυσιεργήσει, περιμένοντας τα «μεγάλα πολιτικά γεγονότα» και αψηφώντας όλες τις εκκλήσεις να κλείσει την εκκρεμότητα τώρα, προτού γίνει θανάσιμη.
Θα μπορούσε κανείς να φανταστεί ότι ο πρωθυπουργός άλλα καταλαβαίνει και άλλα λέει. Θα μπορούσε κανείς να κατανοήσει την ανάγκη του να κεράσει λίγες σταγόνες ρόδινου μέλλοντος τους συντρόφους του, για να τους βοηθήσει να χωνέψουν τον συμβιβασμό. Ας πούμε ότι ο ίδιος έχει επίγνωση, αλλά θέλει οι άλλοι να μην έχουν, προκειμένου να κλείσει την αξιολόγηση.
Ακόμη κι αν κλείσει, όμως, η αξιολόγηση, τίποτε δεν θα έχει κλείσει. Οχι επειδή, όπως και την προηγούμενη φορά, τα χρήματα και τα ευεργετήματα για το χρέος θα δοθούν σε βασανιστικές δόσεις. Αλλά επειδή...
δεν θα έχουν εξαλειφθεί οι πολιτικοί λόγοι που κρατούν καθηλωμένη την οικονομία.
Ακόμη κι αν φανταστεί κάποιος τον Τσίπρα συμφιλιωμένο με τη μνημονιακή πραγματικότητα, ακόμη κι αν τον φανταστεί να υπογράφει οσονούπω νέο συμβιβασμό, θα πάψουν οι υπουργοί του να ναρκοθετούν το πρόγραμμα;
Θα πάψουν να μονιμοποιούν συμβασιούχους;
Θα λύσουν τον κομματικό βρόχο από τις ΔΕΚΟ;
Θα πάψουν οι βουλευτές του να ζητούν τη διατήρηση του Ελληνικού ως αρχαιολογικού πάρκου;
Το πρόβλημα δεν είναι μόνο ο βαθμός «ωρίμασης» του ίδιου του Τσίπρα. Είναι κυρίως ο βαθμός καθήλωσης του οργανισμού διά του οποίου κυβερνά. Καθήλωση τέτοιου βαθμού, ώστε έχει φτάσει να υπερερμηνεύεται ως σκοτεινό σχέδιο.
Οντως. Για να παίξεις μπιλιάρδο, δεν χρειάζεται να ξέρεις τους αόρατους νόμους της Φυσικής. Χρειάζεται όμως να ξέρεις τουλάχιστον μπιλιάρδο.
Για να παίξεις μπιλιάρδο δεν χρειάζεται να ξέρεις ποιους νόμους της Φυσικής εφαρμόζεις επί της τσόχας. Το είχε πει περίπου έτσι ένας στοχαστής πολύ φιλελεύθερος για να έχει αξιωθεί μια θέση στη βιβλιοθήκη του Αλέξη Τσίπρα.
Με αυτό το σχήμα, του παίκτη που μπορεί να είναι δεινός χωρίς επίγνωση, μόνο από ένστικτο, ερμήνευαν τον Τσίπρα πολλοί πρώιμοι απολογητές του.
Δεν πείραζε, έλεγαν, που φαινόταν να μην έχει εξοικείωση με την ευρωπαϊκή πραγματικότητα. Δεν τη χρειαζόταν. Είναι πολιτικό ζώο. Είχε το ταλέντο που θα του επέτρεπε να αποδώσει ως πρωθυπουργός, χωρίς ντε και καλά να έχει μάθει πριν απέξω όλη την προπαίδεια.
Αυτός ο κλάδος της τσιπρολογίας –που καλλιεργήθηκε εκτός ΣΥΡΙΖΑ και σε ορισμένες διακεκριμένες περιπτώσεις εκτός Ελλάδος– έβλεπε στον πρωθυπουργό έναν νέο πολιτικό, που είχε τις προδιαγραφές να ωριμάσει κυβερνώντας. Που άρχιζε κιόλας να απαγκιστρώνεται από τις δογματικές προκαταλήψεις του και εξελισσόταν σε ρεαλιστή κυβερνήτη κράτους–μέλους της Ευρωζώνης.
Αντανακλώντας αυτές τις προσδοκίες, ο Τσίπρας κατάφερε να περάσει τον εκλογικό κάβο του Σεπτεμβρίου του 2015 – είχε ήδη «λογικευτεί», έλεγαν τότε. Κατάφερε όχι μόνο να ρυμουλκήσει υπέρ του ένα μέρος της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, αλλά και να επιστρατεύσει «επιχειρησιακά» ένα μέρος της ελληνικής Δεξιάς.
Το πόσο δικαιώθηκαν οι προσδοκίες, μπορεί κανείς να το αναζητήσει στον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεται σήμερα ο Τσίπρας την Ευρώπη και τη θέση της Ελλάδας σε αυτήν. Το περασμένο Σάββατο, στην Κεντρική Επιτροπή, έλεγε ότι «η προοπτική μιας αριστερής εναλλακτικής στην Ευρώπη και στον κόσμο παραμένει απολύτως ανοιχτή». Οτι η Γαλλία και η Γερμανία μπορεί σε λίγους μήνες να κυβερνώνται από συνασπισμούς Σοσιαλδημοκρατών και Αριστερών. Ηταν στην ίδια συνεδρίαση που κάλεσε την καγκελάριο «να αποθαρρύνει τον υπουργό των Οικονομικών της».
Το κρίσιμο σε αυτές τις προβλέψεις δεν είναι, βέβαια, οι πιθανότητές τους να επαληθευτούν. Το κρίσιμο είναι ότι πίσω τους κρύβεται αλώβητη η θεμελιώδης πρωθυπουργική αντίληψη πως η εθνική κρίση που ανέλαβε να διαχειριστεί θα λυθεί απ’ έξω. Οτι ο χρόνος λειτουργεί υπέρ μας, γιατί στο μέλλον μάς περιμένουν για να μάς λυτρώσουν από μηχανής θεοί. Στην αρχή ήταν ο Πούτιν, μετά το Ποδέμος, μετά ο Ομπάμα, ο Ολάντ και ο Μοσκοβισί. Τώρα είναι ο Σουλτς και –σταθερή αξία– ο Μοσκοβισί.
Αυτή η αντίληψη δεν έχει σημασία μόνο για να βαθμολογήσει κανείς την εξέλιξη του Τσίπρα. Εχει σημασία γιατί καθοδηγεί τις αποφάσεις του. Γιατί τον βάζει πάλι στον πειρασμό να κωλυσιεργήσει, περιμένοντας τα «μεγάλα πολιτικά γεγονότα» και αψηφώντας όλες τις εκκλήσεις να κλείσει την εκκρεμότητα τώρα, προτού γίνει θανάσιμη.
Θα μπορούσε κανείς να φανταστεί ότι ο πρωθυπουργός άλλα καταλαβαίνει και άλλα λέει. Θα μπορούσε κανείς να κατανοήσει την ανάγκη του να κεράσει λίγες σταγόνες ρόδινου μέλλοντος τους συντρόφους του, για να τους βοηθήσει να χωνέψουν τον συμβιβασμό. Ας πούμε ότι ο ίδιος έχει επίγνωση, αλλά θέλει οι άλλοι να μην έχουν, προκειμένου να κλείσει την αξιολόγηση.
Ακόμη κι αν κλείσει, όμως, η αξιολόγηση, τίποτε δεν θα έχει κλείσει. Οχι επειδή, όπως και την προηγούμενη φορά, τα χρήματα και τα ευεργετήματα για το χρέος θα δοθούν σε βασανιστικές δόσεις. Αλλά επειδή...
δεν θα έχουν εξαλειφθεί οι πολιτικοί λόγοι που κρατούν καθηλωμένη την οικονομία.
Ακόμη κι αν φανταστεί κάποιος τον Τσίπρα συμφιλιωμένο με τη μνημονιακή πραγματικότητα, ακόμη κι αν τον φανταστεί να υπογράφει οσονούπω νέο συμβιβασμό, θα πάψουν οι υπουργοί του να ναρκοθετούν το πρόγραμμα;
Θα πάψουν να μονιμοποιούν συμβασιούχους;
Θα λύσουν τον κομματικό βρόχο από τις ΔΕΚΟ;
Θα πάψουν οι βουλευτές του να ζητούν τη διατήρηση του Ελληνικού ως αρχαιολογικού πάρκου;
Το πρόβλημα δεν είναι μόνο ο βαθμός «ωρίμασης» του ίδιου του Τσίπρα. Είναι κυρίως ο βαθμός καθήλωσης του οργανισμού διά του οποίου κυβερνά. Καθήλωση τέτοιου βαθμού, ώστε έχει φτάσει να υπερερμηνεύεται ως σκοτεινό σχέδιο.
Οντως. Για να παίξεις μπιλιάρδο, δεν χρειάζεται να ξέρεις τους αόρατους νόμους της Φυσικής. Χρειάζεται όμως να ξέρεις τουλάχιστον μπιλιάρδο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου